Είναι γνωστό ότι το ελαιόλαδο είναι ένα προϊόν με πολλά και σημαντικά οφέλη για την υγεία. Νέα έρευνα, όμως, αποκαλύπτει ότι ο άνθρωπος μπορεί να αρχίσει να απολαμβάνει αυτά τα οφέλη… πριν ακόμη γεννηθεί!
Ειδικότερα, μελέτη που διεξήχθη από ομάδα της Σχολής Φαρμακευτικής και Επιστημών Τροφίμων του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, του Ινστιτούτου Έρευνας για τη Διατροφή και την Ασφάλεια των Τροφίμων (INSA-UB) και του Κέντρου Βιοϊατρικής Έρευνας για τη Φυσιοπαθολογία της Παχυσαρκίας και της Διατροφής (CIBEROBN), με επικεφαλής τις Maria J. Rodríguez-Lagunas και Anna Vallverdú-Quealt, αποκάλυψε ότι η κατανάλωση έξτρα παρθένου ελαιολάδου αυξάνει το επίπεδο των φαινολικών ενώσεων στο μητρικό γάλα, με αποτέλεσμα να μεταφέρονται έτσι και στους απογόνους.
Τα αποτελέσματα της έρευνας, που διεξήχθη σε αρουραίους και αποτελεί μέρος ενός προγράμματος Εσωτερικής Προώθησης Έρευνας (FRI) μεταξύ νέων ερευνητών του INSA-UB, δημοσιεύτηκαν στο Food Chemistry.
Τα συμπεράσματα υποστηρίζουν, συγκεκριμένα, ότι μια διατροφή πλούσια σε παρθένο ελαιόλαδο μπορεί να τροποποιήσει ή ακόμη και να αυξήσει την περιεκτικότητα αυτών των βιοδραστικών ενώσεων στο μητρικό γάλα, με τα οφέλη να φτάνουν πιθανώς και στο βρέφος.
Όπως είναι γνωστό, το μητρικό γάλα είναι πολύτιμη τροφή για τα βρέφη, αφού περιέχει μοναδικά θρεπτικά συστατικά και βιοενεργούς παράγοντες, όπως ορμόνες, αντισώματα, μικροοργανισμούς, βλαστοκύτταρα και άλλα. Επιπλέον, παρέχει πολλά βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα οφέλη τόσο για τη μητέρα, όσο και για το βρέφος, μεταξύ των οποίων είναι η μείωση της συχνότητας των λοιμώξεων και του κινδύνου εμφάνισης μεταβολικών ασθενειών στο μέλλον.
Στη μεσογειακή διατροφή, το παρθένο ελαιόλαδο αντιπροσωπεύει την κύρια πηγή λίπους. Ωστόσο, μέχρι σήμερα παρέμενε άγνωστο αν οι φαινολικές ενώσεις του μπορούσαν να περάσουν στο μητρικό γάλα και να είναι διαθέσιμες και στο βρέφος.
Οι ερευνητές χορηγούσαν παρθένο ελαιόλαδο σε αρουραίους που κυοφορούσαν για 6 εβδομάδες και στη συνέχεια ανέλυσαν τα βιολογικά δείγματα τόσο αυτών, όσο και των απογόνων τους, με στόχο να αξιολογήσουν ποιοτικά και ποσοτικά τα επίπεδα των φαινολικών ενώσεων και των παραγώγων τους.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι φαινολικές ενώσεις που προέρχονται από τη διατροφή, και ειδικά από το παρθένο ελαιόλαδο, φτάνουν στη συστηματική κυκλοφορία των μητέρων, αλλά και στο μητρικό γάλα. Εντύπωση, μάλιστα, προκάλεσε το γεγονός ότι ορισμένες από τις φαινολικές ενώσεις και οι μεταβολίτες τους ανιχνεύθηκαν σε υψηλότερες συγκεντρώσεις στο πλάσμα των απογόνων απ’ ότι στο πλάσμα των μητέρων.
«Μέχρι σήμερα, αρκετές μελέτες είχαν περιγράψει ότι η σύνθεση του μητρικού γάλακτος μπορεί να επηρεαστεί από βιολογικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες στους οποίους εκτίθεται η μητέρα, όπως η διατροφή της. Επομένως, οι διατροφικές παρεμβάσεις κατά την εγκυμοσύνη και την περίοδο του θηλασμού μπορεί να έχουν αντίκτυπο στην ποιότητα του μητρικού γάλακτος και, κατά συνέπεια, στην υγεία του βρέφους. Τα ευρήματά μας ρίχνουν περισσότερο φως στη σημασία της διατροφής της μητέρας κατά την εγκυμοσύνη και θέτουν τα θεμέλια για μελλοντικές μελέτες αναφορικά με την επίδραση των φαινολικών ενώσεων στην υγεία της μητέρας, αλλά και του βρέφους», γράφουν οι συγγραφείς.
Διαβάστε ακόμη
Εγκυμοσύνη: Το τρόφιμο – θησαυρός για τη μητέρα και το μωρό