*Γράφει ο Βασίλης Τσακίρογλου
Το ποιοτικό άλμα που έχει επιτευχθεί το τελευταίο διάστημα, αναστρέφοντας μια αρνητική παράδοση 40 ετών, σε σχέση με το πώς λειτουργεί το δημόσιο σύστημα υγείας, ειδικά στον τομέα της πρόληψης, υπογράμμισε η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας κα Ειρήνη Αγαπηδάκη, μιλώντας στην Ημερίδα του ygeiamou.gr.
Πιο συγκεκριμένα, απαντώντας σε ερωτήσεις της δημοσιογράφου του Πρώτου Θέματος και διευθύντριας σύνταξης του ygeiamou.gr, Παναγιώτας Καρλατήρα, η κα Αγαπηδάκη τόνισε ότι «τα προγράμματα πρόληψης είναι μια νέα υπηρεσία στο ΕΣΥ. Το Υπουργείο Υγείας επί 40 χρόνια δεν είχε καταφέρει να εκπληρώσει την αποστολή του. Είναι η πρώτη φορά που η χώρα μας ανταποκρίνεται στον τομέα της πρόληψης».
Επιπλέον, η κα Αγαπηδάκη ανέφερε πως «προχώρησαν οι πρώτες βιοψίες και έχουν ξεκινήσει τα πρώτα χειρουργεία για τον καρκίνο του παχέος εντέρου» διευκρινίζοντας όμως ότι «δεν επιχειρούμε να αντικαταστήσουμε την κολονοσκόπηση με το self-test. Τι κάνουν οι χώρες για να αυξήσουν τα ποσοστά των ανθρώπων που πάνε για κολονοσκόπηση; Χρησιμοποιούν το self-test ως μέσο προσέλκυσης».
Όπως προεξήγγειλε η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας «σε λίγες ημέρες θα είναι πραγματικότητα και το πρόγραμμα για τα καρδιαγγειακά». Επισημαίνοντας, σε προσωπικό τόνο, ότι «κι εγώ έχω φόβο, όπως κάθε άνθρωπος, πριν από κάποια ιατρική εξέταση. Αλλά δεν δέχομαι να πεθαίνουν γυναίκες σήμερα στην Ελλάδα π.χ. από καρκίνο του μαστού, μόνο και μόνο επειδή φοβούνται τη μαστογραφία».
Συνέχεια Αγαπηδάκη Σε σχέση με την πραγματική ανταπόκριση που είχε η πρωτοβουλία του Υπουργείου Υγείας για προληπτικούς έγχους στον ελληνικό πληθυσμό, η κα Ειρήνη Αγαπηδάκη παρουσίασε ορισμένα ενδεικτικά μεγέθη: 500.000 γυναίκες έκαναν δωρεάν μαστογραφία. Σε 30.000 εξ αυτών ανιχνεύθηκαν πρώιμα παθολογικά ευρήματα. Και από τα πρόσφατα, άνω των 100.000 self test για τον καρκίνο του παχέος εντέρου, 5.384 βρέθηκαν θετικά, ενώ έχουν ήδη εκτελεστεί 260 δωρεάν κολονοσκοπήσεις.
Επιδημίες, μαζικά νοσήματα και παγκόσμια υγεία
Σε ό,τι αφορά στα νοσήματα ευρύτερης κλίμακας, η κα Αγαπηδάκη υπογράμμισε πως «με το νέο Κέντρο Αντιμετώπισης Απειλών Δημόσιας Υγείας στον ΕΟΔΔΥ, το Υπουργείο Υγείας αποκτά τη δυνατότητα άμεσης παρέμβασης, για να μπορεί να πηγαίνει στον πληθυσμό και να ελέγχει τη διασπορά. Μαζί με αυτό, υπάρχει μια σειρά από άλλες πρωτοβουλίες του Υπουργείου Υγείας, σε σχέση με την ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών με στόχο να ενισχύσουμε τις δυνατότητές μας να κάνουμε προβλέψεις. Αυτό είναι κάτι πολύ καινούργιο, έχει να κάνει με τα δεδομένα υγείας, όχι μόνο με τα χρόνια νοσήματα αλλά και με τα μεταδιδόμενα, σε συνάρτηση ακόμη και με περιβαλλοντικά δεδομένα. Με τις νέες πλατφόρμες και τα συστήματα που αναπτύσσουμε θα μπορούμε να γνωρίζουμε τον κίνδυνο ξεσπάσματος ενός μεταδιδόμενου νοσήματος σε μια συγκεκριμένη περιοχή και να παρεμβαίνουμε έγκαιρα για να το περιορίσουμε τη διάδοση και τις επιπτώσεις του».
Η Αναπληρώτρια Υγείας υπογράμμισε επίσης ότι «εγώ δεν θέλω να εύχομαι να μη συμβούν φυσικές καταστροφές, θέλω να είμαστε προνοητικοί. Διότι, πλέον, δεν υπάρχουν πολλές επιλογές και περιθώρια, σε διεθνές επίπεδο. Και ακριβώς γι’ αυτό, διεθνώς αλλά και με τη συμβολή της Ελλάδας, το μείζον ζήτημα σήμερα είναι η παγκόσμια υγεία, το λεγόμενο Global Health.
» Όταν έχουμε μια απειλή για τη δημόσια υγεία πχ στην Αφρική, την Ασία ή οπουδήποτε αλλού, ξέρουμε ότι αργά ή γρήγορα θα επηρεάσει και εμάς στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Πρέπει, λοιπόν, το σύστημα ετοιμότητας, να μην είναι ετοιμοπόλεμο μόνο στη χώρα μας, αλλά σε διεθνές επίπεδο. Πρέπει να μπορούμε να έχουμε επιχειρησιακή ικανότητα πια σε παγκόσμια κλίμακα, όχι τοπική. Και σε αυτό το ζήτημα νομίζω πως πρέπει να είμαστε πολύ απαιτητικοί όλοι μας, ως κράτος, επιστημονική κοινότητα -κυριολεκτικά όλοι».