Μια σημαντική ανακάλυψη θα μπορούσε να αλλάξει δραματικά τον τρόπο και την ταχύτητα με την οποία διαγιγνώσκεται η αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση (ALS). Επιστημόνες από το Brain Chemistry Labs, με επικεφαλής την Δρα. Sandra Banack, ανέπτυξε ένα νέο τεστ αίματος που μπορεί να εντοπίσει την αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση με εντυπωσιακή ακρίβεια. Το τεστ αυτό βασίζεται στην ανίχνευση ενός μοναδικού μοτίβου από μικροσκοπικά μόρια στο αίμα, γνωστά ως microRNAs (miRNAs), τα οποία λειτουργούν ως «διακόπτες» για τη ρύθμιση διάφορων λειτουργιών στο σώμα.
Η πλάγια μυατροφική σκλήρυνση (ALS) είναι μία από τις πιο σοβαρές και προοδευτικές νευροεκφυλιστικές παθήσεις, η οποία προσβάλλει τους ανώτερους κινητικούς νευρώνες του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Η νόσος προκαλεί σταδιακή παράλυση των μυών, με την πλειονότητα των ασθενών να καταλήγουν μέσα σε 2 έως 5 χρόνια από την έναρξή της. Η διάγνωσή της, ωστόσο, παραμένει ιδιαίτερα δύσκολη και μπορεί να αργήσει μήνες ή ακόμη και χρόνια, μιας και βασίζεται στις κλινικές παρατηρήσεις, ενώ παράλληλα είναι συνήθεις οι λανθασμένες διαγνώσεις.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Brain Communications, εξέτασε δείγματα αίματος από 331 άτομα, συμπεριλαμβανομένων 119 ασθενών με ALS, 42 ασθενών με πρωτοπαθή πλευρική σκλήρυνση (μια κατάσταση που μοιάζει με την ALS), 20 ασθενών με νόσο του Parkinson και 150 υγιείς εθελοντές. Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν προηγμένες τεχνικές για να απομονώσουν και να αναλύσουν τα miRNAs, που βρίσκονται στα εξωκυτταρικά κυστίδια και προέρχονται από τα νευρικά κύτταρα.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, το τεστ κατάφερε να εντοπίσει την ALS με ακρίβεια που φτάνει το 100% σε κάποιες αναλύσεις, χωρίς να παραλείπει καμία περίπτωση. Το τεστ, επίσης, επιδεικνύει εξαιρετική ακρίβεια της τάξεως του 97%, κάτι που σημαίνει ότι είναι πολύ σπάνιο να δώσει ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Αυτή η υψηλή ευαισθησία και εξειδίκευση κάνουν το τεστ ένα από τα πιο ακριβή διαγνωστικά εργαλεία στην ιατρική, όπου τέτοιες επιδόσεις είναι σπάνιες.
Το βασικό πλεονέκτημα αυτής της μεθόδου είναι η ιδιότητά της να διακρίνει την ALS από άλλες παθήσεις που μιμούνται τα συμπτώματά της, όπως η πρωτοπαθής πλευρική σκλήρυνση. Αυτή η ιδιότητα θα μπορούσε να αποτρέψει λάθος διαγνώσεις και να μειώσει τον άχρηστο φόρτο εξετάσεων και θεραπειών, δίνοντας στους ασθενείς μια πιο ακριβή και άμεση διάγνωση.
Η ανακάλυψη αυτή δεν σημαίνει την αντικατάσταση των κλασικών μεθόδων διάγνωσης από τους νευρολόγους, αλλά την ενίσχυση της διαδικασίας με έναν γρήγορο και ακριβή διαγνωστικό εργαλείο. «Η γρήγορη διάγνωση θα επιτρέψει την αρχή της θεραπείας νωρίτερα, οδηγώντας σε καλύτερα αποτελέσματα για τους ασθενείς με ALS», δήλωσε η Δρ. Sandra Banack, επικεφαλής της έρευνας.
Αν και το τεστ δεν είναι ακόμα διαθέσιμο για κλινική χρήση, οι ερευνητές ελπίζουν ότι θα γίνει σύντομα ένα συμπληρωματικό εργαλείο στην καθημερινή διάγνωση της ALS. Η ανάπτυξη αυτής της τεχνολογίας μπορεί να μειώσει τον χρόνο που απαιτείται για τη διάγνωση και να αυξήσει την ακρίβεια των διαγνώσεων, γεγονός που θα έχει τεράστια σημασία για τους ασθενείς.
Νέα χειρουργική τεχνική χάρισε κίνηση σε 13 ενήλικες με πλήρη παράλυση