Σοβαρή απειλή για την καρδιά αποτελεί η νόσος COVID-19, αυξάνοντας τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων όπως έμφραγμα και εγκεφαλικό επεισόδιο ένα χρόνο μετά τη νόσηση. Η μελέτη που χρηματοδοτήθηκε από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ και δημοσιεύτηκε στο Nature Cardiovascular Research, φωτίζει επιπλέον τους υπαίτιους μηχανισμούς και υποδεικνύει τις ομάδες υψηλού κινδύνου.
Πλήθος μελετών κατά το παρελθόν συμπέραναν ότι ο SARS-CoV-2 μπορεί να μολύνει άμεσα ιστούς σε όργανα όπως ο εγκέφαλος και οι πνεύμονες, τα δεδομένα ωστόσο σχετικά με τις επιπτώσεις της λοίμωξης στο καρδιαγγειακό σύστημα ήταν περιορισμένα. Επί τούτω, η ερευνητική ομάδα εξέτασε το αποτύπωμα τις νόσησης στις στεφανιαίες αρτηρίες οκτώ ηλικιωμένων ανδρών και γυναικών με ιστορικό αθηροσκλήρωσης που είχαν καταλήξει από COVID-19.
Μετά την είσοδο του ιού στον οργανισμό και αφού φτάσει στα κύτταρα, το ανοσοποιητικό σύστημα αποστέλλει μια ομάδα λευκών αιμοσφαιρίων, τα μακροφάγα, για την καταπολέμησή του. Στις αρτηρίες, τα μακροφάγα συμβάλλουν επιπρόσθετα στην απομάκρυνση της περίσσειας χοληστερόλης από τον οργανισμό. Όταν η εναπόθεση λιπιδίων στα μακροφάγα αυξάνει, μεταλλάσσονται στα αφρώδη κύτταρα, τα οποία προκαλούν τον σχηματισμό αθηρωματικών πλακών.
Για να ελέγξουν την εμπλοκή του SARS-CoV-2 στις φυσιολογικές διαδικασίες των μακροφάγων στις αρτηρίες, οι ερευνητές με επικεφαλής την Chiara Giannarelli, M.D., Ph.D., αναπληρώτρια καθηγήτρια στα τμήματα Ιατρικής και Παθολογίας της Ιατρικής Σχολής Grossman του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, συνέλεξαν ιστούς από τις στεφανιαίες αρτηρίες των οκτώ αποβιωσάντων, επιβεβαιώνοντας την παρουσία του ιού. Έπειτα, συγκέντρωσαν κύτταρα από τις αρτηρίες και την αθηρωματική πλάκα – συμπεριλαμβανομένων μακροφάγων και αφρωδών κυττάρων- από υγιείς ασθενείς και τα μόλυναν εργαστηριακά με SARS-CoV-2. Όπως διαπιστώθηκε, ιός μπόρεσε να τα μολύνει.
Τα αποτελέσματα έδειξαν επίσης ότι:
- ο κορωνοϊός μολύνει τα μακροφάγα σε υψηλότερο ποσοστό από ό,τι άλλα κύτταρα των αρτηριών
- τα αφρώδη κύτταρα με την αυξημένη εναπόθεση χοληστερόλης ήταν τα πλέον ευαίσθητα στη λοίμωξη και δεν μπορούσαν να απαλλαγούν εύκολα από τον ιό
- τα μακροφάγα απελευθέρωσαν άμεσα κυτταροκίνες, ειδικές πρωτεϊνες που ενεργοποιούν τη φλεγμονή και ενισχύουν τον σχηματισμό αθηρωματικής πλάκας.
Τα παραπάνω, σημειώνουν οι ερευνητές, συστήνουν ότι τα αφρώδη κύτταρα λειτουργούν πιθανώς ως δεξαμενή του SARS-CoV-2 στην αθηρωματική πλάκα και, κατά συνέπεια, μεγαλύτερη συσσώρευσης πλάκας συνεπάγεται σοβαρότερη και πιο επίμονη νόσηση COVID-19. Η απελευθέρωση κυτταροκινών έπειτα, εξηγεί γιατί οι άνθρωποι με προϋπάρχουσα αθηροσκλήρωση μπορεί να εκδηλώσουν καρδιαγγειακές επιπλοκές ακόμα και έναν χρόνο μετά τη λοίμωξη από κορωνοϊό.
«Ο ιός διαμορφώνει ένα υπερφλεγμονώδες περιβάλλον που θα μπορούσε να πορωθεί την ανάπτυξη πλάκας, τη ρήξη και την παρεμπόδιση της αιμάτωσης της καρδιάς, του εγκεφάλου και άλλων βασικών οργάνων» ανέφερε η μεταδιδακτορική συνεργάτιδα στο Τμήμα Ιατρικής του ιατρικού κέντρου Langone Health του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, Natalia Eberhardt.
Διαβάστε επίσης:
Καρδιά: Αυτή η διατροφή σαμποτάρει την καρδιαγγειακή υγεία
Καρδιά: Όλες οι κινήσεις που τη σώζουν – Το πρόγραμμα των 6 ημερών