Μια ομάδα νευροεπιστημόνων από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνια αναγνώρισε έναν νέο, εντυπωσιακό ρόλο που φαίνεται να διαδραματίζει η ορμόνη γκρελίνη. Η ορμόνη της πείνας ή της όρεξης, όπως αποκαλείται συχνά, έχει αναγνωρισθεί στο παρελθόν για τον μοναδικό της ρόλο στην αποστολή των σημάτων πείνας από το έντερο στον εγκέφαλο. Η γκρελίνη είναι μια μεταβολική ορμόνη που ενεργοποιεί το αίσθημα της πείνας, αυξάνει την πρόσληψη τροφής, προωθεί την αποθήκευση λίπους και απελευθερώνεται όταν αγχωνόμαστε. Στη γκρελίνη οφείλεται κατά ένα μέρος η επιθυμία για φαγητό όταν βρισκόμαστε σε μια ευαίσθητη ψυχολογική κατάσταση ή υπό πίεση.
Ωστόσο, όπως ειπώθηκε στην ετήσια συνάντηση της Εταιρίας Μελέτης Διατροφικής Συμπεριφοράς (Society for the Study of Ingestive Behavior), τα νέα αυτά ευρήματα υποδεικνύουν ότι μπορεί να είναι εξίσου σημαντική και στον έλεγχο της μνήμης.
Η γκρελίνη παράγεται στο στομάχι και εκκρίνεται κατά την προσμονή της τροφής, γι’αυτό και είναι γνωστό ότι αυξάνει την πείνα. «Για παράδειγμα, τα επίπεδα γκρελίνης θα ήταν υψηλά αν βρισκόσασταν σε ένα εστιατόριο, περιμένοντας για ένα γευστικό δείπνο», αναφέρει χαρακτηριστικά η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Elizabeth Davis. Όταν εκκρίνεται, η γκρελίνη δεσμεύεται από συγκεκριμένους υποδοχείς στο πνευμονογαστρικό νεύρο που επικοινωνεί διάφορα σήματα από το έντερο στον εγκέφαλο.
«Πρόσφατα, λοιπόν, ανακαλύψαμε ότι εκτός του ότι επηρεάζει την ποσότητα του φαγητού που καταναλώνει κανείς κατά τη διάρκεια ενός γεύματος, το νεύρο αυτό επηρεάζει επίσης και τη λειτουργία της μνήμης», σχολιάζει με τη σειρά του ο Scott Kanoski, βασικός συγγραφέας της μελέτης. Η ομάδα διατύπωσε τη θεωρία ότι γκρελίνη αποτελεί ένα μόριο-κλειδί που βοηθά το πνευμονογαστρικό νεύρο να προωθήσει τη λειτουργία της μνήμης.
Χρησιμοποιώντας μια προσέγγιση που ονομάζεται «παρέμβαση RNA» για να μειώσουν την ποσότητα των υποδοχέων γκρελίνης, οι ερευνητές εμπόδισαν τη σηματοδότηση της ορμόνης στο πνευμονογαστρικό νεύρο ορισμένων πειραματόζωων. Όταν στα ποντίκια δόθηκαν μια σειρά από δοκιμασίες για τη μνήμη, εκείνα με τη μειωμένη σηματοδότηση γκρελίνης στο πνευμονογαστρικό νεύρο παρουσίασαν βλάβες στη δοκιμασία της επεισοδιακής μνήμης, ένα είδος μνήμης που περιλαμβάνει την ανάμνηση του περιεχομένου, του χρόνου και του τόπου πού συνέβη κάτι, όπως όταν κανείς θυμάται την πρώτη του μέρα στο σχολείο. Για τα ποντίκια, αυτή η διαδικασία απαιτούσε να θυμούνται ένα συγκεκριμένο αντικείμενο σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία.
Η ομάδα διερεύνησε, επίσης, το αν η σηματοδότηση γκρελίνης στο πνευμονογαστρικό νεύρο επηρεάζει την τροφική συμπεριφορά, διαπιστώνοντας ότι όταν το νεύρο δεν μπορούσε να λάβει τη σηματοδότηση της γκρελίνης, τα ζώα έτρωγαν μεν συχνότερα, αλλά κατανάλωναν μικρότερες ποσότητες σε κάθε γεύμα.
Η Δρ. Davis, μάλιστα, πιστεύει ότι τα αποτελέσματα αυτά σχετίζονται με τα προβλήματα στην επεισοδιακή μνήμη. «Η απόφαση αν θα φάμε ή όχι επηρεάζεται από την ανάμνηση του προηγούμενου γεύματος. Η σηματοδότηση της γκρελίνης στο πνευμονογαστρικό νεύρο μπορεί να αποτελεί ένα κοινό μοριακό σύνδεσμο μεταξύ της ανάμνησης ενός προηγούμενου γεύματος και των σημάτων της πείνας που παράγονται κατά την προσμονή του επόμενου», σχολιάζει σχετικά.
Τα πρωτότυπα αυτά ευρήματα έρχονται να προσθέσουν στοιχεία στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο παράγονται οι επεισοδιακές αναμνήσεις, όπως και στη σχέση μεταξύ της μνήμης και της τροφικής συμπεριφοράς. Στο μέλλον οι ερευνητές ενδεχομένως να μπορούν να αναπτύξουν στρατηγικές για τη βελτίωση της ικανότητας μνήμης στους ανθρώπους, μέσω της διαχείρισης της σηματοδότησης της γκρελίνης από το έντερο στον εγκέφαλο.