Ένα μεγάλο, άδειο κρεβάτι, στο οποίο δεν υπάρχει κανείς να στριφογυρίζει, να ροχαλίζει και γενικότερα να προκαλεί φασαρία ή αναστάτωση μοιάζει ιδανικό για να εξασφαλίσουμε έναν ήσυχο και άνετο ύπνο. Ή μήπως όχι;
Πολλοί μπορεί να είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι κοιμάται καλύτερα όποιος κοιμάται μόνος του και ξυπνά πιο ξεκούραστος και αναζωογονημένος σε σύγκριση με κάποιον που μοιράζεται το κρεβάτι με έναν συγκάτοικο και ενδέχεται να διαταράσσει με την παρουσία του τον ύπνο του διπλανού του.
Ωστόσο, μια νέα μελέτη έρχεται να διαψεύσει αυτή την υπόθεση, αφού υποστηρίζει ότι οι ενήλικες που μοιράζονται το κρεβάτι τους με κάποιον σύντροφο αντιμετωπίζουν λιγότερα προβλήματα αϋπνίας και κούρασης, ενώ κοιμούνται περισσότερο και πιο ποιοτικά. Η ίδια έρευνα υποστηρίζει, επιπλέον, ότι όσοι κοιμούνται με κάποιον άλλο δηλώνουν συνήθως πιο ικανοποιημένοι με τη ζωή και τη σχέση τους, ενώ αντιμετωπίζουν λιγότερο στρες, άγχος και κατάθλιψη.
Τα νέα επιστημονικά ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο Sleep, ενώ παρουσιάστηκαν και σε μια συνάντηση των Associated Professional Sleep Societies, στο Charlotte. Στα πλαίσια της μελέτης, οι ερευνητές ανέλυσαν τα στοιχεία 1.007 νεαρών ενηλίκων στην Πενσυλβάνια.
«Παρ’ ότι μπορεί να κοιμάστε δίπλα σε κάποιον που ροχαλίζει ή στριφογυρίζει στο κρεβάτι, το αποτέλεσμα τελικά είναι πολύ ωφέλιμο», σχολιάζει ο Michael Grandner, διευθυντής του προγράμματος έρευνας για τον Ύπνο και την Υγεία στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα και κύριος συγγραφέας της μελέτης.
«Έχει επίσης ενδιαφέρον ότι το ποιος κοιμάται δίπλα μας παίζει ρόλο, καθώς όταν ρωτήσαμε τους συμμετέχοντες για την περίπτωση να κοιμούνται με παιδιά, οι απαντήσεις ήταν πολύ διαφορετικές», τόνισε. Πιο συγκεκριμένα, όσοι κοιμούνταν με το παιδί τους τα περισσότερα βράδια, ανέφεραν περισσότερη αϋπνία, στρες και η διάθεσή τους ήταν χειρότερη την επόμενη ημέρα.
«Αυτό ίσως συμβαίνει γιατί αν το παιδί κοιμάται με τον ενήλικα, συνήθως σημαίνει ότι γενικότερα η κατάσταση στο σπίτι είναι στρεσογόνα. Ή μήπως συμβαίνει επειδή τα παιδιά είναι πιο υπερκινητικά και ενδέχεται να κλωτσάνε; Ποιος ξέρει;», διερωτάται ο δρ.Grandner.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα των ερευνητών, οι άνθρωποι που κοιμούνται με τον ενήλικα σύντροφό τους κοιμούνται πιο εύκολα και πιο πολύ. Από την άλλη, όσοι κοιμούνται με το παιδί τους είχαν περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από αϋπνία και να δυσκολεύονται να ελέγξουν τον ύπνο τους.
Τα νέα επιστημονικά ευρήματα έρχονται σε αντίθεση με τα συμπεράσματα μιας εργαστηριακής μελέτης, που υποστήριξε ότι οι άνθρωποι που κοιμούνταν με κάποιον άλλο έκαναν πιο ελαφρύ ύπνο και ότι οι κινήσεις του συντρόφου έτειναν να «ξυπνούν» τον εγκέφαλο. «Παρ’ όλα αυτά, όταν ρωτούσες αυτούς τους ανθρώπους, ένιωθαν καλύτερα που κάποιος κοιμόταν δίπλα τους», διευκρίνισε ο δρ. Grandner και συνέχισε λέγοντας «Κι αυτό ήταν σημαντικότερο από τις επιμέρους λεπτομέρειες».
Φυσικά, τα νέα ευρήματα στηρίζονται σε υποθετικά αίτια, ωστόσο ο δρ. Grandner πιστεύει ότι η ρίζα των συμπερασμάτων αυτών είναι η αίσθηση της ασφάλειας ή ακόμη η ανάγκη για κοινωνικοποίηση.
Ιστορικά, οι άνθρωποι πάντοτε επέλεγαν να κοιμούνται σε ζευγάρια ή μικρές ομάδες, επομένως είναι πιθανό η αίσθηση της ασφάλειας να είναι αυτή που κυριαρχεί και κάνει τους ανθρώπους να χαλάρωνουν πιο εύκολα, σε μια κατάσταση που θεωρούνται πιο τρωτοί και ευάλωτοι, όπως είναι ο ύπνος. «Αυτό δεν είναι αποδεδειγμένο, αλλά είναι μια ιδέα», εξηγεί ο δρ. Grandner.
Φυσικά, όλα αυτά εξαρτώνται και μεμονωμένα από τον κάθε άνθρωπο. Αν ένας σύντροφος μας προκαλεί στρες, ίσως νιώθουμε πιο άβολα να κοιμηθούμε μαζί του. «Είναι δύσκολο να ξεκαθαριστεί σε μια μελέτη όπως αυτή, αλλά τουλάχιστον αυτή η μελέτη δείχνει ότι υπάρχει μια σύνδεση», είπε ο Grandner.
Σύμφωνος με τα ευρήματα είναι και ο δρ. Rafael Pelayo, κλινικός καθηγητής στην Ιατρική Ύπνου στο Πανεπιστήμιο Stanford της Καλιφόρνια, ο οποίος υποστήριξε ότι τα συμπεράσματα ταιριάζουν με τις δικές του παρατηρήσεις.
Ο δρ. Pelayo διευκρίνισε, επιπλέον, ότι στην πραγματικότητα κανείς δεν κοιμάται αδιάκοπα όλη τη νύχτα. Αντιθέτως, όπως είπε, οι άνθρωποι τείνουν να ξυπνούν πολύ συχνά, περίπου ανά 90 λεπτά, καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας.
Ο ύπνος είναι μια συμπεριφορά που μαθαίνεται, υποστήριξε ο δρ. Pelayo, εξηγώντας ότι αυτός είναι και ο λόγος που τα ζευγάρια επιλέγουν συνήθως μια πλευρά του κρεβατιού και δεν την αλλάζουν. Επίσης, μεταξύ ενός ζευγαριού, συνήθως ο ένας κοιμάται ελαφριά και ο άλλος πιο βαθιά. Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι σημαντικό δύο άνθρωποι να είναι συμβατοί και στον ύπνο και όχι μόνο όταν είναι ξύπνιοι.
Ο ύπνος είναι μια εμπειρία που απαιτεί οικειότητα, καθώς οι άνθρωποι καλούνται να ρίξουν τις άμυνές τους και να χαλαρώσουν.
«Με το πέρασμα του χρόνου και όσο δύο άνθρωποι χτίζουν την εμπιστοσύνη μεταξύ τους, τόσο πιο καλά θα κοιμούνται μαζί», λέει ο δρ. Pelayo και συμπληρώνει: «Είναι, άλλωστε, πολλοί εκείνοι που δηλώνουν ότι δεν κοιμούνται καλά όταν λείπει ο σύντροφός τους».
Ο δρ. Grandner υποστηρίζει ότι η μελλοντική έρευνα θα μπορούσε να διερευνήσει εάν οι άνθρωποι κοιμούνται καλύτερα ή χειρότερα στην περίπτωση που μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο, αλλά όχι το ίδιο κρεβάτι. Υπάρχει, άλλωστε, και μια αναπτυσσόμενη τάση, με τους ανθρώπους να αγοράζουν και να ενώνουν δύο μονά κρεβάτια, αντί να αγοράζουν ένα διπλό, καθώς έτσι επηρεάζονται λιγότερο από τις κινήσεις του διπλανού τους.
«Πρέπει απλώς να κατανοήσουμε πώς να χρησιμοποιήσουμε αυτές τις πληροφορίες για να κάνουμε ουσιαστικές αλλαγές, που θα βελτιώσουν τη ζωή των ανθρώπων», κατέληξε.
Διαβάστε ακόμη:
Ύπνος: 7 στους 10 επιλέγουν να κοιμούνται με αυτό τον τρόπο και είναι κερδισμένοι
Περνούν 15′ και δεν έχετε κοιμηθεί; 7 τρόποι για να σας πάρει ο ύπνος
Βαθύς ύπνος: Πέντε τρόποι να κοιμόμαστε βαθιά κάθε βράδυ