Για τους περισσότερους από εμάς, η συνήθης εικόνα της κατάθλιψης περιλαμβάνει την εμφάνιση κλινοφιλίας, κοινωνικής απόσυρσης, θλίψης, ανηδονίας, χαμηλής ενέργειας και έλλειψης ενθουσιασμού για πράγματα που μέχρι πρότινος έφερναν ευχαρίστηση στο άτομο.
Η κατάθλιψη ωστόσο πολλές φορές επιφέρει διαφορετική φαινομενολογία, η οποία δεν είναι διακριτή όχι μόνο από τους μη-ειδήμονες αλλά και από πολλούς επαγγελματίες ψυχικής υγείας.
Η κατάθλιψη είναι ένα σύνθετο φαινόμενο, το οποίο πολλές φορές μπορεί να φέρει διάφορες μορφές, η έκφραση της οποίας μπορεί να διαφέρει σημαντικά ανάλογα με το χαρακτηρολογικό και ιδιοσυστασιακό υπόβαθρο του κάθε ανθρώπου αλλά κυρίως να αποκλίνει σημαντικά από το στερεότυπο της θλίψης και της χαμηλής διάθεσης. Εάν παραμείνει χωρίς θεραπεία, μπορεί να οδηγήσει σε αυτοβλαπτικές συμπεριφορές, απώλεια εργασίας ή ακόμη και κατάρρευση των προσωπικών σχέσεων του πάσχοντα.
Υπάρχουν ωστόσο και άλλες μορφές κατάθλιψης, οι οποίες είναι πολύ πιο δύσκολο να ανιχνευθούν, πόσο μάλλον τα άτομα που υποφέρουν από αυτή να λάβουν την κατάλληλη βοήθεια. Η κατάθλιψη υψηλής λειτουργικότητας (αλλιώς γνωστή ως επίμονη καταθλιπτική διαταραχή σύμφωνα με το National Institute of Mental Health- NIMH) συνιστά μια μορφή κατάθλιψης στην οποία τα συμπτώματα είναι λιγότερο έντονα και λιγότερο ορατά αλλά περισσότερο χρόνια από ότι στην κλασσική κατάθλιψη, ενώ οι σαφείς αιτίες δεν μπορούν εύκολα να οριστούν.
Διαγνωστικά, τα συμπτώματα χρειάζεται να είναι παρόντα για τουλάχιστον δυο χρόνια (σε αντίθεση με το καταθλιπτικό επεισόδιο όπου γίνεται λόγος για συμπτώματα διάρκειας τουλάχιστον δυο εβδομάδων). Η κατάθλιψη υψηλής λειτουργικότητας συνήθως δεν προκαλεί την ίδια απώλεια λειτουργικότητας και παράλυσης που απαντάται στην κλασσική κατάθλιψη. Αντίθετα, τα άτομα που επηρεάζονται από αυτήν συχνά είναι ικανά να διατηρούν τους ρυθμούς της καθημερινότητάς τους κανονικά, να είναι λειτουργικά στην εργασία και τις άλλες ασχολίες τους ακόμη και να επιδίδονται σε αυτές με μια υπερδραστηριότητα και υπερ-λειτουργικότητα χωρίς καμία ένδειξη θλίψης ή απώλεια ενέργειας. Κάτω από αυτήν την πρόσοψη κανονικότητας ωστόσο, τα άτομα με λειτουργική κατάθλιψη λειτουργούν μηχανικά, μουδιασμένα, με απάθεια και χωρίς καμία ευχαρίστηση ή ικανοποίηση παρά την φυσιολογικότητα στην λειτουργικότητά τους. Ακριβώς εξαιτίας της λειτουργικότητας τους στην καθημερινή ζωή και επειδή είναι ικανά να κρύβουν την υποβόσκουσα κατάθλιψη τους, η οποία συχνά δεν είναι συνειδητή ούτε στα ίδια, τα άτομα αυτά υποφέρουν σιωπηλά και δεν αναζητούν την κατάλληλη ψυχολογική ή φαρμακευτική βοήθεια με αποτέλεσμα την αύξηση της αίσθησης απόγνωσης και απομόνωσης, τα οποία με τη σειρά τους αυξάνουν το ρίσκο για αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές ή ακόμη και το ρίσκο αυτοκτονικότητας.
Η προσωπικότητα των ατόμων που είναι επιρρεπή στην κατάθλιψη υψηλής λειτουργικότητας πολλές φορές τα οδηγεί στο να διαψεύδουν, να απωθούν ή να μονώνουν τα συναισθήματά τους ενώ άλλα χαρακτηρίζονται από τελειομανία και μια βαθιά ανάγκη να ζουν σύμφωνα με τις προσδοκίες των άλλων (για παράδειγμα στο οικογενειακό η επαγγελματικό περιβάλλον). Άλλοι μπορεί να χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά αυτό-επίκρισης, ενοχής και αυτό-μομφής με μια τάση να απορρίπτουν την θετική ανατροφοδότηση για την συνήθως υψηλής ποιότητας εργασία τους ενώ αντίθετα κάποιοι μπορεί να χαρακτηρίζονται από τους άλλους ως απαθείς και τεμπέληδες.
Πολλά άτομα με υψηλής λειτουργικότητας κατάθλιψη στρέφονται στην κατάχρηση ουσιών, αλκοόλ και φαγητού ενώ δεν είναι ασυνήθιστο να προβαίνουν σε υπερβολική πλην όμως καταναγκαστική κατανάλωση υλικών αγαθών (ψώνια) ή/και σωματικής άσκησης σε μια απόπειρα να ρυθμίσουν, συνήθως ασυνείδητα, το υποβόσκον καταθλιπτικό τους συναίσθημα. Κυρίως, τα άτομα με αυτή τη διαταραχή ίσως δυσκολεύονται να παραδεχτούν ότι χρειάζονται βοήθεια με αποτέλεσμα να συσσωρεύουν την εσωτερική τους ένταση έως ότου αυτή φτάσει σε ακραία σημεία, συνήθως με αφορμή κάποιο εξωτερικό ψυχοπιεστικό γεγονός. Εξίσου δύσκολο συχνά είναι και για τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας να ανιχνεύσουν την λειτουργική κατάθλιψη, τόσο εξαιτίας της κλινικής εικόνας όσο και των χαρακτηρολογικών στοιχείων που παρουσιάζουν οι πάσχοντες. Δυστυχώς, όσο η λειτουργικότητά και η αποδοτικότητά στην εργασία παραμένει ανεπηρέαστη, τόσο δυσκολότερη είναι η ανίχνευση της κατάθλιψης, με αποτέλεσμα το άτομο να φτάνει συχνά σε οριακά σημεία προτού είτε αναζητήσει το ίδιο βοήθεια, είτε οι επαγγελματίες υγείας να έχουν την δυνατότητα να προβούν στην κατάλληλη θεραπευτική παρέμβαση.
Το κάθε άτομο μπορεί να βιώνει την λειτουργική κατάθλιψη με διαφορετικό και υποκειμενικό τρόπο, ωστόσο κάποια συνήθη συμπτώματα της λειτουργικής κατάθλιψης, τα οποία οφείλουν να έχουν υπόψιν τόσο οι πάσχοντες όσο και οι επαγγελματίες περιλαμβάνουν τα παρακάτω:
-Μειωμένη ή αυξημένη όρεξη και κατανάλωση τροφής και αυξομείωση βάρους χωρίς συνειδητή προσπάθεια από το άτομο
-Αϋπνία ή υπερυπνία
-Χρόνια μειωμένα επίπεδα ενέργειας ή υπερδιέγερση
-Χαμηλή αυτοεκτίμηση ακόμη και όταν υπάρχουν αντικειμενικά επιτεύγματα και επιτυχίες στην ζωή του ατόμου
-Δυσκολία στην συγκέντρωση ή δυσκολία στην λήψη αποφάσεων
-Αίσθημα θλίψης, απαισιοδοξίας για το μέλλον, απάθειας, απόγνωσης και αυτό-μομφής
-Κρίσεις κλάματος απουσία κάποιου σαφούς ερεθίσματος
-Ικανοποιητική ή/και υψηλή λειτουργικότητά στην εργασία ή τις σπουδές, παρόλο που το άτομο μπορεί να δυσκολεύεται να νιώσει ‘φυσιολογικό’ σε σχέση με τους ομότιμούς του
-Τάση για χρήση αλκοόλ η άλλων ουσιών με σκοπό την ρύθμιση της διάθεσης.
Τα άτομα που βιώνουν κάποια από τα παραπάνω θα ήταν σκόπιμο να αναζητήσουν βοήθεια από κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας, προκειμένου να διαφοροποιηθεί εάν πάσχουν από λειτουργική κατάθλιψη ή από κάποια άλλη ψυχική διαταραχή. Πολλές φορές οι πάσχοντες μπορεί να πιστεύουν πως δεν υπάρχει λύση για τις δυσκολίες αυτές ή ότι οποιαδήποτε ανακούφιση δεν είναι παρά μόνο παροδική. Αυτό δυστυχώς είναι και η παγίδα της διαταραχής αυτής που συχνά διαιωνίζει την μη- αναζήτηση βοήθειας αλλά αυτό είναι και το μεγαλύτερο στοίχημα ως προς την ενημέρωση, την πρόληψη και την θεραπεία της λειτουργικής κατάθλιψης από την πλευρά των επαγγελματιών υγείας.