Ο κίνδυνος αλωπεκίας θα μπορούσε να εξαρτάται από τα γονίδια μας, σύμφωνα με νεότερα ευρήματα έρευνας από επιστήμονες του King’s College του Λονδίνου. Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο JAMA Dermatology, οι αλλαγές σε δύο τμήματα του γονιδιώματος δρουν συνεργιστικά για να επηρεάσουν τον κίνδυνο αλωπεκίας, και συγκεκριμένα της μετωπιαίας ινωτικής αλωπεκίας.

Πρόκειται για μια ιδιαίτερα οδυνηρή δερματολογική διαταραχή που συνδέεται με φλεγμονή, ουλές και μη αναστρέψιμη τριχόπτωση. Η νόσος προσβάλλει έναν αυξανόμενο αριθμό ασθενών παγκοσμίως και προκαλείται από γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες.

Ο Δρ Χρήστος Τζιότζιος, Ανώτερος Λέκτορας του Ινστιτούτου Δερματολογίας St John’s στο King’s College του Λονδίνου και Σύμβουλος Δερματολόγος στο Guy’s and St Thomas’ NHS Foundation Trust δήλωσε: «Η μελέτη μας είναι η μεγαλύτερη μελέτη συσχέτισης σε επίπεδο γονιδιώματος για τη μετωπιαία ινωτική αλωπεκία (FFA), μια φλεγμονώδης και ουλώδης πάθηση που επηρεάζει σχεδόν αποκλειστικά γυναίκες. Από τότε που περιγράφηκε η νόσος το 1994, ο αριθμός των ατόμων που πάσχουν έχει αυξηθεί δραματικά. Το νεότερο εύρημά μας ρίχνει περισσότερο φως στην αυτοάνοση βάση της πάθησης και παρέχει κατεύθυνση για περαιτέρω έρευνα για την ανάπτυξη φαρμάκων».

Οι συγγραφείς της μελέτης εστίασαν στη μελέτη γυναικών με μετωπιαία ινωτική αλωπεκία, πραγματοποιώντας μια μετα-ανάλυση τεσσάρων ομάδων στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρώπη. Εξετάζοντας συγκεκριμένα γονίδια του ανοσοποιητικού συστήματος, γνωστά ως μείζον σύμπλεγμα ιστοσυμβατότητας, εντόπισαν γενετικές διαφορές που αλληλεπιδρούν με το γονίδιο ERAP1 και αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου. Αυτό το φαινόμενο, όπου ένα γονίδιο επηρεάζει τη δράση ενός άλλου, ονομάζεται «επίσταση» και θεωρείται σπάνιο στη γενετική. Παρόμοιες αλληλεπιδράσεις έχουν παρατηρηθεί και σε άλλες αυτοάνοσες παθήσεις, όπως η ψωρίαση και η αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα.

Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι παραλλαγές στα γονίδια ERAP1 και ERAP2 βοήθησαν κάποιους ανθρώπους να επιβιώσουν από τον Μαύρο Θάνατο, τη βουβωνική πανώλη που σάρωσε την Ευρώπη τον 14ο αιώνα. Όμως, αυτές οι ίδιες παραλλαγές θα μπορούσαν να αυξήσουν την ευαισθησία σε ορισμένες ανοσολογικές παθήσεις, όπως δείχνει και η νέα μελέτη για τη μετωπιαία ινωτική αλωπεκία.

Εκτός από τη βελτίωση της κατανόησης των γενετικών παραγόντων που οδηγούν στη συγκεκριμένη πάθηση, οι συγγραφείς ελπίζουν ότι τα ευρήματα αυτά θα μπορούσαν να εφαρμοστούν για την πρόβλεψη του κινδύνου εμφάνισής της, ενώ παράλληλα ανοίγουν το δρόμο για νέες θεραπείες. Η ερευνητική ομάδα, επί του παρόντος, εξετάζει την πιθανότητα ενός προγνωστικού γενετικού τεστ για τον κίνδυνο εμφάνισης της μετωπιαίας ινωτικής αλωπεκίας,  ενώ παράλληλα διερευνά τη δυνατότητα στόχευσης του γονιδίου ERAP1 με πολύ συγκεκριμένα φάρμακα ως νέου τρόπου αντιμετώπισης.

Διαβάστε επίσης

Τριχόπτωση: Η ανακάλυψη που μπορεί να σώσει τα μαλλιά μας

Τριχόπτωση: Τέσσερα τρόφιμα που βοηθούν να μην «τα χάσετε»

Τριχόπτωση: Αυτές είναι οι καλύτερες φαρμακευτικές λύσεις