Οι νέες συνθήκες διαβίωσης και ο σύγχρονος τρόπος ζωής φέρνουν πολλά ζευγάρια αντιμέτωπα με την υπογονιμότητα. Πλέον με την ψήφιση και την εφαρμογή του νέου νομοσχεδίου για την αύξηση του ορίου ηλικίας από τα 50 στα 54 έτη για γυναίκες που επιθυμούν να τεκνοποιήσουν με εξωσωματική γονιμοποίηση, το όνειρο απόκτησης ενός παιδιού μπορεί να γίνει πραγματικότητα για όλα τα ζευγάρια… ακόμα και μετά την ηλικία των 50 ετών!
Η μέση ηλικία απόκτησης παιδιού στην Ελλάδα έχει αυξηθεί τα τελευταία 20 χρόνια, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ). Η αλλαγή του τρόπου ζωής, οι σπουδές και η ανάγκη για συνεχή κατάρτιση, η προσπάθεια για επαγγελματική καταξίωση και φυσικά, οι οικονομικές δυσκολίες και τα έξοδα για τη δημιουργία οικογένειας και την ανατροφή ενός παιδιού στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, αναγκάζουν πολλές γυναίκες, αλλά και άνδρες, να αναβάλλουν την τεκνοποίηση. Έτσι, αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός των γυναικών που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί μετά την ηλικία των 40, ακόμη και των 50 ετών.
Ο πιο σημαντικός παράγοντας υπογονιμότητας είναι η μεγάλη ηλικία της γυναίκας. Κάθε γυναίκα γεννιέται με συγκεκριμένο αριθμό ωαρίων στις ωοθήκες της. Σταδιακά, λοιπόν, και οδεύοντας προς την εμμηνόπαυση, ο αριθμός των ωαρίων μειώνεται και η ποιότητα τους επηρεάζεται σημαντικά. Με την πάροδο του χρόνου μειώνεται η πιθανότητα σύλληψης και αυξάνεται η πιθανότητα αποβολών και χρωμοσωμικών ανωμαλιών, όπως είναι το σύνδρομο Down. Η εμμηνόπαυση συμβαίνει κατά μέσο όρο στην ηλικία των 51 ετών και φαίνεται ότι καθορίζεται γενετικά. Επομένως, η γονιμότητα των γυναικών κοντά στην ηλικία των 50 ετών αμφισβητείται, καθώς φθίνουν δραματικά τα αποθέματα των ωοθηκών και η ποιότητα των ωαρίων.
Γυναίκες στην εμμηνόπαυση ή περι-εμμηνόπαυση μπορούν να υποβληθούν σε διαδικασία εξωσωματικής γονιμοποίησης, είτε με χρήση των δικών τους ωαρίων – με την προϋπόθεση ότι έχουν προνοήσει και έχουν πραγματοποιήσει διατήρηση γονιμότητας με κρυοσυντήρηση των ωαρίων τους σε μικρότερη ηλικία, είτε με τη χρήση ωαρίων νεότερης δότριας. Και στις δύο περιπτώσεις, η βιολογική ηλικία των ωαρίων είναι μικρή, η ποιότητά τους καλύτερη και έτσι αυξάνεται η πιθανότητα επιτυχίας της μεθόδου.
Μετά από εισήγηση της Εθνικής Αρχής Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΕΑΙΥΑ), με την ψήφιση και εφαρμογή του νόμου 4958/22, το ηλικιακό όριο για γυναίκες που επιθυμούν να υποβληθούν σε κάποια μέθοδο Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής αυξήθηκε στα 54 έτη. Προϋπόθεση για την εξωσωματική γονιμοποίηση σε αυτή την ηλικιακή ομάδα γυναικών είναι η χορήγηση ειδικής άδειας από την ΕΑΙΥΑ, αφού προσκομιστούν τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Εφόσον η συγκεκριμένη άδεια χορηγηθεί, έχει ισχύ για 1 έτος.
Κάθε Γυναικολόγος Αναπαραγωγής υποχρεούται να διασφαλίσει την καλή υγεία της υποψήφιας μητέρας άνω των 50 ετών, προκειμένου να αποφευχθούν επιπλοκές κατά τη διάρκεια της κύησης που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ίδια ή το έμβρυο. Στα απαραίτητα δικαιολογητικά συμπεριλαμβάνονται γνωμάτευση Γυναικολόγου, Καρδιολόγου ή Παθολόγου και Μαστολόγου που βεβαιώνουν ότι η υποψήφια μητέρα μπορεί με ασφάλεια να υποβληθεί σε διαδικασία Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής και να κυοφορήσει. Σε περίπτωση ιστορικού κάποιας νόσου, απαιτείται αντίστοιχη γνωμάτευση από τον ιατρό της αντίστοιχης ειδικότητας.
Κάθε κύηση σε γυναίκα άνω των 50 ετών θεωρείται κύηση υψηλού κινδύνου. Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, οι έγκυες άνω των 50 ετών διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση υπερτασικών διαταραχών της κύησης και προεκλαμψίας, σακχαρώδους διαβήτη, πρόωρου τοκετού και μεγάλη πιθανότητα για τοκετό με καισαρική τομή. Για το λόγο αυτό, απαιτείται πολύ στενή παρακολούθηση και ιδιαίτερη φροντίδα από το Γυναικολόγο σε όλη της διάρκεια της κύησης προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι επιπλοκές και να διασφαλιστεί η υγεία της μητέρας και του εμβρύου.
Στη Μονάδα Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής ΥΓΕΙΑ IVF Εμβρυογένεσις υπάρχει μεγάλη εμπειρία στη διαχείριση περιπτώσεων εξωσωματικής γονιμοποίησης σε γυναίκες άνω των 50 ετών. H στενή παρακολούθηση αυτών των κυήσεων και η εξατομικευμένη διαχείριση των περιστατικών διασφαλίζει στις περισσότερες περιπτώσεις τη βέλτιστη έκβαση.
Είναι πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός ότι η ελληνική νομοθεσία συντονίζεται πια με τη σύγχρονη κοινωνία και τους ρυθμούς της. Κάθε γυναίκα που μπορεί να έχει αναβάλλει την τεκνοποίηση για τους δικούς της λόγους, έχει δικαίωμα στη μητρότητα ακόμα και μετά τα 50 έτη, εφόσον η υγεία της το επιτρέπει. Η δημιουργία μιας σχέσης εμπιστοσύνης με το Γυναικολόγο Αναπαραγωγής είναι προϋπόθεση, ώστε κάθε γυναίκα να αισθανθεί ασφάλεια και σιγουριά σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.