Άγχος σε σημείο να χάνουν τον ύπνο τους δεν αισθάνονται πλέον μόνο οι ενήλικες, αλλά και αρκετά παιδιά, όπως συμπέρανε προσφάτως μια μελέτη. Ειδικά, όμως όταν πρόκειται για τα παιδιά, οι λύσεις που θα μπορούσαν να προσφέρουν ανακούφιση είναι λίγο πιο περίπλοκες. Κι όσο κι αν είναι εύκολο να μειώσουμε απλά τον χρόνο που περνούν πίσω από μια οθόνη, μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης συνιστά να αντικαταστήσουμε απλά μία από αυτή την ώρα με μία ώρα κοντά στη φύση.
Ειδικότερα, η νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Environment International, διαπίστωσε ότι τα παιδιά που περνούσαν καθημερινά έστω 60 λεπτά στη φύση είχαν 50% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης προβλημάτων ψυχικής υγείας. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα οφέλη ήταν περισσότερα για τα παιδιά από κατώτερα οικονομικά στρώματα, ιδίως όσον αφορά τη βελτίωση της συμπεριφοράς και των κοινωνικών δεξιοτήτων.
Επιπλέον, η μελέτη διαπίστωσε ότι η χρήση του φυσικού περιβάλλοντος για ελαφριά σωματική δραστηριότητα, όπως το περπάτημα, ήταν εξίσου ωφέλιμη με τη χρήση αυτών των χώρων για πιο έντονες δραστηριότητες, όπως το τρέξιμο.
Ως αποτέλεσμα των ευρημάτων, οι ερευνητές καλούν σε συλλογικές προσπάθειες μεταξύ των φορέων χάραξης πολιτικής και διαφορετικών φορέων και των επαγγελματιών υγείας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η καλή πρόσβαση σε ασφαλείς, υψηλής ποιότητας φυσικούς χώρους σε υποβαθμισμένες περιοχές. Τονίζουν επίσης τη σημασία της ευαισθητοποίησης σχετικά με τα οφέλη της παραμονής στη φύση για την υγεία.
Η φύση στο επίκεντρο
Δεδομένου του αυξανόμενου άγχους των παιδιών και την αντίστοιχη απομάκρυνση από τα φυσικά περιβάλλοντα λόγω της αστικοποίησης, η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η φύση επηρεάζει την ευημερία των παιδιών δεν ήταν ποτέ πιο σημαντική. Ωστόσο, προηγούμενες μελέτες που διερεύνησαν τυχόν συσχετίσεις φύσης-υγείας στα παιδιά έχουν αναδείξει αντικρουόμενα αποτελέσματα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι μελέτες συχνά μετρούν την έκθεση στη φύση ως τα φυσικά περιβάλλοντα που βρίσκονταν κοντά στο σπίτι ή με βάση τις εκτιμήσεις των γονέων, οι οποίες δεν μετρούν με ακρίβεια την άμεση επαφή των παιδιών από τη φύση.
Για να φτάσουν στα αποτελέσματά τους οι ερευνητές χωρίς αυτά τα ζητήματα, χρησιμοποίησαν GPS και παρακολούθηση της κίνησης των παιδιών με ένα επιταχυνσιόμετρο, προκειμένου να μετρήσουν τον πραγματικό χρόνο των παιδιών στη φύση κατά τη διάρκεια μιας εβδομάδας. Προσδιόρισαν επίσης αν τα παιδιά χρησιμοποιούσαν τη φύση για έντονες δραστηριότητες, όπως τα αθλήματα, ή για πιο ήρεμες δραστηριότητες, όπως το περπάτημα ή η χαλάρωση. Στη συνέχεια, η ψυχική υγεία των παιδιών αξιολογήθηκε μέσω ερωτηματολογίου και συσχετίστηκε με τον χρόνο που αφιέρωναν στη φύση.
Η Δρ Fiona Caryl, επικεφαλής ερευνήτρια από το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης, δήλωσε σχετικά με την έρευνα: «Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι η ενθάρρυνση των παιδιών να περνούν περισσότερο χρόνο στη φύση θα μπορούσε να είναι ένας απλός αλλά αποτελεσματικός τρόπος για την υποστήριξη της ψυχικής τους υγείας. Το σημαντικό είναι ότι τα παιδιά που βρίσκονται σε ασθενέστερα οικονομικά θέση φαίνεται να επωφελούνται περισσότερο από το χρόνο στη φύση σε σχέση με τους ευνοημένους συνομηλίκους τους».
Καλύτερη ψυχική υγεία έχουν όσοι μεγάλωσαν κοντά στη φύση
Ο απρόσμενος παράγοντας εντός μας που επηρεάζει την επιθυμία μας να βγαίνουμε έξω στη φύση