Άνδρες με έναν συγκεκριμένο υπότυπο του γονιδίου HSD3B1 (3βυδροξυστεροειδική αφυδρογονάση) μπορεί να εμφανίσουν αντίσταση στον συνδυασμό ακτινοθεραπείας και ορμονοθεραπείας στον καρκίνο του προστάτη, συνδυαστική θεραπεία που επιλέγεται για ασθενείς με εκτεταμένους όγκους.
Σύμφωνα με τους ερευνητές της Κλινικής Cleveland, το γονίδιο HSD3B1 κωδικοποιεί το κυρίαρχο ισοένζυμο 3bHSD1, έναν δυνητικό προγνωστικό βιοδείκτη της ανταπόκρισης στη συνδυασμένη ορμονοθεραπεία και ακτινοθεραπεία, το οποίο μπορεί να βοηθήσει τους γιατρούς να αποφασίσουν πώς θα βελτιωθεί η θεραπεία π.χ. με την προσθήκη αναστολέvn της σηματοδότησης μέσω του υποδοχέα των ανδρογόνων.
Η επιστημονική ομάδα είχε διαπιστώσει σε παλαιότερη μελέτη ότι μια παραλλαγή στο γονίδιο HSD3B1 οδηγούσε σε ταχύτερη αντίσταση στη θεραπεία στέρησης ανδρογόνων. Στην τελευταία έρευνα που δημοσιεύεται στο Journal of Clinical Investigation, αναζήτησαν τις πιθανότητες αυτή η αντίσταση στην ορμονοθεραπεία από το HSD3B1 να σχετίζεται με την αντίσταση στην ακτινοθεραπεία.
«Η σταθερότητα του ενζύμου μπορεί να επηρεάσει δραματικά τον ρυθμό με τον οποίο τα καρκινικά κύτταρα παράγουν τεστοστερόνη από τις κυκλοφορούσες πρόδρομες ουσίες των επινεφριδίων, γεγονός εξαιρετικά σημαντικό για μια νόσο όπως ο καρκίνος του προστάτη που εξαρτάται από την τεστοστερόνη», δήλωσε ο Δρ Omar Mian, MD, PhD, ακτινοθεραπευτής-ογκολόγος στην Cleveland Clinic και εκ των συγγραφέας της μελέτης. «Το επιτρεπτικό αλληλόμορφο του HSD3B1 των επινεφριδίων μπορεί να αυξήσει την παραγωγή τεστοστερόνης στους όγκους, παρακάμπτοντας τη συχνότερη κατηγορία φαρμάκων για τη μείωση της τεστοστερόνης, με συνέπεια την αντίσταση στη συνδυασμένη ορμονοθεραπεία και την ακτινοβολία».
Ενισχυμένη ικανότητα για επιδιόρθωση στο DNA
Οι ερευνητές αξιολόγησαν προκλινικά μοντέλα καρκίνου του προστάτη και εξέτασαν ειδικότερα τα επίπεδα ανταπόκρισής τους στην ακτινοθεραπεία. Διερεύνησαν την επίδραση των επιπέδων του ενζύμου 3βHSD1 και του γονότυπου του HSD3B1 στην ικανότητα των καρκινικών κυττάρων του προστάτη να επιδιορθώνουν βλάβες στο DNA τους καθώς και τη συσχέτιση μεταξύ της σηματοδότησης των ανδρογόνων και των μονοπατιών επιδιόρθωσης του DNA. Το δείγμα αποτέλεσαν 681 δείγματα ασθενών που υποβλήθηκαν σε θεραπεία για καρκίνο του προστάτη στην Cleveland Clinic, για τους οποίους υπήρχαν διαθέσιμα δεδομένα γονιδιακής έκφρασης. Τέλος, επιχείρησαν να αντιστρέψουν τη μεσολάβηση της 3βHSD1 στην αντίσταση στην ακτινοθεραπεία με στοχευμένους συνδυασμούς ορμονοθεραπείας.
«Υπήρξε σαφής αλληλεπίδραση μεταξύ της σηματοδότησης του υποδοχέα ανδρογόνων και της απόκρισης σε βλάβη του DNA σε όλα τα προκλινικά μοντέλα καθώς και σε δείγματα ασθενών» δήλωσε ο Δρ Mian και πρόσθεσε πως «ακόμη και η χαμηλή παραγωγή τεστοστερόνης στον ίδιο τον όγκο και πιθανώς πέριξ αυτού, φάνηκε να οδηγεί σε ισχυρή αντίσταση στην ακτινοθεραπεία. Αυτή η αντίσταση σχετίστηκε με ενισχυμένη ικανότητα επιδιόρθωσης βλαβών του DNA σε κύτταρα που εκφράζουν το επιτρεπτικό αλληλόμορφο 3βHSD1».
Μια σημαντική ωστόσο διαπίστωση ήταν ότι αυτή η αντίσταση ήταν αναστρέψιμη με θεραπεία αποκλεισμού ανδρογόνων.
Οι ερευνητές κατέληξαν ότι τέτοιες μελέτες μπορεί να διαμορφώσουν ένα πρωτόκολλο βασισμένο σε υποτύπους γονιδίων όπως το HSD3B1 για την διαβάθμιση των ασθενών σε επίπεδα κινδύνου και την υπόδειξη κατάλληλης θεραπείας, ώστε να εντατικοποιηθεί το θεραπευτικό πλάνο για ογκολογικούς ασθενείς με νόσο υψηλού κινδύνου ή να μειωθεί για ασθενείς με λιγότερο επιθετικό βάσει γονιδίων τύπο καρκίνου του προστάτη, ώστε να τους προφυλάξει από τις παρενέργειες της πιο ισχυρής θεραπείας.
Διαβάστε επίσης:
Καρκίνος του μαστού: Η νόσος που δεν πρέπει να φοβίζει – Κλειδί η έγκαιρη διάγνωση
Καρκίνος: Έξι ύποπτα σημάδια που προειδοποιούν για τη νόσο – Τι να κάνετε