Στο επίκεντρο διαφορετικών μελετών έχουν βρεθεί τα αντισυλληπτικά χάπια, κυρίως για τις αρνητικές επιπτώσεις που θα μπορούσε να επιφέρει η χρήση τους. Σε ένα τέτοιο ανησυχητικό συμπέρασμα κατέληξε και μια νεότερη μελέτη, επισημαίνοντας τις παρατηρούμενες διαφορές στον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου.
Πιο συγκεκριμένα, η νέα καναδική μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο Frontiers in Endocrinology, εξέτασε τις επιδράσεις των αντισυλληπτικών χαπιών στο πάχος μιας συγκεκριμένης περιοχής του εγκεφάλου, γνωστός ως κοιλιακός-έσω προμετωπιαίος φλοιός (vmPFC) και την πιθανή σύνδεσή της με τη συναισθηματική ρύθμιση στις γυναίκες. Όπως διαπίστωσαν, τα αντισυλληπτικά χάπια θα μπορούσαν να μεταβάλλουν τον τρόπο με τον οποίο οι γυναίκες βιώνουν τον φόβο, καθώς οι γυναίκες που τα χρησιμοποιούσαν είχαν λεπτότερο προμετωπιαίο φλοιό, σε σύγκριση με τους άντρες συμμετέχοντες.
Ο προμετωπιαίος φλοιός είναι το τμήμα του εγκεφάλου που διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη ρύθμιση των συναισθημάτων: «Αυτό το τμήμα του προμετωπιαίου φλοιού θεωρείται ότι υποστηρίζει τον έλεγχο των συναισθημάτων, όπως τη μείωση των σημάτων φόβου στο πλαίσιο μιας ασφαλούς κατάστασης. Τα αποτελέσματά μας μπορεί να αντιπροσωπεύουν έναν μηχανισμό με τον οποίο τα αντισυλληπτικά χάπια θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη ρύθμιση των συναισθημάτων στις γυναίκες» σημειώνει η πρώτη συγγραφέας της μελέτης Alexandra Brouillard, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Κεμπέκ στο Μόντρεαλ.
Στόχος της μελέτης ήταν να διερευνηθούν τόσο οι άμεσες όσο και οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της χρήσης των αντικαταθλιπτικών, καθώς και ο ρόλος των φυσικά παραγόμενων και συνθετικών ορμονών του φύλου σε περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την επεξεργασία του φόβου. Για τη διεξαγωγή της έρευνας, η ομάδα προσέλκυσε γυναίκες που είχαν χρησιμοποιήσει στο παρελθόν τα σκευάσματα, αλλά δεν τα χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια της μελέτης, γυναίκες που δεν είχαν χρησιμοποιήσει ποτέ ορμονική αντισύλληψη και άνδρες.
Η σύγκριση αυτή επέτρεψε στους ερευνητές να αξιολογήσουν τη σχέση μεταξύ της χρήσης των αγωγών και των τωρινών και μακροπρόθεσμων αλλαγών στη δομή του εγκεφάλου, καθώς και να εντοπίσουν πιθανές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων, καθώς οι γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς σε διαταραχές που σχετίζονται με το άγχος και το στρες από ό,τι οι άνδρες.
Το μειωμένο πάχος του φλοιού που παρατηρήθηκε υποδηλώνει ότι η χρήση των αντισυλληπτικών ενδέχεται να αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης ελλειμμάτων ρύθμισης των συναισθημάτων κατά τη διάρκεια της χρήσης τους. Ωστόσο, οι ερευνητές σημείωσαν επίσης ότι αυτές οι επιδράσεις μπορεί να είναι αναστρέψιμες μετά τη διακοπή των αντισυλληπτικών, καθώς οι προηγούμενοι χρήστες δεν εμφάνισαν τις ίδιες ανατομικές αλλαγές με τους σημερινούς χρήστες. Παρ’ όλα αυτά, οι επιστήμονες τόνισαν την ανάγκη για περαιτέρω μελέτες προκειμένου να επιβεβαιωθούν τα συγκεκριμένα ευρήματα.
Επί του παρόντος, η ερευνητική ομάδα διερευνά τον αντίκτυπο της ηλικίας έναρξης και της διάρκειας της χρήσης των αντισυλληπτικών χαπιών, με στόχο την καλύτερη κατανόηση των πιθανών μακροπρόθεσμων επιπτώσεων, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλά έφηβα κορίτσια αρχίζουν να τα χρησιμοποιούν κατά τη διάρκεια μιας κρίσιμης περιόδου ανάπτυξης του εγκεφάλου.
Παρά τα ενδιαφέροντα ευρήματα, οι ερευνητές προειδοποίησαν κατά της εξαγωγής άμεσων συμπερασμάτων σχετικά με τις συμπεριφορικές και ψυχολογικές επιπτώσεις της χρήσης των αντισυλληπτικών με βάση μόνο τις ανατομικές αλλαγές. Τόνισαν ότι στόχος τους δεν είναι να αποθαρρύνουν τη χρήση των αγωγών, αλλά να υπογραμμίσουν τη σημασία της συνεκτίμησης των πιθανών επιπτώσεών τους στον εγκέφαλο.
Διαβάστε επίσης
Αντισυλληπτικά χάπια: Είναι τα υπέρ περισσότερα από τα κατά;