Γερμανοί και Φινλανδοί επιστήμονες ανακοίνωσαν ότι ανακάλυψαν ένα «κλειδί» που χρησιμοποιεί ο SARS-CoV-2 για να «ξεκλειδώσει» τα ανθρώπινα κύτταρα και να εισβάλλει μέσα τους.
Η κοινή επιστημονική ομάδα από το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου και το Πανεπιστήμιο του Ελσίνκι, ανακάλυψαν ότι ο νέος κορωνοϊός για να μπορέσει να μολύνει τα ανθρώπινα κύτταρα χρησιμοποιεί την πρωτεΐνη νευροπιλίνη-1, η οποία υπάρχει εν αφθονία στους ιστούς του σώματος, περιλαμβανομένου του αναπνευστικού συστήματος, των αιμοφόρων αγγείων και των νευρώνων.
«Είναι γνωστό ότι ο SARS-CoV-2 χρησιμοποιεί τον υποδοχέα ACE2 για να μολύνει τα ανθρώπινα κύτταρα. Αλλά συχνά οι ιοί χρησιμοποιούν πολλαπλούς παράγοντες για να μεγιστοποιήσουν την ικανότητας να είναι μολυσματικοί», εξηγεί ο Τζιουζέπε Μπαλιστρέρι, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Ιογενούς Κυτταρικής Βιολογίας του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι.
Εν αντιθέσει με άλλους αναπνευστικούς ιούς, ο SARS-CoV-2 μολύνει το ανώτερο αναπνευστικό σύστημα περιλαμβανομένου του ρινικού βλεννογόνου και εξαπλώνεται ταχέως. «Ο ιός αυτός είναι ικανός να διασπαρεί ακόμα και όταν μιλάμε ή αναπνέουμε. Το σημείο εκκίνησης της μελέτης μας ήταν το ερώτημα γιατί ο κορωνοϊός SARS-CoV προκάλεσε μια επιδημία το 2003 και ο SARS-CoV-2 προκάλεσε πανδημία ενώ χρησιμοποιούν τον ίδιο υποδοχέα ACE2», λέει ο Δρ. Μπαλιστρέρι.
Το μυστηριώδες «κλειδί»
Για να γίνουν κατανοητές οι διαφορές μεταξύ των δύο κορωνοϊών οι ερευνητές μελέτησαν τις κυτταρικές πρωτεΐνες επιφανείας του ιού, τις ακίδες δηλαδή που χρησιμοποιεί για να γατζωθεί στα κύτταρα. «Όταν κατανοήσαμε την γενετική αλληλουχία του SARS-CoV-2 στις αρχές Ιανουαρίου, μας εξέπληξε το γεγονός ότι εν αντιθέσει με τον άλλο κορωνοϊό, ο νέος είχε ένα επιπλέον τμήμα στις πρωτεΐνες επιφανείας, που υπάρχει επίσης στις ακίδες πολλών άλλων επικίνδυνων ιών, όπως ο ιός Έμπολα, ο HIV και τα παθογόνα στελέχη της γρίπης των πτηνών», σύμφωνα με τον ερευνητή.
Το επιπλέον αυτό στοιχείο, που μοιάζει με το «κλειδί» που ξεκλειδώνει μια πόρτα είναι η νευροπιλίνη-1.
Σε συνεργασία με άλλους επιστήμονες από τη Γερμανία, τη Φινλανδία, την Εσθονία και την Αυστραλία ο Δρ. Μπαλιστρέρι μελέτησε κατά πόσο οι νευροπιλίνες είναι σημαντικές για τη λοίμωξη που προκαλεί ο SARS-CoV-2. Μέσω πειραματικών διαδικασιών κατάφεραν να τεκμηριώσουν τον συσχετισμό.
Το ίδιο έκαναν χθες και ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ελπίδες για νέα αντι-ιικά φάρμακα
Μπλοκάρωντας τη νευροπιλίνη-1 με αντισώματα, οι ερευνητές κατάφεραν στη συνέχεια να μειώσουν τη μολυσματικότητα του κορωνοϊού σε κυτταρικές καλλιέργειες. «Αν νομίζετε ότι το μετατρεπτικό ένζυμο της αγγειοτενσίνης 2 (ACE2) είναι η πόρτα εισόδου για το κύτταρο, τότε η νευροπιλίνη-1 είναι ο παράγοντας που κατευθύνει τον ιό προς την πόρτα. Το ACE2 εκφράζεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα στα περισσότερα κύτταρα. Άρα δεν είναι εύκολο για τον κορωνοϊό να βρει την πόρτα να εισβάλλει. Άλλοι παράγοντες όπως η νευροπιλίνη-1 τον βοηθά να βρει την πόρτα και να μπει μέσα στο κύτταρο», σύμφωνα με τον Δρ. Μπαλιστρέρι.
Και σημειώνει ότι «προς το παρόν είναι πολύ νωρίς να υποθέσουμε ότι η αναστολή της νευροπιλίνης-1 είναι μια βιώσιμη θεραπευτική τακτική, καθώς μπορεί να ανακύψουν ανεπιθύμητες ενέργειες. Γι’ αυτό εστιάζουμε στη δράση νέων μορίων που είναι ειδικά σχεδιασμένα να διακόπτουν τη σχέση κορωνοϊού-νευροπιλίνης-1 και τα προκαταρκτικά αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά».