Είναι γνωστό ότι η άσκηση μειώνει την πίεση του αίματος, ωστόσο η δραστηριότητα των βακτηρίων στο στόμα μας μπορεί να αποβεί καθοριστικός παράγοντας για το κατά πόσο θα υπάρξει όντως αυτό το όφελος σύμφωνα με νέα έρευνα. Επικεφαλής της έρευνας ήταν οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου Plymouth σε συνεργασία με το Κέντρο Γενομικής Ρύθμισης στη Βαρκελώνη και η δημοσίευσή της έγινε στην Free Radical Biology and Medicine.
Η ομάδα των ερευνητών έδειξε ότι η αντιυπερτασική δράση της άσκησης μπορεί να μειωθεί σημαντικά όταν οι άνθρωποι χρησιμοποιούν αντιβακτηριδιακό στοματικό διάλυμα, αντί για νερό, αποδεικνύοντας την σημασία των στοματικών βακτηρίων στην καρδιαγγειακή υγεία.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Plymouth προτείνουν οι επαγγελματίες υγείας να δίνουν σημασία στην στοματική υγεία των ασθενών όταν προτείνουν παρεμβάσεις που αφορούν την φυσική δραστηριότητα για την ρύθμιση της υψηλής πίεσης.
Οι ερευνητές εξηγούν ότι είναι ήδη γνωστό ότι η άσκηση προκαλεί διαστολή των αιμοφόρων αγγείων, αυξάνοντας την ροή του αίματος στους ενεργούς μύες.
Αυτό που παρέμενε μυστήριο σύμφωνα με τον επικεφαλής ερευνητή Δρ. Raul Bescos, είναι με ποιο τρόπο παραμένει υψηλή η κυκλοφορία του αίματος μετά την άσκηση πυροδοτώντας μια αντιυπερτασική απόκριση στον οργανισμό.
«Προηγούμενη έρευνα έδειξε ότι το μονοξείδιο του αζώτου [παράγεται μετά την άσκηση] δεν συμμετείχε σε αυτή την διαδικασία μετά την άσκηση, ενώ εμπλέκεται μόνο κατά τη διάρκεια της άσκησης, ωστόσο η νέα έρευνα ανατρέπει αυτή τη γνώση» επισημαίνει ο Δρ. Bescos.
Όπως εξηγεί ο ίδιος όλα σχετίζονται με την μετατροπή του μονοξειδίου του αζώτου σε νιτρικό ανιόν, το οποίο μέχρι πρότινος εθεωρείτο ότι δεν έχει κάποιο όφελος στον οργανισμό. Πρόσφατες έρευνες όμως έδειξαν ότι τα νιτρικά ανιόντα απορροφούνται από τους σιελογόνους αδένες και εκκρίνονται με το σάλιο στο στόμα.
Μερικά ήδη βακτηρίων στο στόμα μετατρέπουν τα νιτρικά ανιόντα σε νιτρώδη – ένα σημαντικό μόριο που μπορεί να μεγιστοποιήσει την παραγωγή νιτρικού οξειδίου (μονοξειδίου του αζώτου) στο σώμα. Και όταν τα νιτρώδη του σίελου καταπίνωνται μέρους τους απορροφάται από την κυκλοφορία του αίματος και μετατρέπεται ξανά σε μονοξείδιο του αζώτου. Με αυτό τον τρόπο διατηρείται η διαστολή των αιμοφόρων αγγείων που οδηγεί σε μείωση της πίεσης μετά την άσκηση.
Οι ερευνητές θέλησαν να δουν κατά πόσο παρεμποδίζοντας την μετατροπή του νιτρικού ανιόντος σε νιτρώδες μέσω των στοματικών βακτηρίων θα άλλαζε η πτώση της πίεσης μετά την άσκηση.
Για το λόγο αυτό 23 υγιείς ενήλικες ασκήθηκαν τρέχοντας σε ένα διάδρομο για 30 λεπτά σε δυο ξεχωριστές περιπτώσεις. Σε κάθε περίπτωση στα 30,60 και 90 λεπτά μετά την άσκηση ξέπλυναν το στόμα τους είτε με αντιβακτηριακό στοματικό διάλυμα περιεκτικότητας 0,2% σε χλωρεξιδίνη ή ένα υγρό placebo.
Το ενδιαφέρον συμπέρασμα της μελέτης ήταν ότι όταν οι συμμετέχοντες χρησιμοποιούσαν στοματικό διάλυμα η πτώση της συστολικής πίεσης 120 λεπτά μετά την άσκηση ήταν μικρότερη (-2.0 mmHg ) συγκριτικά με την χρήση εικονικού διαλύματος (-5.2 mmHg).
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η αντιυπερτασική δράση της άσκησης μειωνόταν άνω του 60% την πρώτη ώρα της αποθεραπείας και συνολικά εξαλειφόταν δύο ώρες μετά όταν οι συμμετέχοντες λάμβαναν αντιβακτηριδιακό στοματικό διάλυμα.
Βάσει των συμπερασμάτων της έρευνας φαίνεται ότι τα στοματικά βακτήρια αποτελούν κλειδί για την διαστολή των αιμοφόρων αγγείων και σε περίπτωση που αυτά εξουδετερωθούν – όπως συμβαίνει με τα στοματικά διαλύματα – τότε δεν πραγματοποιείται η άνοδος των νιτρωδών στο αίμα και κατά συνέπεια η πτώση της πίεσης.
Φαίνεται λοιπόν ότι τα στοματικά βακτήρια είναι σημαντικά στην διαστολή των αιμοφόρων αγγείων που οδηγεί σε πτώση της πίεσης και αν αυτά εξουδετερωθούν η διαδικασία δεν εξελίσσεται φυσιολογικά και η πίεση του αίματος μετά την άσκηση δεν μειώνεται.
Μάλιστα προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι τα στοματικά διαλύματα σχετίζονται με αύξηση της πίεσης και αυτή η μικρή έρευνα εξέτασε την επίδρασή τους μετά την άσκηση.
Το επόμενο βήμα των ερευνητών είναι να διερευνήσουν λεπτομερώς την επίδραση της άσκησης στην δραστηριότητα των στοματικών βακτηρίων σε άτομα υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου.