Η σχέση μεταξύ ανθρώπου και σκύλου είναι μοναδική, και μόνον όσοι την έχουν ζήσει, μπορούν να την κατανοήσουν. Ο σκύλος είναι το πλάσμα που προσπαθεί να αντιληφθεί σε βάθος τον άνθρωπό του.
Στην προσπάθειά του αυτή, να επικοινωνήσει μαζί μας, οφείλουμε να τον διευκολύνουμε, έτσι ώστε να συμβιώσουμε αρμονικά μαζί του. Οφείλουμε να μάθουμε τη γλώσσα του σώματός του, όπως εκείνος προσπαθεί, καθημερινά και ανελλιπώς, να μας μάθει, παρατηρώντας μας. Για εκείνον, η επικοινωνία μαζί μας είναι διακαής επιθυμία.
Κι εμείς, πρέπει να καταλάβουμε πόσο σημαντικός είναι ο ήπιος τόνος της φωνής μας, για τη μεταξύ μας συνεννόηση, αλλά και για τη ψυχική του υγεία. Ο θετικός εκπαιδευτής σκύλων, Σωτήρης Κοντάκος, μας εξηγεί.
«Τα σκυλιά είναι ξεχωριστά πλάσματα στο ζωικό βασίλειο. Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες σκύλων αισθάνονται ότι το σκυλί τους καταλαβαίνει κάθε λέξη, όπως και κάθε κίνηση.
Έρευνες, τις τελευταίες δύο δεκαετίες, δείχνουν ότι τα σκυλιά μπορούν πραγματικά να κατανοήσουν τον άνθρωπο με τρόπους που δεν μπορούν να το κάνουν άλλα είδη. Υπάρχουν πολλά ερευνητικά στοιχεία, που αποκαλύπτουν ότι ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνούμε με τα σκυλιά, διαφέρει από την επικοινωνία που αναπτύσσουμε μεταξύ μας.
Όταν απευθυνόμαστε στα σκυλιά, τείνουμε να μιλάμε με διαφορετικό τόνο: άλλοτε υψηλότερο και άλλοτε με πιο ήπιο. Επίσης, σύνθετες προτάσεις τις απλοποιούμε.
Αναφορικά με την εκπαίδευση του σκύλου, η φωνή είναι ένα σημαντικό εργαλείο, καθώς συνδέει κάθε σύνθημα με το εκάστοτε οπτικό σήμα. Στο παρελθόν, ωστόσο, ο παραδοσιακός τρόπος εκπαίδευσης χρησιμοποιούσε τη φωνή για εκφοβισμό και τρομοκρατία, λόγω της αντίληψης ότι κάθε κηδεμόνας θα πρέπει να επιβληθεί στον σκύλο του. Είναι ένας μύθος. Διότι είμαστε δυο διαφορετικά είδη στο ζωικό βασίλειο, και δεν μπορεί να επιβληθεί ο άνθρωπος στον σκύλο, ή ο σκύλος στον άνθρωπο.
Στη θετική εκπαίδευση δεν χρησιμοποιείται καμία μορφή βίας και εξαναγκασμού, ενώ απουσιάζουν φωνές εκφοβισμού, που στρεσάρουν και πανικοβάλλουν τον σκύλο. Η διαδικασία εκπαίδευσης με θετική προσέγγιση σέβεται τη φύση του σκύλου και δημιουργεί έναν δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στον σκύλο και τον κηδεμόνα του. H ένταση της φωνής είναι τέτοια, ώστε ο σκύλος να παραμένει ήρεμος και συγκεντρωμένος.
Ο σκύλος μπορεί να ξεχωρίσει την ένταση της φωνής, αλλά και τον τρόπο που απευθύνεται κάποιος σε εκείνον. Ο τόνος της φωνής είναι καίριος παράγοντας στη σχέση ανθρώπου – σκύλου, διότι μπορεί να επηρεάσει την ψυχολογία του σε σημαντικό βαθμό.
Συγκεκριμένα, μπορεί να του προκαλέσει φόβο και άγχος, αλλά και χαρά, ηρεμία και ασφάλεια, αν στο τόνο της φωνής διακρίνει την αγάπη που νοιώθει ο άνθρωπος γι’ αυτόν. Επιπλέον, κάθε σκύλος δύναται να ξεχωρίσει τη φωνή του κηδεμόνα του, ανάμεσα σε πάρα πολλές άλλες, και να τρέχει σε εκείνον έπειτα από κάθε κάλεσμα.
Σε αυτό το σημείο είναι ενδιαφέρον να αναφερθεί το ακουστικό φάσμα του σκύλου. Σημαντικοί παράγοντες είναι η ηλικία, αλλά και η φυλή του κάθε σκύλου. Κατά προσέγγιση, κυμαίνεται από τα 40hz έως τα 60.000hz, και είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από το ανθρώπινο. Αλλά, όπως στον άνθρωπο, έτσι και στον σκύλο, με το πέρασμα των ετών, σε μερικές φυλές η ακοή αρχίζει να εξασθενεί. Τα αυτιά των σκύλων ελέγχονται από 18 μύες, που τους δίνουν τη δυνατότητα να τα περιστρέφουν προς την πηγή του ήχου, έτσι ώστε να λαμβάνουν, όσο το δυνατόν, περισσότερο ήχο».