Το… ασήκωτο βάρος της δαπάνης που προκαλεί η παχυσαρκία στη δημόσια υγεία, το σύστημα υγείας αλλά και τους ασφαλιστικούς φορείς αποκαλύπτει μελέτη, η οποία παρουσιάστηκε χθες, στο πλαίσιο του ετήσιου Πανελληνίου Συνεδρίου για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές της Υγείας.
«Η Οικονομική Επιβάρυνση της Παχυσαρκίας σε 4 Χώρες της Νότιο-Ανατολικής Ευρώπης: Μελέτη μικροκοστολόγησης» όπως ήταν το θέμα της, παρουσιάστηκε από τον καθηγητή Οικονομικών της Υγείας και Οικονομικής Αξιολόγησης των Τεχνολογιών Υγείας, στο Τμήμα Πολιτικών Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, κ. Κώστα Αθανασάκη, ο οποίος ήταν και ο πρώτος υπογράφων τη μελέτη. Από την Ελλάδα συμμετείχε επίσης ο αναπληρωτής καθηγητής Παθολογίας – Μεταβολικών Νοσημάτων της Ιατρικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, στην Α’ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική του νοσοκομείου «Λαϊκό», κ. Αλέξανδρος Κόκκινος. Η μελέτη εκπονήθηκε από συνολικά 10 ειδικούς, με τους άλλους οκτώ να προέρχονται από την Τσεχία, την Ουγγαρία και τη Ρουμανία.
Η Χρόνια Νεφρική Νόσος (ΧΝΝ) και οι καρδιαγγειακές νόσοι αποδείχθηκαν οι πιο δαπανηρές σχετιζόμενες με την παχυσαρκία συννοσηρότητες (Obesity-related complications, ORC) στις τέσσερις προαναφερθείσες ευρωπαϊκές χώρες που βρέθηκαν στο μικροσκόπιο των ειδικών καθώς τα ποσοστά παχυσαρκίας στον πληθυσμό τους έχουν εκτοξευθεί πάνω από 20%. Η υπέρταση, το άσθμα και η υπερλιπιδαιμία ήταν οι λιγότερο κοστοβόρες ασθένειες, στη βάση πάντα της παχυσαρκίας, καταλαμβάνοντας το 1/10 έως 1/5 του συνολικού κόστους των πιο δαπανηρών επιπλοκών της.
«Η δημογραφική μεταβολή, με τον ρυθμό γήρανσης του πληθυσμού, σε συνδυασμό με τα χρόνια νοσήματα, αποτελούν μείζονες παράγοντες επιβάρυνσης του συστήματος υγείας στη χώρα μας. Η πολυνοσηρότητα, δε, αφορά όλες τις ηλικίες και όχι μόνο τους ηλικιωμένους, όπως λανθασμένα πιστεύεται. Ένας στους 3 ηλικίας άνω των 50 χρόνων στην Ελλάδα έχει διαγνωσμένο χρόνιο νόσημα, με την κατανομή να έχει ως εξής: 30% καρδιαγγειακό, 30% μεταβολικό, 17% ορθοπεδικό νόσημα. Η παχυσαρκία αποτελεί μια νόσο που συνδέεται αιτιωδώς με άλλες ασθένειες, κυρίως καρδιαγγειακές. Κάθε νόσος που προλαμβάνεται και ελέγχεται είναι κέρδος για όλους, για τα άτομα και το σύστημα. Εξοικονομούμε πόρους πολύτιμους για το σύστημα υγείας» ανέφερε χαρακτηριστικά κατά την εισαγωγική του τοποθέτηση ο κ. Αθανασάκης. Σημείωσε δε ότι η Ελλάδα ουσιαστικά διαθέτει 2,5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο για τη διαχείριση της παχυσαρκίας και των συννοσηροτήτων, ποσό ύψους 5δις ευρώ που θα μπορούσαμε να κερδίσουμε και να δώσουμε σε άλλα πεδία του συστήματος υγείας.
Το κόστος της παχυσαρκίας
Σύμφωνα με τη μελέτη για την οικονομική επιβάρυνση της παχυσαρκίας, η ετήσια δαπάνη για τη διαχείριση κάθε μιας συννοσηρότητας σχετιζόμενης με την παχυσαρκία υπερβαίνει κατ΄ άτομο τα 1.500 δολάρια, άλλως τα 1.377, 40 ευρώ. (Οι υπολογισμοί έγιναν σε δολάρια επειδή οι τέσσερις υπό μελέτη χώρες έχουν διαφορετικό νόμισμα). Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη μελέτη σε παρεμφερείς χώρες που αξιολογεί διεξοδικά το κόστος και την επιβάρυνση που σχετίζεται με τη διαχείριση των ORC σε μέσο επίπεδο μεμονωμένου ασθενή.
Η χρόνια νεφρική νόσος και οι καρδιαγγειακές παθήσεις, δηλαδή καρδιακή ανεπάρκεια, στηθάγχη και κολπική μαρμαρυγή, ήταν γενικά οι πιο δαπανηρές συννοσηρότητες σχετιζόμενες με την παχυσαρκία και στις τέσσερις χώρες. Οι δαπάνες υπαγορεύονται κυρίως από τη βαρύτητα της κάθε νόσου και την επακόλουθη αυξημένη χρήση πόρων, κυρίως για ενδονοσοκομειακή περίθαλψη.
Οι επιστήμονες σημειώνουν στη μελέτη πως τα ευρήματα επιβεβαιώνουν ότι ο υψηλός επιπολασμός της παχυσαρκίας και οι επιπλοκές της έχουν ως αποτέλεσμα σημαντική οικονομική επιβάρυνση, ενώ μπορεί να επιτευχθεί τεράστια εξοικονόμηση κόστους με την πρόληψη ή την καθυστέρηση της εμφάνισης της παχυσαρκίας. Υπογραμμίζουν ακόμη πως ένας ασθενής με παχυσαρκία είναι πολύ πιθανό να εμφανίσει περισσότερες από μία συννοσηρότητες κατά μέσο όρο στη ζωή του καθώς και ότι ενδέχεται να προκύψουν επιπλέον δαπάνες ή συνέργειες φροντίδας στην τελική επιβάρυνση.
Οι πιο «ακριβές» ασθένειες
Ωστόσο, οι διακυμάνσεις της οικονομικής επίπτωσης της παχυσαρκίας είναι μεγάλες από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα, τα παχύσαρκα άτομα με οποιοδήποτε συννοσηρότητα επιβαρύνθηκαν με άμεσο κόστος υγειονομικής περίθαλψης που κυμαίνεται από 979 έως 3.684 δολάρια, ή 899 έως 3.383 ευρώ στην Ουγγαρία, την ώρα που στην Ελλάδα το βαρύ οικονομικό αποτύπωμα της παχυσαρκίας και των συνοδών νοσημάτων υπολογίζεται από έως 1.540 έως 16.258 δολάρια, άλλως από 1.414 έως 14.929 ευρώ ετησίως.
Όπως είναι προφανές, η δαπάνη στην Ελλάδα είναι έως και τέσσερις φορές υψηλότερη σε σχέση με την αντίστοιχη στην Ουγγαρία. Μάλιστα, τόσο σε κάθε συννοσηρότητα όσο και γενικά στην αποτίμηση της παχυσαρκίας, δεν έχουν περιληφθεί προσωπικές πληρωμές και έμμεσες δαπάνες που σχετίζονται με απώλεια της παραγωγικότητας λόγω των συνοδών νοσημάτων της παχυσαρκίας.
Η υπέρταση, το άσθμα, και η υπερλιπιδαιμία ήταν οι λιγότερο δαπανηρές συννοσηρότητες, λόγω των απλούστερων αλγορίθμων θεραπείας αλλά και των λιγότερων απαιτήσεων για δαπανηρές υπηρεσίες ενδονοσοκομειακής και εξειδικευμένης φροντίδας.
Σε ό,τι αφορά τη Χρόνια Νεφρική Νόσο, η ετήσια δαπάνη που προκύπτει στην Ελλάδα είναι τουλάχιστον 3 φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη δαπάνη στην Ουγγαρία, στη Ρουμανία και στην Τσεχία, γεγονός που κατά τους συντάκτες της μελέτης αποδίδεται στο υψηλότερο κόστος των θεραπειών, των ανεπιθύμητων συμβάντων, και των επιπλοκών – και σχετίζεται με υψηλότερα ποσοστά χρήσης και δαπανών της ΜΕΘ.
Μεγάλη είναι η επιβάρυνση για το σύστημα υγείας για την καρδιακή ανεπάρκεια ως συνοδού νόσου της παχυσαρκίας: η ετήσια δαπάνη στην Ελλάδα είναι τουλάχιστον 2,5 φορές μεγαλύτερη από τη δαπάνη συγκριτικά με εκείνη στις άλλες 3 χώρες. Οι ειδικοί εξηγούν ότι οφείλεται στο υψηλότερο κόστος θεραπειών, επιπλοκών και ενδονοσοκομειακών διαδικασιών. Σχετίζεται επίσης με υψηλότερα ποσοστά συνταγογράφησης σύμφωνα με τις επιστημονικές κατευθυντήριες οδηγίες, με μεγαλύτερες δαπάνες ΜΕΘ και μεγαλύτερη χρήση πόρων.
Ο στόχος της μελέτης
Για να πραγματοποιήσουν την έρευνα, η οποία χρηματοδοτήθηκε από την εταιρία Novo Nordisk, οι δέκα επιστήμονες στις τέσσερις χώρες διενήργησαν όπως εξηγούν στη μελέτη «αναδρομική ανάλυση μικροκοστολόγησης από την οπτική του δημόσιου πληρωτή για να εκτιμηθούν όλες οι σταθερές και μεταβλητές δαπάνες περίθαλψης που προκύπτουν από τον μέσο ασθενή με νοσηρότητες σε κάθε χώρα. Η λεπτομερής χρήση πόρων υγειονομικής περίθαλψης και οι δαπάνες της μονάδας προέκυψαν από ειδικούς ιατρούς του τοπικού δημόσιου τομέα και έρευνες σε διοικητές νοσοκομείων, αντίστοιχα. Τα δεδομένα της έρευνας και τα αποτελέσματα της εκτίμησης δαπάνης επικυρώθηκαν από μία επιτροπή παρακολούθησης ειδικών, η οποία αποτελείται από τοπικούς ειδικούς ιατρούς από κάθε χώρα και έναν οικονομολόγο υγείας».
»Ποσοτικοποιώντας την επιβάρυνση της παχυσαρκίας στην υγεία από την οπτική της δημόσιας υγειονομικής περίθαλψης, η μελέτη μας έχει στόχο να υποστηρίξει τις προσπάθειες πολιτικών για εκπαίδευση και προαγωγή της υγείας στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας στην περιοχή» καταλήγουν οι συντάκτες της έρευνας.