Σε έναν ιδανικό κόσμο θα μπορούσαμε εύκολα να ελέγξουμε τον εαυτό μας πριν νιώσουμε άσχημα και αντιδράσουμε αρνητικά. Δεν θα φωνάζαμε ποτέ στα παιδιά μας, δεν θα τα απειλούσαμε, δεν θα τα κάναμε με κανέναν τρόπο να νιώσουν άσχημα για τον εαυτό τους. Φυσικά κάτι τέτοιο στον πραγματικό κόσμο είναι πρακτικά αδύνατο να συμβεί. Είναι ωστόσο δυνατό να διορθώσουμε τη ζημιά που έχουμε προκαλέσει… Η έμπειρη ψυχοθεραπεύτρια Philippa Perry μας δείχνει το πώς…
Σύμφωνα με την γιατρό και συγγραφέα του εξαιρετικού βιβλίου με τίτλο: «Το βιβλίο που θα ήθελες να είχαν διαβάσει οι γονείς σου (και τα παιδιά σου θα σε ευγνωμονούν που το έκανες)», οι ρήξεις – δηλαδή οι στιγμές που παρεξηγούμε τον άλλο, που σπεύδουμε να βγάλουμε λάθος συμπεράσματα και που πληγώνουμε τα αγαπημένα μας πρόσωπα – είναι αναπόφευκτες σε κάθε σημαντική, στενή και ουσιαστική σχέση. Η ρήξη αυτή καθαυτή δεν είναι τόσο σημαντική. Αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι η αποκατάσταση.
Ο τρόπος να επιτύχει κανείς αυτή την αποκατάσταση είναι καταρχήν να δουλέψει πάνω στις δικές του αντιδράσεις, δηλαδή να εντοπίσει τι ακριβώς τις πυροδοτεί και να χρησιμοποιήσει αυτή την πληροφορία για να πετύχει μία διαφορετική αντίδραση. Ή, αν το παιδί σας είναι αρκετό μεγάλο για να καταλάβει, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε απλά λόγια και του ζητήσετε «συγγνώμη». Ακόμα κι αν έχει περάσει καιρός από το περιστατικό στο οποίο του φερθήκατε άδικα, μπορείτε πάντα να μιλήσετε γι’ αυτό και να παραδεχθείτε το λάθος σας. Έχει τεράστια σημασία για ένα παιδί, ακόμα και ένα ενήλικο παιδί, όταν ένας γονιός επιδιώκει αυτή την αποκατάσταση στη ρήξη. Το παιδί θα αισθανθεί ανακούφιση και θα λάβει το μήνυμα πως ο γονιός δεν αδιαφορεί για αυτό. Τα παιδιά χρειάζονται οι γονείς να είναι πραγματικοί, αυθεντικοί και όχι αλάνθαστοι!
Προσπαθήστε να θυμηθείτε τη δική σας παιδική ηλικία. Σας είχαν ποτέ κάνει να νιώσετε άσχημα, ή ακόμα χειρότερα, υπεύθυνοι για την κακή διάθεση των γονιών σας; Αν σας έχει συμβεί, τότε ξέρετε πολύ καλά ότι όταν νιώθουμε άσχημα, η πρώτη μας αντίδραση είναι να ανακουφίσουμε τον εαυτό μας κάνοντας και κάποιον άλλον να νιώσει το ίδιο άσχημα, και το εύκολο θύμα σε αυτή τη διαδικασία είναι πολύ συχνά το παιδί μας. Το παιδί από ένστικτο μπορεί να καταλάβει πότε δεν είμαστε στο ίδιο μήκος κύματος ή πότε είμαστε τελείως αποκομμένοι από την πραγματικότητα. Κι αν επιμένουμε να αρνούμαστε αυτό που τα παιδιά βλέπουν ξεκάθαρα, αποδυναμώνουμε το ισχυρό τους ένστικτο. Για παράδειγμα, αν επιμένουμε ότι επειδή είμαστε μεγάλοι έχουμε πάντα δίκιο, τότε το παιδί μας μεγαλώνει αποκτώντας μια παθητική στάση απέναντί μας, αποδεχόμενο τα πάντα, η οποία αργότερα θα επηρεάσει και τις άλλες του σχέσεις. Έτσι θα γίνει ένας εύπιστος και ευάλωτος ενήλικας απέναντι σε αυτούς που ίσως θελήσουν να εκμεταλλευτούν την παθητικότητά του.
Το ένστικτο είναι βασικό συστατικό της αυτοπεποίθησης, του δυναμισμού, και της εξυπνάδας, οπότε θα ήταν καλύτερο, αντί να το καταστρέψουμε, να το προστατεύουμε και να το ενισχύουμε, ζητώντας όταν πρέπει «συγνώμη» από τα παιδιά. Όταν τα παιδιά νιώθουν πως έχουμε πάντα δίκιο το μόνο που τους εξασφαλίζουμε είναι η λέξη… ανασφάλεια!