Το κάπνισμα αποτελεί εδώ και δεκαετίες μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις για τη δημόσια υγεία. Έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου των πνευμόνων, αλλά και του στοματοφάρυγγα, ενώ υψηλά είναι και τα ποσοστά θνησιμότητας που σχετίζονται με αυτό.
Παραδοσιακά, οι προσπάθειες ρύθμισης της χρήσης του καπνού έχουν εστιάσει σε «τιμωρητικές» μεθόδους, όπως η απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, η αύξηση του φόρου κατανάλωσης και ο περιορισμός της διαφημιστικής καμπάνιας. Ωστόσο, καθώς οι συνήθειες καπνίσματος επεκτείνονται σε μικρότερες ηλικίες και παίρνουν διαφορετικές μορφές λόγω της έλευσης των εναλλακτικών καπνικών προϊόντων, είναι σημαντικό οι πολιτικές να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, ώστε να είναι αποτελεσματικές.
Όπως θύμισε στο νέο webinar της SCOHRE -της διεθνούς επιστημονικής εταιρείας ανεξάρτητων ειδικών για τον έλεγχο του καπνίσματος και τη μείωση της βλάβης- ο δρ. Andrzej Fal, Πρόεδρος της Πολωνικής Εταιρείας Δημόσιας Υγείας και Διευθυντής στο Ινστιτούτο Ιατρικής Επιστήμης UKSW, «ιστορικά, οι άνθρωποι πάντοτε κάτι κάπνιζαν και κάτι έπιναν», χαρακτηρίζοντας την προσπάθεια πλήρους εξάλειψης της νικοτίνης ανέφικτη.
Με τη σειρά του, ο Clive Bates, διευθυντής του Counterfactual, μιας πρωτοβουλίας για τη βιώσιμη ανάπτυξη, τόνισε ότι η υιοθέτηση ακραίων μέτρων, όπως η καθολική απαγόρευση μπορεί να επιφέρει τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα: Αν οι άνθρωποι δεν μπορούν να προμηθευτούν νόμιμα τα καπνικά προϊόντα, θα στραφούν στο παραεμπόριο ή σε προϊόντα που παρασκευάζουν μόνοι τους, αναμειγνύοντας υλικά που βρίσκουν συχνά στο διαδίκτυο, κάτι που μπορεί να τους εκθέσει σε ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο.
Σύμφωνα με τον δρα. Bates, άλλωστε, η κύρια αιτία της βλάβης που προκαλεί το κάπνισμα δεν είναι καθεαυτή η νικοτίνη, αλλά η καύση του καπνού, που απελευθερώνει χιλιάδες τοξικές και καρκινογόνες ουσίες. Αντίθετα, οι εναλλακτικές μορφές καπνικών προϊόντων, όπως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα, τα προϊόντα ατμίσματος και τα σακουλάκια νικοτίνης (snus) δεν βασίζονται στην καύση, κάτι που τα καθιστά καλύτερη επιλογή. Παρά το γεγονός ότι αποτελούν καινούργια προϊόντα και δεν είναι ακόμη δυνατό να εκτιμηθούν με ακρίβεια οι επιπτώσεις τους στην υγεία, τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι έχουν βοηθήσει στη μείωση των παραδοσιακών μορφών καπνίσματος, αλλά και στην πτώση των ποσοστών καρκίνου και θνησιμότητας που σχετίζονται με το κάπνισμα. Εκτιμάται, συγκεκριμένα, ότι προκαλούν λιγότερο από το 5% της βλάβης των παραδοσιακών τσιγάρων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Σουηδία, όπου τα snus αποτελούν, τα τελευταία χρόνια, μια ιδιαίτερα δημοφιλή επιλογή. Ταυτόχρονα, στη χώρα σημειώνεται σημαντική μείωση των καρκίνων και θανάτων που συνδέονται με το κάπνισμα. Από την πλευρά του, το NHS παρατηρεί επίσης ότι η χρήση των εναλλακτικών καπνικών προϊόντων έχει συμβάλει στην προσπάθεια διακοπής του καπνίσματος.
Αντίθετα, σε χώρες της ΕΕ όπου η κυκλοφορία προϊόντων όπως το snus παραμένει περιορισμένη, τόσο τα ποσοστά των καπνιστών, όσο και οι επιπτώσεις στην υγεία τους εξακολουθούν να είναι υψηλά.
Στόχος: Ένα μέλλον με λιγότερους καπνιστές
Όπως χαρακτηριστικά επεσήμανε στο πλαίσιο του webinar ο Damian Sweeny, πρόεδρος της NNA Ireland, μιας ένωσης υπεράσπισης των καταναλωτών, η πολιτική του «όλα ή τίποτα» στη μείωση του καπνίσματος έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική. Οι εθνικές στρατηγικές θα πρέπει, λοιπόν, να εστιάσουν στη μείωση της βλάβης και όχι στην απόλυτη απαγόρευση των προϊόντων νικοτίνης, όπως επιτυχώς έχει ήδη εφαρμοστεί στη Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η πρόσβαση σε ασφαλέστερες εναλλακτικές λύσεις, η εκπαίδευση των καταναλωτών και η εξασφάλιση υπεύθυνης ρύθμισης μπορούν να συμβάλουν στην επίτευξη του στόχου για λιγότερους θανάτους εξαιτίας του καπνίσματος, χωρίς να οδηγούν τους ανθρώπους σε παράνομα ή πιο επιβλαβή προϊόντα.
Μέσα από προσεκτικά σχεδιασμένες πολιτικές και συνεχή έρευνα, ο στόχος της μείωσης του καπνίσματος σε ποσοστό κάτω του 5% έως το 2040 μπορεί να γίνει πραγματικότητα.
Διαβάστε επίσης
Εναλλακτικά καπνικά προϊόντα: Μια χρήσιμη προσέγγιση για τον έλεγχο του καπνίσματος
Νικοτίνη: Πώς θα μειώσουμε τη βλάβη και θα προστατεύσουμε τους νέους