Τα πρώτα χρόνια της ζωής ενός παιδιού θεωρούνται κρίσιμα για την ανάπτυξή του και τις διαφορετικές της πτυχές. Γι’ αυτό και οι γονείς θα πρέπει να είναι προσεκτικοί σχετικά με τις επιλογές που κάνουν. Μια νεότερη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο Acta Paediatrica, διερεύνησε μία από αυτές, που σχετίζεται με τον χρόνο που τα νήπια περνούν μπροστά από μια οθόνη.
Αν και δεν είναι η πρώτη φορά που η παρακολούθηση βίντεο διερευνάται ως προς τις επιπτώσεις της, η ψυχολόγος Δρ Sarah Kucker, επίκουρη καθηγήτρια ψυχολογίας στο Κολέγιο Dedman College of Humanities & Sciences από το Πανεπιστήμιο Southern Methodist και μια ομάδα συναδέλφων της θέλησαν να διερευνήσουν πώς αυτός ο χρόνος συνδέεται με τη γλωσσική τους ανάπτυξη. Πράγματι, η παρακολούθηση βίντεο μπορεί να την επηρεάσει.
Ειδικότερα, τα νήπια 17 έως 30 μηνών περνούν σχεδόν δύο ώρες καθημερινά παρακολουθώντας βίντεο. Πρόκειται για μια δραματική αλλαγή -της τάξης του 100%- σε σύγκριση με με τις εκτιμήσεις πριν από την πανδημία του κορωνοϊού. Aυτό, όμως, έχει ως συνέπεια τη μικρότερη ανάπτυξη του λεξιλογίου των παιδιών. Όπως διαπιστώθηκε, όσων παιδιών οι γονείς ή φροντιστές χρησιμοποιούσαν τα ψηφιακά μέσα με σκοπό να τα ηρεμήσουν, αυτά είχαν την τάση να χρησιμοποιούν φράσεις και προτάσεις με λιγότερες λέξεις.
Ωστόσο, οι συγγραφείς της μελέτης προσθέτουν τη σημαντική προειδοποίηση που αφορά στα κίνητρα των φροντιστών: αρνητικός αντίκτυπος από την έκθεση των παιδιών στα ψηφιακά μέσα θα μπορούσε ενδεχομένως να μετριαστεί, εάν τα βίντεο προορίζονταν είτε για εκπαιδευτικούς σκοπούς είτε σε μια προσπάθεια να ενισχυθούν οι κοινωνικές δεξιότητες, όπως μια βιντεοκλήση με κάποιο μέλος της οικογένειας.
«Στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής, η γλώσσα είναι ένα από τα βασικά συστατικά της ανάπτυξης που γνωρίζουμε ότι τα πολυμέσα μπορούν να επηρεάσουν. Υπάρχουν λιγότερες έρευνες που επικεντρώνονται στα νήπια που χρησιμοποιούν ψηφιακά μέσα σε σχέση με τις μεγαλύτερες ηλικίες, γι’ αυτό και προσπαθούμε να κατανοήσουμε καλύτερα πώς τα ψηφιακά μέσα επηρεάζουν αυτή την ηλικιακή ομάδα και ποιος χρόνος οθόνης είναι περισσότερο ωφέλιμος» εξηγεί η Δρ Sarah Kucker.
Κομβική η συμμετοχή του γονέα
Το ερευνητικό πρόγραμμα περιλάμβανε 302 φροντιστές παιδιών, οι οποίοι απάντησαν σε διαφορετικές ερωτήσεις σχετικά με τις λέξεις, τις προτάσεις του παιδιού τους και τον χρόνο που αφιερώνουν σε διάφορες δραστηριότητες στα ψηφιακά μέσα καθημερινά. Τέτοιες δραστηριότητες ήταν το βίντεο/τηλεόραση, τα βιντεοπαιχνίδια, η βιντεοκλήση και τα ηλεκτρονικά βιβλία. Έπρεπε, όμως, οι ίδιοι να εξηγήσουν γιατί χρησιμοποιούν κάθε δραστηριότητα με το παιδί τους. Αντίστοιχα, συγκρίθηκε επίσης η ανάγνωση έντυπων βιβλίων.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές αξιολόγησαν τα επίπεδα χρήσης των μέσων και τους λόγους που παρείχαν οι φροντιστές σχετικά με τη χρήση της οθόνης. Έπειτα, έκαναν μια σύγκριση μεταξύ του λεξιλογίου των παιδιών και το εύρος χρήσης δύο ή περισσότερων λέξεων μαζί.
Η Δρ Kucker αναγνωρίζει ότι οι γονείς συχνά χρησιμοποιούν τα ψηφιακά μέσα για να απασχολούν τα παιδιά τους ενώ εκείνοι ολοκληρώνουν άλλες εργασίες. Προτείνει, ωστόσο, μια μέση λύση: για τους φροντιστές να εξετάζουν προσεκτικά τι είδους βίντεο παρακολουθούν τα παιδιά τους (είτε για μάθηση είτε για διασκέδαση), καθώς και πώς αλληλεπιδρούν με τα νήπια που παρακολουθούν βίντεο. Συνιστά, επίσης, στους φροντιστές και τους γονείς να αναλογιστούν την ποσότητα της έκθεσης των παιδιών και αν μπορούν να επικοινωνούν ταυτόχρονα με αυτά.
Διαβάστε ακόμη:
Οθόνες: Με ποιο τρόπο επηρεάζουν την προσοχή του παιδιού
Οι έξι ώρες που σώζουν το παιδί από το πάχος και τον εθισμό στις οθόνες