Οι έφηβοι που υφίστανται εκφοβισμό από συνομηλίκους αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ψυχωσικών επεισοδίων, αλλά και μειωμένων επιπέδων ενός κρίσιμου νευροδιαβιβαστή του εγκεφάλου, του γλουταμινικού οξέος, που είναι υπεύθυνο για τη συναισθηματική ρύθμιση.
Η ψύχωση χαρακτηρίζεται από απομάκρυνση από την πραγματικότητα και εκδηλώνεται με αποσπασματική ομιλία και συμπεριφορά, ενώ συχνά συνοδεύεται από ψευδαισθήσεις και παραλήρημα.
Πρόσφατες μελέτες, που συνδέουν τις νευρολογικές και ψυχιατρικές πτυχές ορισμένων διαταραχών, αποκαλύπτουν ότι σχετίζονται με χαμηλότερα από το φυσιολογικό επίπεδα γλουταμινικού οξέος σε άτομα που βιώνουν τα πρώτα στάδια ψύχωσης ή σχιζοφρένεια. Το γλουταμινικό οξύ, που υπάρχει σε αφθονία στον πρόσθιο φλοιό του εγκεφάλου (ACC), παίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση των συναισθημάτων, τη λήψη αποφάσεων και τον γνωστικό έλεγχο, επηρεάζοντας λειτουργίες όπως η μάθηση, η μνήμη και η ρύθμιση της διάθεσης. Πρόκειται για έναν νευροδιαβιβαστή ζωτικής σημασίας για την επικοινωνία των νευρικών κυττάρων.
Οι διακυμάνσεις στα επίπεδα του γλουταμινικού οξέος έχουν επιπτώσεις σε διάφορες ψυχιατρικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της σχιζοφρένειας, της κατάθλιψης και του άγχους. Έτσι, η μέτρηση των επιπέδων του στον εγκέφαλο προσφέρει πληροφορίες για τους μηχανισμούς του νευρικού συστήματος που διέπουν αυτές τις διαταραχές και τη θεραπεία τους.
Ωστόσο, η σχέση μεταξύ των μεταβολών των επιπέδων γλουταμινικού οξέος και των εμπειριών εκφοβισμού σε εφήβους παρέμενε ασαφής μέχρι τώρα. Προσπαθώντας να καλύψουν αυτό το κενό, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Τόκιο χρησιμοποίησαν τη φασματοσκοπία μαγνητικού συντονισμού (MRS) για να μετρήσουν τα επίπεδα γλουταμινικού οξέος στον πρόσθιο φλοιό του εγκεφάλου εφήβων στην Ιαπωνία. Βρήκαν τους εφήβους που είχαν υποστεί εκφοβισμό μέσω ερωτηματολογίων και χρησιμοποίησαν ψυχιατρικές αξιολογήσεις για να μετρήσουν τις επιπτώσεις του εκφοβισμού στην ψυχική τους υγεία.
Τα ευρήματά τους αποκάλυψαν μια συσχέτιση μεταξύ του εκφοβισμού και των αυξημένων υποκλινικών ψυχωτικών εμπειριών στην πρώιμη εφηβεία. Σημαντικό ήταν ότι οι εμπειρίες αυτές συσχετίστηκαν με μειωμένα επίπεδα γλουταμινικού οξέος στο πρόσθιο τμήμα του εγκεφάλου.
Ο επικεφαλής συντάκτης της μελέτης, Naohiro Okada επεσήμανε ότι τα νέα ευρήματα θα μπορούσαν δυνητικά να αποτελέσουν ένα πιθανό σημείο για φαρμακευτικές παρεμβάσεις, με στόχο τον μετριασμό της εμφάνισης ψυχωσικών διαταραχών, υπογραμμίζοντας παράλληλα τη σημασία της ύπαρξης προγραμμάτων κατά του εκφοβισμού στα σχολεία. «Τέτοιου είδους προγράμματα επικεντρώνονται στην προώθηση θετικών κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και τη μείωση των επιθετικών συμπεριφορών και είναι χρήσιμα για τη μείωση των περιστατικών ψύχωσης στους εφήβους», τόνισε ο ερευνητής. «Συμβάλουν στη δημιουργία ενός ασφαλούς και υποστηρικτικού περιβάλλοντος για όλους τους μαθητές, μειώνοντας την πιθανότητα εκφοβισμού και τις αρνητικές συνέπειές του», πρόσθεσε.
Μια άλλη πιθανή παρέμβαση, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι η παροχή υποστήριξης και πόρων για τους εφήβους που έχουν βιώσει εκφοβισμό. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει συμβουλευτικές υπηρεσίες, ομάδες υποστήριξης και άλλους πόρους, που μπορούν να βοηθήσουν τους εφήβους να αντιμετωπίσουν τις αρνητικές συνέπειες του εκφοβισμού και να αναπτύξουν ανθεκτικότητα.
Ενώ η ομάδα του δρ. Okada έχει εντοπίσει έναν πιθανό στόχο φαρμακολογικών παρεμβάσεων, υπογραμμίζει ότι οι μη φαρμακολογικές παρεμβάσεις, όπως η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία ή οι παρεμβάσεις που βασίζονται στην ενσυνειδητότητα, αποδεικνύονται επίσης αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση αυτής της ανισορροπίας των νευροδιαβιβαστών.
Διαβάστε ακόμη:
Βullying – Ανοχή: Γιατί οι περισσότεροι παριστάμενοι δεν συγκρατούν τον θύτη
Ψυχικές παθήσεις: Τεστ προβλέπει αν θα νοσήσετε – Θα το κάνετε;
Εκφοβισμός: Γιατί είναι τόσο σκληρά τα παιδιά που κάνουν bullying – Μία ψυχολόγος εξηγεί