Μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Social Psychological and Personality Science υποστηρίζει ότι οι γυναίκες δεν ασχολούνται με το κουτσομπολιό περισσότερο από τους άντρες και ότι οι άνθρωποι χαμηλότερου εισοδήματος δεν κουτσομπολεύουν περισσότερο από τους οικονομικά επιφανέστερους συναδέλφους τους. Επίσης, οι νέοι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να κουτσομπολεύουν αρνητικά σε σχέση με τους μεγαλύτερούς τους.
Η μελέτη του UC Riverside είναι η πρώτη που αναλύει σε βάθος το ποιος κουτσομπολεύει περισσότερο, ποια είναι τα θέματα του κουτσομπολιού και πόσο συχνά κουτσομπολεύουν οι άνθρωποι, με το χρόνο να ανέρχεται στα 52 λεπτά την ημέρα κατά μέσο όρο.
«Υπάρχει μια εκπληκτική έλλειψη πληροφοριών για το ποιος κουτσομπολεύει και πώς, δεδομένου του δημόσιου ενδιαφέροντος και των διαφόρων απόψεων για το θέμα», δήλωσε η Megan Robbins, επίκουρη καθηγήτρια Ψυχολογίας που ηγήθηκε της μελέτης μαζί με τον Alexander Karan, μεταπτυχιακό φοιτητή στο εργαστήριό της.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, οι Robbins και Karan εξέτασαν δεδομένα από 467 άτομα – 269 γυναίκες και 198 άνδρες – ηλικίας από 18 έως 58 ετών που συμμετείχαν σε μία από συνολικά πέντε μελέτες.
Οι συμμετέχοντες φορούσαν μια φορητή συσκευή ακρόασης, τον Ηλεκτρονικά Ενεργοποιημένο Καταγραφέα (EAR), ο οποίος δειγματίζει όσα λένε οι άνθρωποι καθ ‘όλη τη διάρκεια της ημέρας, καταγράφοντας περίπου το 10% των συνομιλιών τους, το οποίο κατόπιν αναλύθηκε από τους βοηθούς της έρευνας.
Μια συνομιλία χαρακτηριζόταν ως κουτσομπολιό, αν αφορούσε κάποιον που δεν ήταν παρών. Συνολικά, υπήρξαν 4.003 περιπτώσεις κουτσομπολιού, οι οποίες στη συνέχεια φιλτραρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες: θετικά, αρνητικά ή ουδέτερα. Έπειτα οι ερευνητές κωδικοποίησαν περαιτέρω το κουτσομπολιό ανάλογα με το αν πρόκειται για διασημότητα ή μια άμεση γνωριμία, ανάλογα με το θέμα, αλλά και με το φύλο του συνομιλητή.
Μεταξύ των αποτελεσμάτων διαπιστώθηκε ότι:
– Οι νεότεροι άνθρωποι συμμετέχουν σε πιο αρνητικά κουτσομπολιά από τους μεγαλύτερους. Δεν υπήρξε συσχέτιση με τη συνολική συχνότητα των κουτσομπολιού όταν συνδυάστηκαν και οι τρεις κατηγορίες.
– Περίπου 14% των συνομιλιών των συμμετεχόντων ήταν κουτσομπολιό, ποσοστό που αντιστοιχεί σε κάτι λιγότερο από μία ώρα στις 16 ώρες (που είμαστε ξύπνιοι στη διάρκεια της μέρας).
– Σχεδόν τα 3/4 του κουτσομπολιού ήταν ουδέτερα. Το αρνητικό κουτσομπολιό (604 περιπτώσεις) ήταν δύο φορές πιο διαδεδομένο από το θετικό (376)
– Τα κουτσομπολιά ήταν συντριπτικά περισσότερα για έναν γνωστό σε σχέση με κάποια διασημότητα, με 3.292 δείγματα στην πρώτη έναντι 369 στη δεύτερη περίπτωση
– Οι εξωστρεφείς άνθρωποι κουτσομπολεύουν πολύ πιο συχνά από τους εσωστρεφείς και στους τρεις τύπους κουτσομπολιού
– Οι γυναίκες κουτσομπολεύουν περισσότερο από τους άνδρες, αλλά μόνο όσον αφορά στο ουδέτερο κουτσομπολιό που αφορά στην ανταλλαγή πληροφοριών
– Οι πιο φτωχοί και χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου άνθρωποι δεν κουτσομπολεύουν περισσότερο από τους πλουσιότερους και πιο μορφωμένους ανθρώπους
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ακαδημαϊκή ερμηνεία του κουτσομπολιού δεν περιλαμβάνει την κριτική που συνοδεύει τη λέξη στην κοινή χρήση της. Το κουτσομπολιό, κατά την ακαδημαϊκή άποψη, δεν είναι κάτι κακό, αφού θεωρείται απλώς ως μία συζήτηση για κάποιον που δεν είναι παρών. Αυτή η συζήτηση μπορεί να είναι θετική, ουδέτερη ή αρνητική.
«Με αυτόν τον ορισμό, θα ήταν δύσκολο να σκεφτούμε ένα πρόσωπο που ποτέ δεν κουτσομπολεύει επειδή αυτό θα σήμαινε ότι η μόνη φορά που αναφέρεται κάποιος είναι όταν βρίσκεται μπροστά στη συζήτηση. Αυτό όχι μόνο είναι δύσκολο αλλά και περίεργο για τους ανθρώπους με τους οποίους αλληλεπιδρούμε», δήλωσε καταληκτικά η Δρ. Robbins.