Εν όψει της Παγκόσμιας Ημέρας Ηπατίτιδας, στις 28 Ιουλίου, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) εκπέμπει συναγερμό για τα κρούσματα ιογενούς ηπατίτιδας Β και C, σημαντικούς παράγοντες κινδύνου για τον καρκίνο του ήπατος στην Ευρώπη, και καλεί κυβερνήσεις, παρόχους υγειονομικής περίθαλψης και κοινότητες σε ευρύτερη συνεργασία και ενισχυμένες δράσεις για την προστασία της δημόσιας υγείας.
«Η δύναμη να προλάβουμε τον καρκίνο βρίσκεται στα χέρια μας. Εντείνοντας τις προσπάθειές μας, μπορούμε να επιταχύνουμε την εξάλειψη των ιών της ηπατίτιδας Β και C, οι οποίοι ευθύνονται για αυξημένα ποσοστά καρκίνου του ήπατος σε όλη την Ευρώπη. Η έγκαιρη διάγνωση, η άμεση διασύνδεση με την κλινική φροντίδα, τα ενισχυμένα μέτρα πρόληψης, όπως ο εμβολιασμός κατά της ηπατίτιδας Β και τα ολοκληρωμένα προγράμματα μείωσης της βλάβης, είναι βασικά στοιχεία για την εξάλειψη αυτών των ιών», δήλωσε ο Piotr Kramarz, Επικεφαλής Επιστήμονας του ECDC.
5,4 εκατ. κρούσματα ιογενούς ηπατίτιδας
Η χρόνια ηπατίτιδα, που προκαλείται από λοίμωξη με τους ιούς της ηπατίτιδας Β και C, είναι εκ των βασικών παραγόντων κινδύνου για τον καρκίνο του ήπατος, την έκτη αιτία θανάτων που σχετίζονται με τον καρκίνο στην Ευρώπη, με σχεδόν 55.000 θανάτους το 2022.
Σύμφωνα με το ECDC, περί τα 5,4 εκατ. άνθρωποι στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης/Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΕ/ΕΟΧ) πάσχουν από χρόνια ηπατίτιδα, 3,6 εκατ. B (HBV) και 1,8 εκατ. C (HCV). Ο οργανισμός σημειώνει ότι ο επιπολασμός και η πρόσβαση στην πρόληψη και υγειονομική περίθαλψη διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των χωρών και ομάδων πληθυσμού, ενώ άτομα που κάνουν ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών ουσιών, κρατούμενοι σε φυλακές και ορισμένες ομάδες μεταναστών αποτελούν τις πλέον ευάλωτες ομάδες.
Ειδικότερα, περίπου μία στις τρεις περιπτώσεις χρόνιας ηπατίτιδας Β στις χώρες της ΕΕ/ΕΟΧ αφορά πρόσφυγες-μετανάστες και μία στις τρεις χρόνιας ηπατίτιδας C άτομα που κάνουν ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών.
Βελτίωση και ισότητα στη διάγνωση και θεραπεία
To ECDC υπογραμμίζει την ανάγκη εντατικοποίησης των δράσεων και προληπτικών μέτρων για τους δύο τύπους ηπατίτιδας, όπως ο εμβολιασμός κατά του ιού HBV, τα μέτρα ελάττωσης της βλάβης για την πρόληψη της διασποράς μεταξύ των χρηστών ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών, καθώς και αποτελεσματικές θεραπείες για αμφότερες τις λοιμώξεις που μπορούν να μειώσουν την εξέλιξη σε σοβαρές ηπατικές νόσους και καρκίνο.
Αν και τα δεδομένα του οργανισμού δείχνουν μεγάλη ιική καταστολή στα άτομα με ηπατίτιδα Β και υψηλά ποσοστά ίασης στην ηπατίτιδα C στην Ευρώπη, παραμένει μεγάλος ο αριθμός των αδιάγνωστων φορέων του ιού, οι οποίοι δεν λαμβάνουν την απαραίτητη θεραπεία και φροντίδα. Έπειτα, η άνιση πρόσβαση στις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης, κυρίως εις βάρος μεταναστών και χρηστών ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών, παραμένει τροχοπέδη στη διαχείριση του προβλήματος.
Τέλος, αγκάθι παραμένει η καθυστερημένη διάγνωση, σε προχωρημένα στάδια της νόσου για μεγάλη μερίδα των φορέων, οπότε η κίρρωση και ο καρκίνος του ήπατος έχουν ήδη εγκατασταθεί. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), το 87% των περιστατικών ηπατίτιδας Β και το 64% ηπατίτιδας C παγκοσμίως παραμένουν αδιάγνωστες, γεγονός που τονίζει την ανάγκη να εντατικοποίηση των διαγνωστικών ελέγχων στις περισσότερες χώρες.
Αυτοάνοση ηπατίτιδα: Τα πάντα για τη νόσο που είναι 4 φορές πιο συχνή στις γυναίκες