Η ώρα της έκθεσης στο έντονο φως μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στον μεταβολισμό της γλυκόζης, τη ρύθμιση της θερμοκρασίας του δέρματος και την ενεργειακή δαπάνη κατά τη διάρκεια του ύπνου για τους υπέρβαρους ενήλικες, όπως διαπιστώνει νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Diabetologia.
Στόχος της έρευνας ήταν να προσδιοριστεί αν ο επανασχεδιασμός του φωτισμού εσωτερικών χώρων ώστε να μιμείται περισσότερο το φυσικό κύκλο φωτός- σκοταδιού, θα μπορούσε να συμβάλει στη βελτίωση της μεταβολικής υγείας. Η μελέτη διεξήχθη από τους Jan-Frieder Harmsen, Patrick Schrauwen και τους συναδέλφους τους από το Τμήμα Διατροφής του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Μάαστριχτ.
Στη σύγχρονη ζωή, εκτιθέμεθα στο τεχνητό φως πολλές ώρες κάθε βράδυ. Η έκθεση στο τεχνητό φως στη διάρκεια της νύχτας έχει συσχετιστεί με αυξημένα επίπεδα γλυκόζης και ινσουλίνης στο αίμα μεταγευματικά, καθώς και με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 κυρίως στους ηλικιωμένους.
Στην έρευνα συμμετείχαν 14 υπέρβαρα άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη, μη καπνιστές, ηλικίας 40-75 ετών (μ.ο. 67 έτη) που μετείχαν σε δύο συνεδρίες (μια «φωτεινής » μέρας και αμυδρού φωτός το βράδυ και μία χαμηλού ημερήσιου φωτισμού και έντονου βραδινού τεχνητού φωτισμού). Οι συμμετέχοντες έμειναν σε ένα θερμιδομετρικό θάλαμο (χώρος θερμικά μονωμένος όπου μεταξύ άλλων επιτρέπεται η μέτρηση κατανάλωσης οξυγόνου και παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα) καθόλη τη διάρκεια των συνεδριών, που διήρκησαν 40 ώρες από τις 18:00 το απόγευμα της πρώτης ημέρας έως τις 12:00 το μεσημέρι της τρίτης ημέρας, με δύο νυχτερινούς ύπνους. Μία από τις δύο συνεδρίες περιελάμβανε την περίοδο έντονου φυσικού φωτός από τις 08:00 έως τις 18:00, ακολουθούμενη από την βραδινή περίοδο από τις 18:00 έως τις 23:00. Η αντίστροφη κατάσταση επικράτησε στο πλαίσιο της δεύτερης συνεδρίας. Ελήφθησαν, επιπλέον, δείγματα αίματος και πριν αλλά και μετά τα γεύματα για να καθοριστούν τα επίπεδα ινσουλίνης, μελατονίνης, τριγλυκεριδίων και γλυκόζης.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως η παραμονή σε έντονο φως από τις 08:00- 18:00, οδήγησε σε χαμηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα μεταγευματικά συγκριτικά με την παραμονή σε χαμηλό φωτισμό.
Εν αντιθέσει με αυτά τα αποτελέσματα, το αντίστροφο μοτίβο (ημερήσια έκθεση σε αμυδρό φως με συνακόλουθη έκθεση σε τεχνητό φως το βράδυ) βρέθηκε να προκαλεί μείωση του μεταβολικού ρυθμού στη διάρκεια του ύπνου και των ενεργειακών δαπανών μεταγευτικά. Αυτός ο κύκλος φωτισμού κατέστειλε επίσης την μελατονίνη, τα επίπεδα της οποίας θα έπρεπε να αυξηθούν 4 ώρες πριν τον ύπνο ως απάντηση στα επίπεδα χαμηλού φωτισμού.
Προς έκπληξη των συγγραφέων, τα επίπεδα της γλυκόζης μεταγευματικά ήταν μειωμένα σε όσους μετείχαν στην συνεδρία του αμυδρού ημερήσιου φωτός και του έντονου τεχνητού βραδινού φωτισμού. Η μείωση αυτή σημειώθηκε παρά τα αμετάβλητα επίπεδα ινσουλίνης για αυτό και οι ερευνητές τόνισαν πως ο συνδυασμός του φυσικού φωτός κατά τη διάρκεια της ημέρας και του αμυδρού απογευματινού φωτός προάγει την πέψη γεγονός που εξηγεί γιατί τα άτομα που εκτέθηκαν σε αυτή την την αλληλουχία φωτός παρουσίασαν αυξημένη γλυκόζη μεταγευματικά σε σύγκριση με τις αντίστροφες συνθήκες.
Εκτός από την ευεργετική δράση του φυσικού κύκλου του φωτός στις τιμές της γλυκόζης, οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης και διακυμάνσεις στη θερμοκρασία του δέρματος ανάλογα με το μοτίβο έκθεσης στο φως του ήλιου και τον τεχνητό φωτισμό. Αν και δεν μετρήθηκε σε αυτή τη μελέτη, η μειωμένη θερμοκρασία του σώματος κατά τη διάρκεια της ημέρας είναι ενδεικτική της υψηλότερης αρτηριακής πίεσης ενώ η αυξημένη θερμοκρασία είναι ενδεικτική της χαμηλότερης αρτηριακής πίεσης. Ως εκ τούτου, οι συγγραφείς της έρευνας τόνισαν πως «ο συνδυασμός του έντονου φωτός κατά τη διάρκεια της ημέρας και του χαμηλού κατά τη διάρκεια της νύχτας φαίνεται πολλά υποσχόμενος ως προς τη βελτίωση της αρτηριακής πίεσης σε έναν πληθυσμό που είναι ευάλωτος στην ανάπτυξη καρδιαγγειακών επιπλοκών μακροχρόνια».
Διαβάστε επίσης:
Ανατροπή: Τελικά το μπλε φως δεν είναι επιβλαβές για τον οργανισμό;