Τη χορήγηση χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνης μέσω ενέσεων που αναγκάζονται να λαμβάνουν ασθενείς με κάταγμα για την πρόληψη της εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης φαίνεται πως μπορεί να αντικαταστήσει μια εναλλακτική εξίσου αποτελεσματική και λιγότερο επώδυνη. Σύμφωνα με της μεγαλύτερη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο New England Journal of Medicine, η γνωστή ασπιρίνη σημείωσε τα ίδια προστατευτικά οφέλη με τις αντιπηκτικές ενέσεις έναντι του κινδύνου θρόμβωσης, συνήθους επιπλοκής σε ασθενείς με χειρουργήσιμο κάταγμα που μπορεί να εμφανίσουν θρόμβους στα άκρα ή τους πνεύμονες (πνευμονική εμβολή), απειλητικούς ακόμα και για τη ζωή τους.
Στη μεγαλύτερη μελέτη σε ασθενείς με ορθοπαιδικό τραύμα, μια διεπιστημονική σύμπραξη ορθοπαιδικών και ορθοπαιδικών-χειρουργών με επικεφαλής ερευνητές από το Τμήμα Ορθοπαιδικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ και την Ένωση για την Έρευνα Μείζονος Τραύματος των Άκρων της Σχολής Δημόσιας Υγείας Bloomberg του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, συμμετείχαν 12.211 ασθενείς με χειρουργήσιμο κάταγμα ποδιού ή βραχίωνα είτε κάταγμα πυέλου ανεξαρτήτως θεραπείας. Διακρίθηκαν τυχαία σε δύο ομάδες: μια ομάδας που λάμβανε 30 mg ενέσιμης ηπαρίνης χαμηλού μοριακού βάρους δύο φορές την ημέρα και μία που λάμβανε 81 mg. ασπιρίνης δύο φορές την ημέρα. Η παρακολούθηση διήρκησε 90 ημέρες.
Το σπουδαιότερο εύρημα της μελέτης, σύμφωνα με τους ερευνητές, ήταν ότι η ασπιρίνη ήταν αποτελεσματική και διόλου «κατώτερη» από την ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους στην πρόληψη του θανάτου από οποιαδήποτε αιτία – σημειώθηκαν 47 θάνατοι στην ομάδα της ασπιρίνης και 45 στην ομάδα της ηπαρίνης. Διαφορές δεν παρατηρήθηκαν ούτε για άλλες σοβαρές επιπλοκές όπως πνευμονικές εμβολές ή αιμορραγικές επιπλοκές, μόλυνση, προβλήματα επούλωσης πληγών και άλλων ανεπιθύμητων ενεργειών από τις θεραπείες.
Η μόνη πιθανή διαφορά που σημειώθηκε ήταν στους θρόμβους στα πόδια (εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση), σχετικά σπάνια και στις δύο ομάδες με 2,5% στην ομάδα της ασπιρίνης και 1,7% στην ομάδα της ηπαρίνης, οι οποίοι όμως θεωρούνται μικρότερης κλινικής σημασία και δεν χρήζουν συνήθως θεραπείας, εξήγησε η επικεφαλής ερευνήτρια και Καθηγήτρια Χειρουργικής, Deborah Stein.
«Σε πολλούς ασθενείς η ιδέα της ένεσης είναι απωθητική. Όχι βέβαια χωρίς λόγο αφού η έγχυση ενός φαρμάκου στο στομάχι με αυτόν τον τρόπο συνοδεύεται από αίσθημα καύσου και μελάνιασμα στο σημείο της ένεσης» σχολίασε η Debra Marvel, σύμβουλος ασθενών που λάμβανε η ίδια ηπαρίνη κατά τις πολλαπλές χειρουργικές επεμβάσεις που χρειάστηκε να υποβληθεί μετά το αυτοκίνητο που τη χτύπησε προκαλώντας της συντριπτικό κάταγμα των ποδιών.
Διαβάστε επίσης:
Κάταγμα ισχίου: Ανησυχητική αύξηση στους ηλικιωμένους – Η λύση που αποκαθιστά το πρόβλημα
Κάταγμα ισχίου: Επέμβαση με γενική ή περιοχική αναισθησία; Έρευνα απαντά
Τα ευρέως χρησιμοποιούμενα φάρμακα που αυξάνουν τον κίνδυνο κατάγματος