Είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι η περίοδος της εγκυμοσύνης είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη του εμβρύου, καθώς όλο και περισσότερα δεδομένα υπογραμμίζουν τη σημασία των επιλογών της εγκυμονούσας στην ομαλή εξέλιξη της κύησης και την γέννηση ενός υγιούς μωρού. Μια νέα μελέτη με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον έρχεται να προσθέσει σε αυτό τον όγκο ευρημάτων, καταλήγοντας σε έναν σημαντικό συσχετισμό: της λήψης παρακεταμόλης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης με την αύξηση της πιθανότητας εμφάνισης διαταραχής ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) στα παιδιά. Τα σχετικά ευρήματα δημοσιεύονται στο Nature Mental Health.

Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι η παρακεταμόλη χρησιμοποιείται ευρέως κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αφού ένα 41-70% των εγκύων στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Ασία αναφέρουν ότι κάνουν χρήση της. Παρά την ταξινόμησή της ως φάρμακο χαμηλού κινδύνου από ρυθμιστικούς οργανισμούς όπως ο αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων, ένας αυξανόμενος όγκος επιστημονικών δεδομένων υποδεικνύει μια πιθανή σχέση μεταξύ της προγεννητικής έκθεσης στην παρακεταμόλη και νευροαναπτυξιακών επιπτώσεων, όπως η ΔΕΠΥ και η διαταραχή του φάσματος του αυτισμού.

Οι ερευνητές μελέτησαν 307 εγκυμονούσες, που διένυαν το δεύτερο τρίμηνο της κύησης. Συνέλεξαν δείγματα πλάσματος, αναζητώντας μεταβολίτες παρακεταμόλης, καθώς και μια πιθανή σύνδεση μεταξύ αυτών των μεταβολιτών και αλλαγών στις γονιδιακές εκφράσεις ή μετέπειτα διαγνώσεων παιδικής ΔΕΠΥ.

Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι η ανίχνευση της ουσίας συσχετίστηκε με αυξημένες πιθανότητες διάγνωσης ΔΕΠΥ στα παιδιά μέχρι την ηλικία των 8-10 ετών. Ειδικότερα, οι μεταβολίτες παρακεταμόλης ανιχνεύθηκαν στο 20,2% των δειγμάτων μητρικού πλάσματος, με τα παιδιά που είχαν εκτεθεί στην ουσία να αντιμετωπίζουν 3,15 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα διάγνωσης ΔΕΠΥ. Η συσχέτιση, μάλιστα, έδειξε να είναι ισχυρότερη στα θηλυκά παιδιά, που διέτρεχαν 6,16 φορές αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ΔΕΠΥ.

Επιπροσθέτως, η ανάλυση της γονιδιακής έκφρασης του πλακούντα σε ένα υποσύνολο 174 συμμετεχόντων υπέδειξε μεταγραφικές αλλαγές. Στα θηλυκά, η έκθεση στην παρακεταμόλη συσχετίστηκε με ρύθμιση των μονοπατιών που σχετίζονται με το ανοσοποιητικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης έκφρασης του IGHG1, που συνδέθηκε στατιστικά με διαγνώσεις ΔΕΠΥ. Από την άλλη, τα μονοπάτια οξειδωτικής φωσφορυλίωσης ρυθμίστηκαν προς τα κάτω και στα δύο φύλα, ένα μοτίβο που είχε προηγουμένως συσχετιστεί με νευροαναπτυξιακές διαταραχές.

Τα ευρήματα ευθυγραμμίζονται με προγενέστερα ευρήματα, που συνδέουν την προγεννητική έκθεση στην παρακεταμόλη με προβλήματα νευροαναπτυξιακής φύσεως. Η παρούσα μελέτη, μάλιστα, χρησιμοποίησε αντικειμενικές μετρήσεις βιοδεικτών, για να ενισχύσει την αξιοπιστία των ευρημάτων της, σε αντίθεση με προηγούμενες μελέτες, που βασίστηκαν στις αναφορές των ίδιων των συμμετεχόντων για τη χρήση παρακεταμόλης.

Η κατανόηση των βιολογικών μηχανισμών που διέπουν αυτές τις συσχετίσεις ανοίγει δρόμους για περαιτέρω έρευνα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η προγεννητική έκθεση στην παρακεταμόλη επηρεάζει την ανάπτυξη του εγκεφάλου του εμβρύου. Καθώς η παρακεταμόλη παραμένει ένα από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα φάρμακα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν την ανάγκη προσεκτικής εξέτασης των κινδύνων και των οφελών της, διασφαλίζοντας ότι τόσο η υγεία της μητέρας, όσο και η ανάπτυξη του εμβρύου προστατεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Διαβάστε επίσης

Η πασίγνωστη διαταραχή που κλέβει ακόμη και 11 χρόνια από τη ζωή μας

Πώς νιώθει ένα παιδί με ΔΕΠΥ – Όλοι οι τρόποι να αναδειχθούν τα δυνατά του σημεία

ΔΕΠΥ: Πότε τα ψυχικά τραύματα οδηγούν σε προβλήματα συγκέντρωσης και υπερκινητικότητας