Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή έχει δώσει σε χιλιάδες ζευγάρια την ευκαιρία να αποκτήσουν παιδί, όταν η σύλληψη με φυσικό τρόπο δεν είναι εφικτή. Ωστόσο η εγκυμοσύνη με μεθόδους εξωσωματικης γονιμοποίησης (IVF)  συχνά απαιτεί την λήψη πιο ισχυρής φαρμακευτικής αγωγής η οποία συνδέεται με τον κίνδυνο έκθεσης του εμβρύου σε φάρμακα που μπορούν να προκαλέσουν γενετικές βλάβες σύμφωνα με νέα έρευνα.

Συγκεκριμένα νέα αυστραλιανή έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Australian and New Zealand Journal of Obstetrics and Gynaecology διαπιστώνει ότι οι εγκυμοσύνες με εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) και μικρογονιμοποίηση ICSI συνδέονται με υψηλότερη έκθεση σε φάρμακα με τερατογόνο δράση, που δυνητικά θα μπορούσαν να βλάψουν το έμβρυο κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης.

Τα συγκεκριμένα φάρμακα περιλαμβάνονται στον κατάλογο φαρμάκων των κατηγοριών D και X σύμφωνα με την Υπηρεσία Θεραπευτικών Αγαθών της Αυστραλίας (Therapeutic Goods Administration, TGA). Ο κίνδυνος που σχετίζεται με τη χρήση φαρμάκων της κατηγορίας D κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να αντισταθμίζεται από το κλινικό όφελος σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όπως η διαχείριση διαταραχών ψυχικής υγείας ή επιληψίας. Από την άλλη, τα φάρμακα της κατηγορίας Χ δε συνιστώνται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης λόγω του υψηλού κινδύνου βλάβης του εμβρύου.

Η μελέτη, που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο Νότιας Αυστραλίας (UniSA), το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αυστραλίας (UWA) και το Ινστιτούτο Έρευνας Kids της Αυστραλίας, ανέλυσε πάνω από 57.000 εγκυμοσύνες σε διάστημα δύο ετών. Οι συμμετέχουσες χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες: γυναίκες που χρησιμοποίησαν υποβοηθούμενη αναπαραγωγή (2041 περιπτώσεις), γυναίκες που έλαβαν φάρμακα για την πρόκληση ωορρηξίας (590 περιπτώσεις), γυναίκες με υπογονιμότητα χωρίς θεραπεία (2063 περιπτώσεις) και γυναίκες που συνέλαβαν φυσιολογικά (52,987 περιπτώσεις).

Τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν ανησυχητικά όσον αφορά την έκθεση σε φάρμακα που ανήκουν στις κατηγορίες D και X. Πρόκειται για φάρμακα που κατατάσσονται ως επικίνδυνα για το έμβρυο.

Οι αυξημένοι κίνδυνοι για την εγκυμοσύνη

Η έρευνα έδειξε ότι οι εγκυμοσύνες μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης είχαν σημαντικά υψηλότερη έκθεση σε φάρμακα κατηγορίας D, κυρίως κατά το πρώτο τρίμηνο της κυήσης. Συγκεκριμένα, το 4,9% των κυήσεων μέσω υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ήταν εκτεθειμένο σε αυτά τα φάρμακα, ενώ το ποσοστό για τις φυσιολογικές εγκυμοσύνες ήταν μόλις 0,6%. Η τάση αυτή συνεχίστηκε και στα επόμενα τρίμηνα, με το 3,4% των εγκυμοσύνων μέσω IVF να εκτίθενται σε φάρμακα κατηγορίας D, σε σύγκριση με το 0,6% των φυσιολογικών εγκυμοσύνων.

Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη χρήση φαρμάκων που χορηγούνται συχνά μετά από την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή για την πρόληψη αποβολών ή για την υποστήριξη της εμφύτευσης του εμβρύου. Για παράδειγμα, οι γυναίκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση είναι πιο πιθανό να λάβουν προγεστερόνη (όπως η μεδροξυπρογεστερόνη) για να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο αποβολής ή την επανειλημμένη αποτυχία εμφύτευσης.

Φάρμακα κατηγορίας D και X

Τα πέντε φάρμακα που χρησιμοποιούνται πιο συχνά της κατηγορίας D/X σε όλες τις εγκυμοσύνες, ανεξάρτητα από την κατάσταση σύλληψης, ήταν η παροξετίνη, η λαμοτριγίνη, το βαλπροϊκό οξύ, η καρβαμαζεπίνη και οι θεραπείες εξάρτησης από τη νικοτίνη.

Ωστόσο, η έκθεση σε φάρμακα κατηγορίας X, τα οποία θεωρούνται τα πιο επικίνδυνα, παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα σε όλες τις ομάδες εγκυμοσύνων. Η έκθεση σε αυτά τα φάρμακα ήταν λιγότερο από 0,5% σε όλες τις ομάδες και τα τρίμηνα της εγκυμοσύνης.

«Παρόλο που οι εγκυμοσύνες με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή σχεδιάζονται προσεκτικά, τα φάρμακα που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια των θεραπειών γονιμότητας μπορεί να αυξήσουν ακούσια την έκθεση σε κινδύνους γενετικών ανωμαλιών, ιδίως κατά τη διάρκεια κρίσιμων περιόδων της ανάπτυξης του εμβρύου» σημειώνει ο καθηγητής Roger Hart, συν-ερευνητής του UWA, κλινικός ιατρός εξωσωματικής γονιμοποίησης και εθνικός ιατρικός διευθυντής της City Fertility.

Εντούτοις, σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα καταδεικνύουν ότι η συντριπτική πλειονότητα των μωρών που γεννιούνται με εξωσωματική γονιμοποίηση είναι υγιή και δεν υποδηλώνουν ότι οι εγκυμοσύνες δεν είναι ασφαλείς, αλλά υπογραμμίζουν τη σημασία της εξατομικευμένης ιατρικής φροντίδας για τις γυναίκες, καθώς και της στενής παρακολούθησης στην πρώιμη εγκυμοσύνη.

Η μελέτη αυτή αναδεικνύει, επίσης, την ανάγκη για περαιτέρω έρευνες σχετικά με την έκθεση σε φάρμακα κατηγορίας D και X κατά την εγκυμοσύνη, καθώς και για την αξιολόγηση των υποκείμενων ιατρικών καταστάσεων των γυναικών και της επιρροής τους στο ρίσκο εμφάνισης γενετικών ανωμαλιών.

Διαβάστε επίσης:

Γονιμότητα: Άγνοια για τους παράγοντες που την επηρεάζουν έχει 1 στους 3

Φυσιολογική σύλληψη μετά από αποτυχημένη Εξωσωματική: Συμβαίνει συχνότερα από όσο νομίζετε

Joeanne Friggieri: Η γυναίκα που κάλυψε 14.949 χιλιόμετρα, από τη Μελβούρνη στην Αθήνα, για να γίνει μητέρα