Σε μία ιστορική αλλαγή σελίδας αναφορικά με τη διαχείριση της Covid 19 φαίνεται ότι ετοιμάζεται να προχωρήσει τις επόμενες μέρες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σύμφωνα με αποκαλύπτικό δημοσίευμα του πρακτορείου Reuters το οποίο επικαλείται σχετικό προσχέδιο εγγράφου η Ε.Ε τις επόμενες μέρες πρόκειται να ανακοινώσει ότι έχει μπει σε μία νέα φάση από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που είχε εισέλθει από τις αρχές του 2020.
Πλέον κυρίαρχο ρόλο θα παίζει το στοχευμένο testing για την ανίχνευση του SARS-CoV-2 ενώ η αντιμετώπισή του θα είναι παρόμοια με την παρακολούθηση του ιού της γρίπης.
Το συγκεκριμένο πλάνο πρόκειται να τεθεί σε εφαρμογή την ώρα που παρατηρείται σταδιακή πτώση των κρουσμάτων καθώς και μείωση του αριθμού των θανάτων που οφείλεται τόσο στην επικράτηση της Όμικρον όσο και στον εμβολιασμό του 70% και πλέον του πληθυσμού της Ε.Ε – το μισό ποσοστό έχει λάβει ενισχυτική δόση).
Την ίδια ώρα η Κομισιόν δεν έχει σχολιάσει το εν λόγω δημοσίευμα, ενώ από την πλευρά του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας που είναι υπεύθυνος για την κήρυξη μιας πανδημίας αλλά και το τέλος της δεν έχει λάβει καμία τέτοια απόφαση επισημαίνοντας παράλληλα ότι η πανδημία δεν έχει τελείωσει.
Το περιεχόμενο του εγγράφου
Όπως επισημαίνει το Reuters το έγγραφο της Κομισιόν δεν είναι δεσμευτικό ενώ συνοδεύεται από σαφείς προειδοποιήσεις ότι «ο COVID-19 ήρθε για να μείνει», πιθανότατα με την εμφάνιση νέων παραλλαγών, και ως εκ τούτου «η επαγρύπνηση και η ετοιμότητα παραμένουν απαραίτητες».
Το προσχέδιο ετοίμασε η Επίτροπος Υγείας Στέλλα Κυριακίδου και πρόκειται να εγκριθεί την Τετάρτη. Ακόμη το έγγραφο προειδοποιεί ότι είναι πιθανές νέες αυξήσεις στα κρούσματα και συνιστά στις κυβερνήσεις της ΕΕ να παραμείνουν προσεκτικές και να είναι έτοιμες να επιστρέψουν στα έκτακτα μέτρα εάν χρειαστεί. Παράλληλα, αναγνωρίζει επίσης ότι έχει ξεκινήσει μια νέα φάση και ότι απαιτείται νέα προσέγγιση για την παρακολούθηση της πανδημίας.
Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική των μαζικών τεστ (σύμφωνα με την οποία τα άτομα με συμπτώματα και οι επαφές τους πρέπει να υποβάλλονται σε τεστ), έχει ήδη εγκαταλειφθεί σε ορισμένα κράτη της ΕΕ, σε πλήρη αντίθεση με τις πολιτικές που εφαρμόζονται επί του παρόντος στην Κίνα, όπου οι μεγάλες πόλεις υπόκεινται σε lockdown και τακτικό μαζικό τεστάρισμα μετά τον εντοπισμό λίγων περιπτώσεων.
Στο μεταξύ η Ε.Ε. αναγνωρίζει αυτή τη στροφή, σημειώνοντας ότι τα λιγότερα τεστ θα μπορούσαν να καταστήσουν δυσκολότερη την ερμηνεία των επιδημιολογικών δεδομένων. Αυτό είναι σύμφωνο με τις προειδοποιήσεις του επικεφαλής του ΠΟΥ, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους, ο οποίος την Τρίτη προέτρεψε τις χώρες να διατηρήσουν την επιτήρηση των λοιμώξεων από κοροναϊό, λέγοντας ότι ο κόσμος ήταν «τυφλός» στο πώς εξαπλώνεται ο ιός λόγω της πτώσης των ποσοστών τεστ.
Οι αλλαγές στην υγειονομική στρατηγική
Από την άλλη πλευρά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν παραλείπει να ενθαρρύνει την εισαγωγή πιο εξελιγμένων τρόπων ανίχνευσης εστιών Covid 19.
«Θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή στοχευμένα διαγνωστικά τεστ», τονίζεται ακόμη στο προσχέδιο και προστίθεται πως θα πρέπει να σχεδιαστούν νέες στρατηγικές testing ώστε να διασφαλίζεται ότι θα συνεχίσουν να παρέχουν χρήσιμες ενδείξεις για τις επιδημιολογικές τάσεις.
Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να προσδιορίζονται ομάδες προτεραιότητας για testing, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που βρίσκονται κοντά σε κρούσματα, των ατόμων που κινδυνεύουν να νοσήσουν σοβαρά από COVID-19 και του ιατρικού προσωπικού και άλλων που βρίσκονται σε τακτική επαφή με ευάλωτους πληθυσμούς.
Η επιτήρηση του ιού θα πρέπει να προσαρμοστεί, με αυξημένη εστίαση στη γονιδιωματική αλληλουχία για τον εντοπισμό πιθανών νέων παραλλαγών και λιγότερη προσοχή στη μαζική αναφορά κρουσμάτων.
«Ο στόχος της επιτήρησης δεν θα πρέπει πλέον να βασίζεται στον εντοπισμό και την αναφορά όλων των περιπτώσεων, αλλά μάλλον στην απόκτηση αξιόπιστων εκτιμήσεων για την ένταση της μετάδοσης στην κοινότητα, τον αντίκτυπο της σοβαρής νόσησης και την αποτελεσματικότητα του εμβολίου», σημειώνει το προσχέδιο της Κομισιόν.
Παράλληλα, προτείνει τη δημιουργία ενός συστήματος επιτήρησης παρόμοιου με αυτό που χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση της εποχικής γρίπης, στο οποίο περιορισμένος αριθμός επιλεγμένων παρόχων υγειονομικής περίθαλψης συλλέγει και μοιράζεται σχετικά δεδομένα.
Τα εμβόλια εξακολουθούν να παραμένουν απαραίτητα για την καταπολέμηση του COVID-19, αναφέρει το έγγραφο, συνιστώντας στα κράτη να εξετάσουν στρατηγικές για την ενίσχυση του εμβολιασμού σε παιδιά ηλικίας 5 ετών και άνω πριν από την έναρξη της επόμενης σχολικής χρονιάς.
Τελος η Επιτροπή προειδοποιεί ότι οι εμβολιασμοί είναι κάτω του 15% στα παιδιά μεταξύ 5 και 9 ετών, τη μικρότερη ηλικιακή ομάδα για την οποία έχουν εγκριθεί τα εμβόλια κατά του COVID-19 στην Ευρώπη. Την ίδια ώρα, οι έφηβοι ηλικίας 15 έως 17 ετών έχουν εμβολιαστεί σε ποσοστό άνω του 70%