Η Bristol Myers Squibb ανακοίνωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε το nivolumab σε συνδυασμό με σισπλατίνη και γεμσιταβίνη για την πρώτης γραμμής θεραπεία ενήλικων ασθενών με μη χειρουργήσιμο ή μεταστατικό ουροθηλιακό καρκίνωμα. Με αυτή την έγκριση, ο συνδυασμός nivolumab με σισπλατίνη και γεμσιταβίνη αποτελεί, πλέον, το πρώτο θεραπευτικό σχήμα ταυτόχρονης χορήγησης ανοσοθεραπείας- χημειοθεραπείας που λαμβάνει έγκριση για την πρώτης γραμμής θεραπεία ενήλικων ασθενών με μη εγχειρήσιμο ή μεταστατικό ουροθηλιακό καρκίνωμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Με βάση τα αποτελέσματα της εγκριτικής μελέτης Checkmate-901, ο συνδυασμός Nivolumab και χημειοθεραπείας με γεμσιταβίνη και σισπλατίνη μειώνει σημαντικά την πιθανότητα θανάτου σε σχέση με τη χημειοθεραπεία. Είναι η πρώτη φορά μετά από δεκαετίες που η προσθήκη ενός φαρμάκου στην καθιερωμένη χημειοθεραπεία αυξάνει τη συνολική επιβίωση των ασθενών με προχωρημένο ουροθηλιακό καρκίνο, προσφέροντας ακόμα περισσότερες και μακροχρόνιες ανταποκρίσεις. Ο συνδυασμός Nivolumab με χημειοθεραπεία, πλέον, αποτελεί μια σημαντική θεραπευτική επιλογή σε ένα νόσημα με δύσκολη πρόγνωση», σημείωσε ο Κωνσταντίνος Κουτσούκος MD, Παθολόγος Ογκολόγος, Νοσοκομείο Μετροπόλιταν, Αθήνα – Μέλος της ερευνητικής ομάδας των εγκριτικών μελετών του Nivolumab στο ουροθηλιακό καρκίνωμα.
«Χάρη στην πρόσφατη έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είμαστε στην ευχάριστη θέση να προσφέρουμε το nivolumab σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία σε εν δυνάμει ουροθηλιακό καρκίνωμα», δήλωσε η Dana Walker, M.D., M.S.C.E., αντιπρόεδρος, επικεφαλής του παγκόσμιου προγράμματος ανάπτυξης του τμήματος καρκίνου του γαστρεντερικού και ουρογεννητικού συστήματος της Bristol Myers Squibb. «Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα προόδου για αυτόν τον πληθυσμό ασθενών, που ενισχύει τον στόχο μας να αναπτύσσουμε και να παρέχουμε νέες επιλογές σε ασθενείς με μορφές καρκίνου που είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Εκφράζουμε την ειλικρινή μας ευγνωμοσύνη στους ασθενείς, στις οικογένειές τους, στους ερευνητές και στο προσωπικό που συνέβαλαν σε αυτή τη σημαντική έρευνα».
Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βασίζεται σε αποτελέσματα από την κλινική μελέτη CheckMate -901 που μελετά το nivolumab σε συνδυασμό με σισπλατίνη και γεμσιταβίνη, τα οποία παρουσιάστηκαν στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ιατρικής Ογκολογίας (ESMO) το 2023. Στη μελέτη CheckMate -901, η θεραπεία με nivolumab σε συνδυασμό με σισπλατίνη και γεμσιταβίνη ακολουθούμενη από μονοθεραπεία με nivolumab κατέδειξε στατιστικά σημαντική και κλινικά ουσιαστική βελτίωση στα πρωτεύοντα καταληκτικά σημεία της συνολικής επιβίωσης (OS) και της επιβίωσης χωρίς εξέλιξη της νόσου (PFS) σε σύγκριση με χημειοθεραπεία μόνο, σύμφωνα με την αξιολόγηση της τυφλοποιημένης ανεξάρτητης κεντρικής επανεξέτασης (BICR). Το προφίλ ασφάλειας ήταν αντίστοιχο με το γνωστό προφίλ ασφάλειας των επιμέρους συστατικών του θεραπευτικού σχήματος. Δεν εντοπίστηκαν νέα συμβάντα ασφάλειας.
Αυτή η έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το nivolumab σε συνδυασμό με σισπλατίνη και γεμσιταβίνη για την πρώτης γραμμής θεραπεία ενήλικων ασθενών με μη εγχειρήσιμο ή μεταστατικό ουροθηλιακό καρκίνωμα έχει ισχύ στα 27 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και στην Ισλανδία, στο Λιχτενστάιν και στη Νορβηγία. Η έγκριση του nivolumab σε συνδυασμό με σισπλατίνη και γεμσιταβίνη, με βάση τα αποτελέσματα από την κλινική μελέτη CheckMate -901, υποστηρίζει περαιτέρω την προηγούμενη έγκριση του nivolumab από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την επικουρική θεραπεία ενηλίκων με μυοδιηθητικό ουροθηλιακό καρκίνωμα με έκφραση του PD-L1 στα καρκινικά κύτταρα ≥1%, οι οποίοι διατρέχουν υψηλό κίνδυνο υποτροπής μετά από ριζική εκτομή. Πέρα από τη συγκεκριμένη εγκεκριμένη ένδειξη για το ουροθηλιακό καρκίνωμα, θεραπευτικές επιλογές με βάση το nivolumab έχουν επίσης εγκριθεί για τη θεραπεία 10 διαφορετικών τύπων καρκίνου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στους οποίους περιλαμβάνονται: ο μη μικροκυτταρικός καρκίνος του πνεύμονα, το μελάνωμα, το καρκίνωμα του οισοφάγου εκ πλακωδών κυττάρων, το αδενοκαρκίνωμα του στομάχου, της γαστροοισοφαγικής συμβολής ή του οισοφάγου, ο καρκίνος του οισοφάγου ή της γαστροοισοφαγικής συμβολής, ο ορθοκολικός καρκίνος, το μεσοθηλίωμα, το νεφροκυτταρικό καρκίνωμα, το καρκίνωμα του οισοφάγου εκ πλακωδών κυττάρων και ο καρκίνος της κεφαλής και του τραχήλου εκ πλακωδών κυττάρων.
Στοιχεία του προφίλ ασφάλειας από τη μελέτη CheckMate -901
Σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες εμφανίστηκαν στο 48% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με nivolumab σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία. Οι συχνότερες σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες
που αναφέρθηκαν στο ≥2% των ασθενών που έλαβαν nivolumab σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία ήταν λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος (4,9%), οξεία νεφρική βλάβη (4,3%), αναιμία (3%), πνευμονική εμβολή (2,6%), σηψαιμία (2,3%) και μείωση του αριθμού των αιμοπεταλίων (2,3%). Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες (που αναφέρθηκαν στο ≥20% των ασθενών) ήταν ναυτία, κόπωση, μυοσκελετικός πόνος, δυσκοιλιότητα, μειωμένη όρεξη, εξάνθημα, έμετος και περιφερική νευροπάθεια. Θανατηφόρες ανεπιθύμητες αντιδράσεις εμφανίστηκαν στο 3,6% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με nivolumab σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία· σε αυτές περιλαμβάνεται η σηψαιμία (1%). Η θεραπεία με nivolumab ή/και χημειοθεραπεία διακόπηκε στο 30% των ασθενών και καθυστέρησε στο 67% των ασθενών λόγω κάποιας ανεπιθύμητης ενέργειας.
Το ουροθηλιακό καρκίνωμα
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης είναι ο ένατος πιο συχνός τύπος καρκίνου στον κόσμο, με τουλάχιστον 600.000 νέα περιστατικά να διαγιγνώσκονται κάθε χρόνο. Το ουροθηλιακό καρκίνωμα, μια μορφή καρκίνου που συνήθως ξεκινά στα κύτταρα του εσωτερικού τοιχώματος της ουροδόχου κύστης, αντιπροσωπεύει περίπου το 90% των περιστατικών καρκίνου της ουροδόχου κύστης. Εκτός από την ουροδόχο κύστη, το ουροθηλιακό καρκίνωμα είναι δυνατόν να εμφανιστεί σε άλλα σημεία του ουροποιητικού συστήματος, όπως στους ουρητήρες και στη νεφρική πύελο. Η πλειονότητα των περιστατικών διαγιγνώσκεται σε πρώιμο στάδιο, ωστόσο η νόσος χαρακτηρίζεται από υψηλά ποσοστά υποτροπής και εξέλιξης.
Περίπου το 50% των ασθενών που υποβάλλονται σε ριζική εκτομή θα εμφανίσουν υποτροπή της νόσου, ιδιαίτερα τα πρώτα δύο έως τρία έτη μετά τη χειρουργική αφαίρεση της ουροδόχου κύστης ή του νεφρού. Για τους ασθενείς στους οποίους η νόσος επανεμφανίζεται ως μεταστατικός καρκίνος, η πρόγνωση είναι πτωχή, με διάμεση συνολική επιβίωση περίπου 12 έως 14 μηνών όταν αντιμετωπιστεί με συστηματική θεραπεία.