Μια πρωτοποριακή μελέτη του Πανεπιστημίου Yale υποδηλώνει ότι ψυχικές καταστάσεις, όπως η παράνοια, μπορεί να προέρχονται από κάτι τόσο θεμελιώδες όσο η οπτική αντίληψη. Τα σχετικά ευρήματα, που δημοσιεύονται στο Communications Psychology, θα μπορούσαν να μεταμορφώσουν τον τρόπο με τον οποίο διαγιγνώσκονται και κατανοούνται οι ψυχικές ασθένειες, όπως η σχιζοφρένεια.

Οι συμμετέχοντες στη μελέτη έβλεπαν κουκκίδες να κινούνται σε μια οθόνη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το σενάριο ήταν τέτοιο ώστε η μία κουκκίδα να κυνηγά την άλλη, ενώ σε άλλες δεν υπήρχε κυνηγητό. Αυτό που ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες ήταν να αναγνωρίσουν αν υπήρχε ή όχι το στοιχείο της καταδίωξης. Οι ερευνητές αποκάλυψαν ότι τα άτομα με τάσεις παρανοϊκής σκέψης ή τελεολογικής σκέψης κατέγραψαν χειρότερες επιδόσεις στο τεστ, αναφέροντας συχνότερα -και με αυτοπεποίθηση- ότι έβλεπαν καταδίωξη εκεί όπου στην πραγματικότητα δεν υπήρχε.

Η παράνοια σχετίζεται με την εσφαλμένη απόδοση κακών προθέσεων στους άλλους, ενώ η τελεολογική σκέψη αποδίδει βαθύτερο σκοπό στα γεγονότα. Σύμφωνα με τους ειδικούς, πρόκειται για δύο καταστάσεις που συνδέονται με την ψύχωση και τη σχιζοφρένεια, έχουν όμως και μια βασική διαφορά: Ενώ η παράνοια έχει συνήθως αρνητική χροιά, η τελεολογική σκέψη τείνει να είναι ουδέτερη ή θετική.

Τα αποτελέσματα της έρευνας αποκάλυψαν κι άλλο ένα ενδιαφέρον στοιχείο: Όταν ζητήθηκε στους συμμετέχοντες να προσδιορίσουν ποια κουκίδα ήταν αυτή που δίωκε και ποια αυτή που διωκόταν, οι απαντήσεις διέφεραν ανάλογα με το αν οι συμμετέχοντες παρουσίαζαν ενδείξεις παράνοιας ή τελεολογίας. «Τα άτομα με παράνοια δυσκολεύονταν να εντοπίσουν ποια κουκίδα διωκόταν, ενώ τα άτομα με υψηλή τελεολογία δυσκολεύονταν να εντοπίσουν την κουκκίδα που κυνηγούσε», διευκρίνισε ο επικεφαλής συγγραφέας δρ. Santiago Castiello. Αυτή η απόκλιση δείχνει ότι οι δύο καταστάσεις διέπονται από διαφορετικούς γνωστικούς μηχανισμούς, κάτι που είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη στις μελλοντικές διαγνωστικές και θεραπευτικές στρατηγικές.

«Μας ενδιαφέρει πραγματικά το πώς οργανώνεται ο νους», εξήγησε ο δρ. Philip Corlett, κύριος συγγραφέας και αναπληρωτής καθηγητής ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Yale. «Οι σκόπιμες συμπεριφορές -όπως η αντίληψη ότι κάποιος κυνηγάει κάποιον άλλον- πιστεύεται ότι προκύπτουν σε ανώτερες εγκεφαλικές λειτουργίες. Eδώ, όμως, παρατηρούμε αυτές τις εμπειρίες σε χαμηλότερο επίπεδο: Στην οπτική αντίληψη. Αυτό είναι συναρπαστικό και πολλά υποσχόμενο για την κατανόηση της ψύχωσης», συμπλήρωσε.

Ο δρ. Corlett και η ομάδα του σημειώνουν επίσης ότι οι ψευδαισθήσεις -σύμπτωμα της ψύχωσης- συχνά περιλαμβάνουν κοινωνικά στοιχεία, ενισχύοντας την ιδέα της σύνδεσης οπτικής και λανθασμένης κοινωνικά αντίληψης.

Η σύνδεση μεταξύ της όρασης και της ψύχωσης θα μπορούσε να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται η σχιζοφρένεια. Η έρευνα δείχνει ότι τα άτομα με συγγενή τύφλωση σπάνια αναπτύσσουν την πάθηση, οδηγώντας τον δρ. Castiello στο συμπέρασμα ότι «ίσως η σχιζοφρένεια προκύπτει μέσω σφαλμάτων στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι επεξεργάζονται οπτικά τον κόσμο».

«Διερευνούμε κατά πόσον γρήγορες αντιληπτικές εργασίες ή οφθαλμολογικές εξετάσεις θα μπορούσαν να προβλέψουν τον κίνδυνο κάποιου για ψύχωση», πρόσθεσε ο δρ. Corlett.

Συνδέοντας την οπτική αντίληψη με την παρανοϊκή και τελεολογική σκέψη, η μελέτη ανοίγει νέους δρόμους για την κατανόηση των ψυχωτικών συμπτωμάτων και της ψυχικής υγείας.  Οι γνώσεις αυτές θα μπορούσαν τελικά να βοηθήσουν στις φαρμακολογικές εξελίξεις, στην αξιολόγηση του κινδύνου και στις στρατηγικές έγκαιρης παρέμβασης, προσφέροντας ελπίδα για βελτιωμένα αποτελέσματα στους ασθενείς.

Διαβάστε επίσης

Σχιζοφρένεια: Ο παράγοντας της παιδικής ηλικίας που εκτοξεύει τον κίνδυνο

«Ακούν φωνές» οι 4 στους 10 ασθενείς με σχιζοφρένεια – Νέα έρευνα εξηγεί γιατί

Σxιζοφρένεια: Ο τρόπος ομιλίας που την προδίδει – Ο αλγόριθμος που κάνει διάγνωση