Την άμεση συσχέτιση μεταξύ των καιρικών αλλαγών λόγω της κλιματικής αλλαγής με την ανάπτυξη μεταδοτικών νόσων επεσήμανε ο κύριος Χρήστος Χατζηχριστοδούλου, Καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, πρόεδρος του ΕΟΔΥ.
Όπως σημείωσε υπάρχουν δύο παράγοντες που συμβάλλουν στη μετάδοση και τη διασπορά μεταδοτικών ασθενειών: «Μια αύξηση 1,5 βαθμού στη μέση θερμοκρασία ευνοεί καποια παθογόνα, επηρεάζοντας τον χρόνο επώασης. Επιπλέον, λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας, παρατηρείται αύξηση και στα τροφογενή νοσήματα λόγω της παραγωγής και ιογενών νοσημάτων» εξήγησε.
Όσον αφορά το δεύτερο κομμάτι που επηρεάζει την εμφάνιση μεταδοτικών νοσημάτων, ο κύριος Χατζηχριστοδούλου ανέφερε ότι «τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι πυρκαγιές ή οι πλημμύρες, είναι ένα περίπλοκο θέμα και ένα μεγάλο κομμάτι για τη δημόσια υγεία, καθώς σχετίζονται με πολλά νοσήματα».
Όπως ανέφερε σχετικά με τη συλλογή των δεδομένων για συγκεκριμένα στελέχη, μόλις χθες έλαβε έγκριση από την Ευρώπη μια πρωτοβουλία του Υπουργείου Υγείας σε συνεργασία με το Υπουργείο Γεωργίας, προκειμένου να συγκεντρωθούν δεδομένα από τα Υπουργεία, τον ΙΦΕΤ τον ΕΟΔΥ αλλά και την ΗΔΙΚΑ, προκειμένου να τα αναλύσουν και να εξετάσουν τα ανθρώπινα στελέχη.
Αναφορικά με τις απειλές που κρύβονται στις μεταδοτικές νόσους από τα κουνούπια, ο κύριος Χατζηχριστοδούλου ανέφερε ότι το κουνούπι τίγρης είναι επιθετικό και ένας καλός διαβιβαστής για τον Δάγκειο πυρετό, με πολλα κρούσματα φετος. Τα περισσότερα κρούσματα, ωστόσο, είναι εισαγωμενα και υπάρχει επιχειρησιακό σχέδιο, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος μετάδοσης.
«Υπάρχει κίνδυνος με τη μετάδοση λοιμωδών νόσων από τα κουνούπια. Έχουμε οδηγίες για τα μέσα μεταφοράς, ειδικά για τα αεροπλάνα που έρχονται από περιοχές κινδύνου, από το Υπουργείο υγείας» ανέφερε σχετικά.
Υπάρχει, όμως, και ερευνητικό έργο, το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη και αναδεικνύει την επίδραση της αύξησης της θερμοκρασίας: «Μελέτες σε Πανεπιστήμια σε εγκύους σχετικά με την κλιματική αλλαγή και πώς αυτή επηρεάζει, όπως της Θεσσαλίας, τις παρακολουθεί από τη 12η εβδομάδα εγκυμοσύνης και μετά τη γέννηση στων παιδιών, για να απομονωθεί ο παράγοντας κινδύνου της θερμοκρασίας. Αυτός συμβάλλει σε ανωμαλίες στο έμβρυο, σε θανάτους ή σε διαταραχές βάρους των μωρών. Αυτό που παρατηρούμε είναι μια εποχικότητα στις γεννήσεις πρόωρων παιδιών που σχετίζονται με την αύξηση της θερμοκρασίας» κατέληξε.
Μπλέτσας: «Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν μπορεί να βγάλει τον γιατρό από τη μέση»