Δημητριακά πρωινού, συσκευασμένα κέικ και αρτοσκευάσματα όπως ντόνατ, παγωτά και άλλα συσκευασμένα τρόφιμα ή έτοιμα γεύματα φιγουράρουν στα ράφια των σούπερ μάρκετ και σε θέση που θα μπορούν να τα επιλέξουν τα παιδιά, και με τις αντίστοιχες πολύχρωμες συσκευασίες. Αν και αποτελούν μια εύκολη λύση για τα παιδιά, δεν είναι τόσο αθώα όσο δείχνουν, καθώς θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα υγείας στην πορεία.
Σύμφωνα με μια νεότερη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο JAMA Network Open, η συχνή κατανάλωση υπερεπεξεργασμένων τροφίμων από τα παιδιά συνδέεται με αυξημένο σωματικό λίπος, υψηλότερα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και χαμηλότερη «καλή» χοληστερόλη – όλα παράγοντες κινδύνου για καρδιακές παθήσεις και διαβήτη αργότερα στη ζωή. Τα βασικά συστατικά που συμβάλλουν σε αυτό είναι τα πρόσθετα σάκχαρα, το αλάτι, τα έλαια και τα λίπη, παράλληλα με τη χαμηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες, και τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά.
Οι ερευνητές πίσω από αυτή τη νέα μελέτη εξέτασαν τις διατροφικές συνήθειες σχεδόν 1.500 παιδιών ηλικίας τριών έως έξι ετών στην Ισπανία. Εκτίμησαν τη συνήθη πρόσληψη υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων χρησιμοποιώντας λεπτομερή ερωτηματολόγια συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων που συμπλήρωσαν οι γονείς. Στη συνέχεια μέτρησαν το σωματικό λίπος των παιδιών, το μέγεθος της μέσης, το σάκχαρο στο αίμα, την ινσουλίνη και τη χοληστερόλη για να αναζητήσουν συσχετίσεις.
Τα αποτελέσματα ήταν ανησυχητικά: Τα παιδιά που κατανάλωναν τις μεγαλύτερες ποσότητες υπερεπεξεργασμένων τροφίμων είχαν σημαντικά υψηλότερο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), συνολικό σωματικό λίπος και περιφέρεια μέσης σε σύγκριση με τα παιδιά που κατανάλωναν τις λιγότερες ποσότητες. Παρουσίασαν επίσης υψηλότερα επίπεδα σακχάρου νηστείας στο αίμα και χαμηλότερα επίπεδα HDL («καλής») χοληστερόλης. Αυτές οι συσχετίσεις ίσχυαν ακόμη και μετά τη συνεκτίμηση παραγόντων, όπως η σωματική δραστηριότητα και το μορφωτικό επίπεδο της μητέρας.
Πιο συγκεκριμένα και αναφορικά με τις ποσότητες, το ένα τρίτο των παιδιών κατανάλωναν κατά μέσο όρο περίπου 600 γραμμάρια την ημέρα, ενώ η μικρότερη κατανάλωση ήταν κατά μέσο όρο 193 γραμμάρια ημερησίως. Κάθε αύξηση 100 γραμμαρίων στην ημερήσια πρόσληψη υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων συνδέθηκε με υψηλότερο σωματικό λίπος και σάκχαρο στο αίμα και χαμηλότερη «καλή» χοληστερόλη.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, η αντικατάσταση περίπου 100 γραμμαρίων υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων την ημέρα με λιγότερο επεξεργασμένων ή και φυσικών τροφίμων θα μπορούσε να αλλάξει σημαντικά το σωματικό λίπος και τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα των παιδιών με την πάροδο του χρόνου. Αυτό θα μπορούσε να είναι τόσο απλό όσο η αντικατάσταση μιας συσκευασμένης μπάρας δημητριακών με ένα κομμάτι φρέσκο φρούτο ή μαζί με ένα απλό γιαούρτι.
Τα ευρήματα αυτά προστίθενται σε έναν αυξανόμενο όγκο ερευνών που συνδέουν τα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα με χρόνια προβλήματα υγείας. Προηγούμενες μελέτες σε ενήλικες έχουν συνδέσει την υψηλή πρόσληψη με αυξημένο κίνδυνο παχυσαρκίας, διαβήτη, καρδιακών παθήσεων, ακόμη και πρόωρου θανάτου. Ωστόσο, λίγες μελέτες έχουν επικεντρωθεί ειδικά στις επιπτώσεις στην υγεία των μικρών παιδιών.
Επειδή ο αποκλεισμός αυτών των τροφίμων είναι ανέφικτος στην καθημερινή ζωή, λόγω της ευρείας διαθεσιμότητάς τους και της τιμής τους, οι ειδικοί σε θέματα παιδικής διατροφής συνιστούν τον κανόνα «80/20» ως ρεαλιστικό στόχο: υγιεινές επιλογές για το 80% της διατροφής και μικρές «παρασπονδίες» μέχρι και στο 20%.
«Τα ευρήματά μας υπογραμμίζουν την ανάγκη για πρωτοβουλίες δημόσιας υγείας που θα προωθήσουν την αντικατάσταση των υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων με μη επεξεργασμένα ή ελάχιστα επεξεργασμένα τρόφιμα», καταλήγουν οι συγγραφείς.
Το μικροβίωμα του εντέρου μπορεί να παχαίνει το παιδί
Μακροζωία: Τα τρόφιμα που «κλέβουν» χρόνια ζωής – Κίνδυνος και για τους χορτοφάγους
Τα επικίνδυνα τρόφιμα που οδηγούν σε κατάθλιψη και κόβουν χρόνια από τη ζωή μας