Η κυβέρνηση της Χιλής ανακοίνωσε χθες Δευτέρα ότι παρέτεινε για τρεις μήνες την «κατάσταση συνταγματικής εξαίρεσης λόγω καταστροφής» στο πλαίσιο των μέτρων που έχει λάβει για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού, τη νομική βάση που επιτρέπει ιδίως στον πρόεδρο Σεμπαστιάν Πινιέρα να αναπτύσσει τον στρατό στο εσωτερικό για να εγγυάται τη δημόσια τάξη.
«Πρόκειται για την προστασία της ζωής των Χιλιανών», δικαιολόγησε ο υπουργός Άμυνας, ο Αλμπέρτο Εσπίνα.
Το μέτρο, που ανακοινώθηκε αρχικά τη 18η Μαρτίου, επιτρέπει ακόμη την επιβολή νυχτερινής απαγόρευσης κυκλοφορίας, που εφαρμόζεται εδώ και τρεις μήνες, καθώς και την επιβολή περιορισμού.
Η Χιλή δέχεται βαρύ πλήγμα από την πανδημία του κορωνοϊού. Η λατινοαμερικάνικη χώρα των 18 εκατομμυρίων κατοίκων κατέγραφε ως χθες Δευτέρα 3.362 θανάτους εξαιτίας της COVID-19 επί συνόλου 179.436 κρουσμάτων μόλυνσης από τον SARS-CoV-2.
Ο τρόπος που διαχειρίζεται την πανδημία η κυβέρνηση και μια πολεμική για τη μεθοδολογία καταμέτρησης των θανάτων στοίχισαν τη θέση του στον πρώην υπουργό Υγείας Χάιμε Μάνιαλιτς, ο οποίος ανακοίνωσε την παραίτησή του το Σάββατο. Αντικαταστάθηκε από τον Ενρίκε Πάρις, παιδίατρο και άλλοτε πρόεδρο του ιατρικού συλλόγου της Χιλής.
Η Χιλή ήταν ένα από τα πρώτα κράτη της Λατινικής Αμερικής που κήρυξαν κατάσταση εκτάκτου ανάγκης προληπτικά, από την 7η Φεβρουαρίου. Μερικές εβδομάδες αργότερα, έκλεισε τα σύνορά της, ανέστειλε τη λειτουργία σχολείων και πανεπιστημίων, επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας και έθεσε σε εφαρμογή μια πολιτική μαζικών διαγνωστικών τεστ.
Όμως, αντίθετα με ό,τι συνέβη σε άλλες χώρες της περιφέρειας, η κυβέρνηση του Πινιέρα επέλεξε μόνο τοπικούς περιορισμούς, στις εστίες μόλυνσης, και όχι γενικό περιορισμό του πληθυσμού.
Αν και οι τοπικές καραντίνες είχαν καλά αποτελέσματα στις πιο πλούσιες συνοικίες, αποκαλύφθηκε πως ήταν πολύ λιγότερο αποτελεσματικές στις φτωχές συνοικίες.
Ο ρυθμός των νέων μολύνσεων αυξήθηκε δραματικά τον Μάιο και τον Ιούνιο, με τον μέσο όρο τους να φθάνει τα 5.000 κρούσματα καθημερινά τις τελευταίες εβδομάδες. Η εξάπλωση γέμισε ασφυκτικά τις μονάδες εντατικές θεραπείας (ΜΕΘ) και ανάγκασε την κυβέρνηση να επιβάλει lockdown στο Σαντιάγο, την μητροπολιτική περιοχή της πρωτεύουσας όπου ζουν πάνω από 6 εκατομμύρια πολίτες.
Ο υπουργός Εσωτερικών Γκονσάλο Μπλούμελ επισήμανε πως οι περισσότεροι τηρούν τα ολοένα πιο δρακόντεια μέτρα περιορισμού αλλά υπάρχει «μια ομάδα ανθρώπων που συμπεριφέρεται ανεύθυνα και δεν συμμορφώνεται» προς αυτά. Ο Μπλούμελ πρόσθεσε ότι στο εξής η κυβέρνηση θα προσάγει τις πιο κατάφωρες περιπτώσεις παραβιάσεων των μέτρων στη δικαιοσύνη και θα ζητεί να επιβάλλονται ποινές φυλάκισης.