Μια συσκευή που τοποθετείται στο κεφάλι και επηρεάζει τον εγκέφαλο μέσω ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων φαίνεται πως μπορεί να αναστρέψει τις επιπτώσεις της νόσου Αλτσχάιμερ, σύμφωνα με μία μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of Alzheimer’s Disease.
Κατά τη διάρκεια της δοκιμής, οκτώ ασθενείς με ήπια ή μέτρια μορφή της νευροεκφυλιστικής διαταραχής έλαβαν μέρος σε μια πειραματική διακρανιακή ηλεκτρομαγνητική θεραπεία (TEMT), όπου οι συμμετέχοντες έπρεπε να φορέσουν ένα είδος κράνους με μαγνήτες, το οποίο έστελνε ηλεκτρικές ώσεις για να διασπάσουν τη συσσώρευση των πρωτεϊνών που διακόπτουν τη σωστή λειτουργία των νευρικών κυττάρων.
Οι ασθενείς χρησιμοποίησαν το σύστημα TEMT, η λειτουργία του οποίου είναι να διασπά τη συγκέντρωση των πρωτεϊνών β-αμυλοειδές και tau που ενοχοποιούνται για την πρόκληση της νόσου Αλτσχάιμερ, δύο φορές την ημέρα για μία ώρα, με τη λογική ότι όταν αυτές οι πρωτεΐνες καταστρέφονται, τα προηγουμένως μπλοκαρισμένα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου μπορούν, θεωρητικά, να λειτουργήσουν και πάλι κανονικά.
Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα που ανέπτυξε το εν λόγω σύστημα, οι ενδείξεις δηλώνουν ότι η μέθοδος πράγματι δουλεύει, αλλά η έκταση των δυνατοτήτων της για την αναστροφή ή την πρόληψη της φθοράς που δημιουργείται από τη νόσο είναι ακόμα ασαφής.
Για να μπορέσουν να εκτιμήσουν τα αποτελέσματα της θεραπείας, οι ερευνητές υπέβαλαν τους ασθενείς σε μετρήσεις από το 0 έως το 70 στην κλίμακα ADAS, η οποία μετρά την ένταση της νόσου Αλτσχάιμερ, με την υψηλότερη τιμή να αντιπροσωπεύει τη χειρότερη κατάσταση του ασθενούς. Μετά από δύο μήνες, λοιπόν, οι επτά στους οκτώ ασθενείς παρουσίασαν βελτίωση κατά τουλάχιστον τέσσερις βαθμούς στην κλίμακα, ποσοστό που θεωρείται κλινικά σημαντικό.
Σημειώνεται ότι οι πάσχοντες από τη νόσο συνήθως παρουσιάζουν πτώση της τάξης των τεσσάρων βαθμών σε διάστημα ενός χρόνου στην κλίμακα ADAS, γεγονός που υποδεικνύει ότι το σύστημα TEMT ουσιαστικά μετέφερε την κατάσταση των ασθενών στο επίπεδο που βρίσκονταν ένα χρόνο πριν. Επίσης, οι συμμετέχοντες στη δοκιμή είχαν καλύτερη απόδοση και στα τεστ ανάκλησης λέξεων.
Όπως αναφέρει η εταιρεία που ανέπτυξε το σύστημα TEMT, μάλιστα, «η δοκιμή ήταν τόσο πετυχημένη, με σημαντικά μεγάλη βελτίωση στα τεστ μνήμης, γλώσσας, προσοχής, συμπεριφοράς και διάθεσης, που παρατάθηκε για 17 μήνες», καθώς οι ασθενείς δεν ήθελαν να επιστρέψουν τον εξοπλισμό. Στο πλαίσιο αυτό οι ερευνητές πλέον ευελπιστούν ότι τα αισιόδοξα αυτά αποτελέσματα θα είναι η αρχή μιας τεράστιας ανακάλυψης για την έρευνα της νόσου Αλτσχάιμερ.
«Ήταν εντυπωσιακό το γεγονός ότι η σημαντική βελτίωση στην κλίμακα ADAS διατηρήθηκε ακόμα και δύο εβδομάδες μετά τη θεραπεία. Η πιθανότερη εξήγηση για αυτό το συνεχόμενο όφελος μετά τη λήξη της δοκιμής είναι ότι η μέθοδος αυτή επηρεάζει την ίδια η διαδικασία της νόσου Αλτσχάιμερ», αναφέρει ο Δρ. Gary Arendash, διευθυντής της εταιρείας που ανέπτυξε το σύστημα TEMT.
Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε αφενός ότι κανείς από τους ασθενείς δεν παρουσίασε παρενέργειες από τη θεραπεία, με την εταιρεία να ευελπιστεί σε διεύρυνση των δοκιμών σε 150 επιπλέον άτομα, καθώς ο μικρός αριθμός συμμετεχόντων στην παρούσα δοκιμή περιορίζει τις πιθανότητες των αποτελεσμάτων.