Ο κακής ποιότητας ύπνος είναι χαρακτηριστικό των πασχόντων από νόσο Αλτσχάιμερ και μια νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο Science Translational Medicine αιτιολογεί το γιατί.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή Νευρολογίας και διευθυντή του πανεπιστημιακού Κέντρου Μελέτης του Ύπνου, Brendan Lucey, μελέτησαν 119 άτομα, 60 ετών και άνω. Το 80% δεν αντιμετώπιζε προβλήματα μνήμης, ενώ οι υπόλοιποι ανέφεραν ήπια προβλήματα μνήμης και σκέψης.
Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι συμμετέχοντες με λιγότερο βαθύ ύπνο (στάδιο απαραίτητο για την διατήρηση των αναμνήσεων και την ξεκούραση σώματος και πνεύματος) είχαν υψηλότερα επίπεδα της εγκεφαλικής πρωτεΐνης Ταυ.
Τα αυξημένα επίπεδα της πρωτεΐνης Ταυ είναι πιθανή ένδειξη νόσου Αλτσχάιμερ και έχουν επίσης συνδεθεί με εγκεφαλικές βλάβες και πνευματική εξασθένηση.
«Τα ευρήματα μας, μας δείχνουν ότι κακός ύπνος ειδικά στην τρίτη ηλικία μπορεί να είναι προειδοποίηση για την εξασθένηση της εγκεφαλικής υγείας. Παρατηρήσαμε την αντίστροφη σχέση μεταξύ λιγότερου βαθέως ύπνου και περισσότερης πρωτεΐνης Ταυ σε άτομα που είτε είχαν φυσιολογική γνωστικότητα, ή πολύ ήπια εξασθένηση. Αυτό σημαίνει ότι η μείωση του σταδίου βαθέος ύπνου μπορεί να είναι δείκτης μετάβασης μεταξύ φυσιολογικού και εξασθένησης», κατά τον Δρ. Lucey.
Και συμπληρώνει ότι η αξιολόγηση της ποιότητας του ύπνου των ηλικιωμένων μπορεί να είναι μια μη επεμβατική διαγνωστική μέθοδο για τη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ πριν καν εμφανιστούν τα προβλήματα μνήμης και σκέψης.
Αλλά σημειώνει ότι τα άτομα με αυξημένα επίπεδα Ταυ ουσιαστικά κοιμόντουσαν περισσότερο τη νύχτα και επίσης έπαιρναν σύντομους υπνάκους κατά την διάρκεια της ημέρας, αλλά ο ύπνος δεν ήταν ποιοτικός ώστε να ξεκουράζεται το μυαλό και το σώμα τους.