Κραυγή μες τα μεσάνυχτα. Όχι δεν έρχεται από το δρόμο. Εκεί, μέσα στο παιδικό δωμάτιο «αιωρείται», στους τοίχους με τις ροζουλί καρδιές και τα λούτρινα αρκουδάκια. Τρέχω. Την βλέπω να κάθεται ανακούρκουδα στο κρεβάτι και με το μικροσκοπικό δαχτυλάκι της να δείχνει την μεγάλη ντουλάπα: «Το είδα μαμά το φάντασμα! Μέσα στην ντουλάπα είναι, σου λέω! Κι ο κακός ο λύκος κάπου εδώ είναι κρυμμένος! Και το τέρας της πεντάμορφης και η μάγισσα του Χανς και της Γκρέτελ. Όλοι εδώ είναι μαμά. Τους είδα, σου λέω!» Μπρος στα έντρομα μάτια της ψάχνω μέσα στην ντουλάπα, κάτω από το κρεβάτι, πίσω από τις κουρτίνες, πάνω στην βιβλιοθήκη με τις κοιμισμένες κούκλες. «Να αγάπη μου! Είδες; Δεν είναι κανείς εδώ. Αυτά υπάρχουν μόνο στα παραμύθια. Και τώρα κοιμήσου κι άσε με κι εμένα να κοιμηθώ γιατί αύριο εσύ έχεις σχολείο κι εγώ έχω δουλειά…» Όχι, λέει. Φοβάται, και δεν μπορεί να κοιμηθεί. Θέλει το φως ανοιχτό. Και του δωματίου, και του μπάνιου, και του διαδρόμου και του σαλονιού! Τι να κάνω; Τι να της πω; Πως να την καθησυχάσω, και το κυριότερο πως να την πείσω ότι οι μπαμπούλες κρύβονται μόνο μέσα στο μυαλό μας;
«Το παιδί που ξυπνά μέσα στην νύχτα τρομαγμένο χρειάζεται να νιώσει ότι ο φόβος του είναι αποδεκτός και κατανοητός από τον γονέα. Θα βοηθούσε περισσότερο αν άκουγε μια φράση που να αισθάνεται ότι ο γονέας είναι κοντά του, όπως για παράδειγμα: «Και εγώ όταν ήμουν μικρή το είχα πάθει αυτό…Δοκίμασε να κάνεις το κόλπο μου, να φωτίζεις με τον φακό σου το σημείο που σε φοβίζει. Τότε θα δεις ότι θα νιώσεις καλύτερα..»
Ύστερα από λίγο την παίρνει ο ύπνος. Εγώ όμως δεν μπορώ να κοιμηθώ. Το μυαλό μου ταξιδεύει πίσω, πολύ πίσω, στα έξι μου μόλις χρόνια και στο βράδυ εκείνο που στην ασπρόμαυρη οθόνη του σαλονιού αντίκρισα για πρώτη φορά τον μετέπειτα εφιάλτη των παιδικών μου χρόνων: τον δράκουλα Κρίστοφερ Λι! Τον φέρνω στο μυαλό μου και ανατριχιάζω. Όχι επειδή φοβάμαι αλλά επειδή θυμάμαι την αίσθηση τρόμου και πανικού που με κατέκλυζε κάθε φορά που το παιδικό μου μυαλό έτρεχε, συνειδητά ή ασυνείδητα, στην δική του εικόνα. Πώς πλάθονται άραγε οι φόβοι των παιδιών μας; Απ’ την τηλεόραση; Από τα παραμύθια; Απ’ όλα εκείνα που ενίοτε κρατούν κι εμάς τους μεγάλους φοβισμένους και μικρούς;
«Ο φόβος είναι ένας αρχέγονος μηχανισμός που ενεργοποιεί τον άνθρωπο προκειμένου να τον προστατέψει από τον κίνδυνο. Τα παιδιά, έχοντας ένα νευρολογικό σύστημα πιο ανώριμο από αυτό των ενηλίκων βιώνουν διαφορετικά και περισσότερο έντονα τα όποια ερεθίσματα παίρνουν από την τηλεόραση,τα παραμύθια,τα προσωπικά βιώματα αλλά και τις ίδιες τις αντιδράσεις των γονιών τους. Έτσι, αν για παράδειγμα δουν σκληρές εικόνες στις ειδήσεις, τις αποτυπώνουν εντονότερα, δυσκολεύονται να τις επεξεργαστούν μέσα από την λογική και καταφεύγουν στη φαντασία. Συχνά επεξεργάζονται ό,τι τα φοβίζει μέσα από τον ύπνο (εφιάλτες) αλλά και μέσα από παιχνίδια ρόλων και φανταστικά παιχνίδια», εξηγεί η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Χριστίνα Γρηγορέα.
Ρίχνω μια ματιά στο ρολόι. Ώρα τρεις το πρωί κι εγώ με μάτι γαρίδας και μυαλό ελέφαντα συνεχίζω να θυμάμαι. Όλες εκείνες τις ανοησίες με τις οποίες μας απειλούσαν οι γιαγιάδες μας για να κάτσουμε καλά, όλες αυτές τις ανοησίες με τις οποίες απειλούμε ενίοτε τα δικά μας παιδιά για να κάτσουν κι εκείνα με την σειρά τους καλά: «Αν δεν είσαι καλό παιδί θα σε πάρει ο μπαμπούλας. Κι ο αστυνόμος, κι ο παλιατζής κι ο γύφτος κι ο δράκος με τα εφτά χέρια και τα εικοσιπέντε αυτιά». Τα θυμάμαι και αναρωτιέμαι πόσο κακό μπορούν να κάνουν τέτοιου είδους φοβέρες σε μια παιδική ψυχή…
«Είναι σημαντικό να ξεκινήσουμε από το γεγονός ότι όταν ο εγκέφαλος εκτίθεται σε φόβο δεν ενεργοποιεί διεργασίες μάθησης. Με λίγα λόγια ένα φοβισμένο παιδί,δεν μαθαίνει. Αν λοιπόν χρησιμοποιήσουμε τέτοιου είδους απειλές, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να θεωρεί πχ ότι οι αστυνομικοί είναι τρομακτικοί. Η συμπεριφορά του θα συμμορφωθεί στιγμιαία, όχι όμως μακροπρόθεσμα και σταθερά. Γιατί απλά το παιδί εκείνη την ώρα δεν μαθαίνει. Αντιδρά με τέτοιο τρόπο που θα προστατευτεί από τον κίνδυνο γιατί φοβάται… τον αστυνομικό, τον μπαμπούλα,τον παλιατζή… Και τους βλέπει παντού. Στο δωμάτιο του τη νύχτα, σε εφιάλτες», συμπληρώνει η ειδικός.
Σηκώνομαι απ’ το κρεβάτι και πατώντας στις άκρες των δακτύλων μου, αθόρυβη σαν γάτα, ξαπλώνω δίπλα στη μικρή μου πριγκίπισσα. Σ’ αυτήν που από αύριο θα φροντίσω να διδάξω ότι ο φόβος μόνο κακό μπορεί να μας κάνει. Όχι μόνο σήμερα. Και αύριο. Όχι μόνο για λίγο. Για πάντα. Και κυρίως, όχι μόνο στα όνειρα αλλά και στην πραγματική ζωή.
Με τη συνεργασία της Ψυχολόγου-Ψυχοθεραπεύτριας, Χριστίνας Γρηγορέα