Ένα απλό τεστ της ταχύτητας βάδισης μπορεί να προβλέψει κατά πόσο οι νεαροί ενήλικες που έχουν υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο είναι έτοιμοι να επιστρέψουν στην εργασία τους σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Stroke την επιθεώρηση της Αμερικανικής Εταιρίας Εγκεφαλικού Επεισοδίου που είναι τμήμα της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρίας.
Σήμερα υπολογίζεται ότι ο ένας στους τέσσερις ασθενείς με εγκεφαλικό επεισόδιο είναι κάτω των 65 ετών και έως και το 44% αυτών ενδεχομένως να μην επιστρέψουν στην εργασία τους εξαιτίας δυσκολιών βάδισης.
«Το εγκεφαλικό επεισόδιο επηρεάζει τον έλεγχο και την λειτουργία των κινήσεων. Για να επιστρέψει ο ασθενής στην εργασία του πρέπει να είναι σε θέση να περπατά και να οδηγεί. Εάν δεν μπορεί να περπατήσει ή κουράζεται εύκολα τότε επηρεάζεται αναμφίβολα η απόδοση στην εργασία» είπε η Δρ. Hannah Jarvis επικεφαλής ερευνήτρια και συνεργαζόμενη ερευνήτρια στο Μητροπολιτικό Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ.
Οι ερευνητές ανέλυσαν την σχέση ανάμεσα στην ταχύτητα βάδισης και την ετοιμότητα να επιστρέψει κάποιος στη δουλειά του μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο. Συνέκριναν την κινητικότητα σε 46 επιζήσαντες εγκεφαλικού επεισοδίου από την Ουαλία, ηλικίας 18-65 ετών, με 15 άτομα που δεν είχαν υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο. Οι ερευνητές αξιολόγησαν την ταχύτητα βάδισης και την απόσταση που κάλυψαν οι συμμετέχοντες σε τρία λεπτά.
Διαπίστωσαν ότι μια ταχύτητα βάδισης άνω των 900 μέτρων ανά λεπτό ήταν ένα κρίσιμο ορόσημο. Όσοι επιζήσαντες του εγκεφαλικού επεισοδίου βάδιζαν πιο αργά από το ορόσημο είχαν πολύ λιγότερες πιθανότητες να επιστρέψουν στην εργασία τους.
Από το 23% όσων επέστρεψαν στην εργασία τους το 90% περπατούσαν γρηγορότερα από το παραπάνω ορόσημο. Εκείνοι που επέστρεψαν στην εργασία τους περπατούσαν σχεδόν 1800 m/sec συγκριτικά με όσους δεν επέστρεψαν στην εργασία τους και κάλυπταν μόνο 700m/sec.
Οι νεαροί επιζήσαντες του εγκεφαλικού περπατούσαν με χαμηλότερη ταχύτητα και μεγαλύτερο κόπο συγκριτικά με τους υγιείς εθελοντές.
«Η ταχύτητα βάδισης είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για τους κλινικούς γιατρούς προκειμένου να αξιολογήσουν την ικανότητα του ασθενούς να επιστρέψει στην εργασία του. Επίσης αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο εκτίμησης της αποκατάστασης του ασθενούς. Για παράδειγμα μπορούν να εστιάσουν στην αύξηση και διατήρηση της ταχύτητας βάδισης προκειμένου οι ασθενείς να είναι σε θέση να επιστρέψουν στην εργασία τους» πρόσθεσε η Δρ. Hannah Jarvis.