Η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα (HS) είναι μια επώδυνη και χρόνια δερματολογική πάθηση που προκαλεί αποστήματα και ουλές, με σοβαρές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Εκτιμάται ότι περίπου 1 στα 100 άτομα πάσχει από αυτή την κατάσταση, με την παχυσαρκία να είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου. Οι παραδοσιακές θεραπείες συχνά δεν είναι αρκετά αποτελεσματικές ή ενδέχεται να προκαλέσουν σοβαρές παρενέργειες. Ωστόσο, μια πρόσφατη έρευνα που παρουσιάστηκε στο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Δερματολογίας και Ιολογίας (EADV) 2024, δείχνει την υποσχόμενη δράση της σεμαγλουτίδης στην αντιμετώπιση της δερματικής νόσου.

Η σεμαγλουτίδη είναι ένα φάρμακο που ανήκει στην κατηγορία των αναστολέων GLP-1 και είναι γνωστό για την αποτελεσματικότητά του στη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2 και την υποβοήθηση της απώλειας βάρους. Η παρούσα μελέτη είναι η πρώτη που εστιάζει στη χρήση της σεμαγλουτίδης για την αντιμετώπιση της διαπυητικής ιδρωταδενίτιδας, σε αναζήτηση αποτελεσματικών και ανεκτών επιλογών θεραπείας.

Η μεθοδολογία της έρευνας
Η μελέτη περιλάμβανε 30 παχύσαρκους ασθενείς (27 γυναίκες και 3 άνδρες) με μέση ηλικία 42 ετών. Οι συμμετέχοντες έλαβαν σεμαγλουτίδη σε εβδομαδιαία δόση 0.8 mg για περίπου 8.2 μήνες. Οι ερευνητές παρακολούθησαν την πορεία της υγείας τους με βάση δείκτες όπως ο Δείκτης Μάζας Σώματος (BMI), το βάρος, η συχνότητα των εξάρσεων, ο Δείκτης Ποιότητας Ζωής – Δερματολογίας (DLQI) και επίπεδα πόνου, καθώς και βιοχημικούς δείκτες όπως τα επίπεδα της C – αντιδρώσας πρωτείνης, γλυκόζης και HbA1c.

Τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν ενθαρρυντικά, καθώς οι ασθενείς παρουσίασαν σημαντική μείωση στη συχνότητα των εξάρσεων της νόσου, από μία κάθε 8.5 εβδομάδες σε μία κάθε 12 εβδομάδες. Επιπλέον, η ποιότητα ζωής τους βελτιώθηκε, όπως αποδείχθηκε από τη μείωση του DLQI από 13/30 σε 9/30. Περίπου το 1/3 των ασθενών παρουσίασε μείωση του DLQI τουλάχιστον 4 μονάδων, γεγονός που υποδηλώνει σημαντική βελτίωση.

Αξιοσημείωτο είναι ότι οι συμμετέχοντες έχασαν μέσο βάρος από 117.7 kg σε 111.6 kg, με το 1/3 να χάνει 10 κιλά ή περισσότερα κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Επίσης, παρατηρήθηκε βελτίωση στους βιοχημικούς δείκτες: τα επίπεδα HbA1c μειώθηκαν από 39.3 σε 36.6, υποδηλώνοντας καλύτερο γλυκαιμικό έλεγχο, ενώ τα επίπεδα CRP μειώθηκαν από 7.8 σε 6.9, υποδεικνύοντας μειωμένη φλεγμονή.

Ο Δρ. Daniel Lyons, επικεφαλής της έρευνας από το St Vincent’s University Hospital, δήλωσε: «Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η σεμαγλουτίδη, ακόμη και σε μέτριες δόσεις, μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη στη διαχείριση της HS. Αυτό που είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό είναι η δυνατότητα μείωσης της συχνότητας των εξάρσεων, γεγονός που συμβάλλει στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των ασθενών».

Όπως σημειώνει ο Δρ. Lyons, απαιτούνται μεγαλύτερες τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές για την επιβεβαίωση αυτών των ευρημάτων. Η εστίαση σε υψηλότερες δόσεις της σεμαγλουτίδης και η διερεύνηση των επιδράσεών της ανεξάρτητα από άλλες φαρμακευτικές αγωγές είναι απαραίτητες για να κατανοηθεί πλήρως η δυναμική της. Η έρευνα αυτή χαρίζει ελπίδα σε άτομα που ζουν με τη δύσκολη αυτή κατάσταση, προτείνοντας τη σεμαγλουτίδη ως μια εναλλακτική και υποσχόμενη θεραπεία για την αντιμετώπιση των αποστημάτων και των ουλών που προκαλεί η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα.

Διαβάστε επίσης:

Σεμαγλουτίδη: Αποτελεί νέο όπλο στη μάχη κατά της φλεγμονής

Αναισθησία: Ο σοβαρός κίνδυνος που απειλεί όσους λαμβάνουν φάρμακα παχυσαρκίας

Παίρνετε σεμαγλουτίδη; Οι απαραίτητες αλλαγές που πρέπει να κάνετε στη διατροφή σας