Κανένας (ίσως) δεν μπορεί να αντισταθεί σε ένα κομμάτι πίτσα, μια χωριάτικη χορτόπιτα ή τυρόπιτα ή μια λαχταριστή μακαρονάδα. Αυτοί όμως που μπορεί να αντιμετωπίσουν συμπτώματα όπως διάρροια, κοιλιακό πόνο και φούσκωμα, θα πρέπει να τα αποφύγουν. Σύμφωνα μάλιστα με νεότερα ευρήματα οι πάσχοντες από κοιλιοκάκη κινδυνεύουν και από μία ακόμη πολύ πιο σοβαρή επιπλοκή, την εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων.
Σύμφωνα με έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όσοι πάσχουν από κοιλιοκάκη, που μπορεί να προκαλέσει τα παραπάνω συμπτώματα έπειτα από την κατανάλωση τροφίμων με γλουτένη, εμφανίζουν υψηλότερο κίνδυνο καρδιακών δυσλειτουργιών, ο οποίος αυξάνεται ανάλογα με το χρονικό διάστημα που πάσχουν από αυτή την πάθηση.
Ενώ προηγούμενες μελέτες είχαν επίσης εντοπίσει μια σχέση μεταξύ της κοιλιοκάκης και του αυξημένου κινδύνου εμφάνισης καρδιακών παθήσεων, οι ερευνητές πίστευαν ότι το αποτέλεσμα αυτό οφειλόταν στο ότι οι ασθενείς παρουσίαζαν και άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλή χοληστερόλη και παχυσαρκία.
Ωστόσο, οι συγγραφείς της παρούσας μελέτης ισχυρίζονται το αντίθετο. Χρησιμοποιώντας νοσοκομειακά δεδομένα περίπου 470.000 Βρετανών ηλικίας 40 έως 69 ετών και αναλύοντας την κατάσταση της υγείας τους κατά τη διάρκεια τεσσάρων ετών, διαπίστωσαν ότι καρδιαγγειακά προβλήματα, όπως μια καρδιακή προσβολή, συνέβαιναν κάθε χρόνο σε εννέα στους 1.000 πάσχοντες από κοιλιοκάκη, σε σύγκριση με περίπου επτά στους 1.000 που δεν έπασχαν από τη νόσο.
Πρόσθεσαν, μάλιστα, ότι ο κίνδυνος δεν άλλαζε ακόμα και σε περίπτωση που οι ασθενείς διατηρούσαν ένα φυσιολογικό βάρος και δεν αντιμετώπιζαν άλλα προβλήματα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την καρδιαγγειακή υγεία.
Οι επιστήμονες υποθέτουν ότι πίσω από τη σχέση αυτή μπορεί να κρύβεται μια δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς πολλές άλλες αυτοάνοσες παθήσεις, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο λύκος, σχετίζονται επίσης με αυξημένο κίνδυνο καρδιακής προσβολής.
Άλλωστε και στην περίπτωση της κοιλιοκάκης, ένα αυτοάνοσο νόσημα, το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού εκλαμβάνει λανθασμένα τις ουσίες που βρίσκονται στη γλουτένη ως απειλή και επιτίθεται σε αυτές, καταστρέφοντας τον ιστό του εντέρου. Οι λόγοι πίσω από αυτή την αντίδραση μέχρι σήμερα δεν είναι πλήρως κατανοητοί.
Η επιστημονική ομάδα, όπως σημειώνει στο BMJ Medicine, συνιστά στους κλινικούς γιατρούς να ενημερώνουν τους ασθενείς για τον αυξημένο κίνδυνο και να προσπαθούν από κοινού για τη βελτιστοποίηση της υγείας της καρδιάς.
Διαβάστε επίσης
Κοιλιοκάκη: Η θεραπεία που ξαναβάζει τη γλουτένη στο πιάτο των ασθενών
Κοιλιοκάκη: Το γνωστό φάρμακο που επιτρέπει την κατανάλωση γλουτένης