Αχαρτογράφητα νερά εξακολουθούν να αποτελούν μέχρι και σήμερα, σε μεγάλο βαθμό, τα αυτοάνοσα νοσήματα, που μπορούν να προκύψουν ξαφνικά, χωρίς να υπάρχουν παράγοντες που να εξηγούν επαρκώς την εμφάνισή τους. Σε μεγάλο βαθμό, τα αυτοάνοσα έχουν συνδεθεί με την ψυχική υγεία, οι ακραίες εκφάνσεις της οποίας μπορούν να προκαλέσουν νοσηρότητα στον οργανισμό, υπογραμμίζοντας με τον πιο ενδεικτικό τρόπο την άρρηκτη σχέση μεταξύ σωματικής και ψυχικής υγείας.
Ένα από τα πιο κοινά αυτοάνοσα είναι ο συστημικός ερυθηματώδης λύκος. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Lupus Foundation of America, περίπου 5 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από κάποια μορφή λύκου. Πρόκειται για μια πάθηση που εμφανίζεται όταν το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στους υγιείς ιστούς ενός ατόμου, προκαλώντας πόνο, φλεγμονή και βλάβη στους ιστούς. Συνήθως προσβάλλει το δέρμα, τις αρθρώσεις, τον εγκέφαλο, τους πνεύμονες, τα νεφρά και τα αιμοφόρα αγγεία.
Μέχρι σήμερα, οι θεραπείες στοχεύουν στον έλεγχο των συμπτωμάτων, τη μείωση της επίθεσης του ανοσοποιητικού στους ιστούς και την προστασία των οργάνων από βλάβες. «Το να βρούμε νέες θεραπείες για το λύκο αποτελεί μια πραγματική πρόκληση», δήλωσε ο Jeffrey Rathmell, καθηγητής Παθολογίας, Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας στο Πανεπιστήμιο Vanderbilt. «Ο πληθυσμός των ασθενών και η νόσος είναι ετερογενείς, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον σχεδιασμό και τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών», συμπλήρωσε.
Στο πλαίσιο της διερεύνησης των πιθανών αιτιών, αλλά και τρόπων αντιμετώπισης των αυτοάνοσων νοσημάτων, ο ίδιος και η συνεργάτις του, μεταδιδακτορική υπότροφος Kelsey Voss, μελέτησαν τον μεταβολισμό των Τ κυττάρων στον λύκο, καταλήγοντας σε μια πολύ ενδιαφέρουσα και σημαντική παρατήρηση: Ο σίδηρος έδειχνε να είναι «κοινός παρονομαστής σε πολλά από τα προβλήματα που εντοπίζονταν στα Τ κύτταρα». Η δρ. Voss τόνισε τη σημασία ενός ακόμη ευρήματος: Τα Τ κύτταρα ασθενών με λύκο παρουσίαζαν υψηλά επίπεδα σιδήρου, παρά το γεγονός ότι αυτοί οι ασθενείς είναι συχνά αναιμικοί. Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Science Immunology.
Μελετώντας, ειδικότερα, ένα μοντέλο ποντικού, η διεπιστημονική ομάδα ερευνητών από το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Vanderbilt ανακάλυψε ότι ένας υποδοχέας πρόσληψης σιδήρου έδειχνε να είναι πιο δραστήριος στα Τ κύτταρα ασθενών που πάσχουν από συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, την πιο κοινή μορφή της χρόνιας αυτοάνοσης νόσου, γεγονός που προκάλεσε τη συσσώρευση υπερβολικού σιδήρου στα κύτταρα. Συνδέθηκε, επομένως, άμεσα με τη σοβαρότητα της νόσου. «Προκαλεί πολλές επιπλοκές. Τα μιτοχόνδρια δεν λειτουργούν σωστά και άλλα μονοπάτια σηματοδότησης αλλάζουν», είπε η δρ. Voss.
Οι ίδιοι διαπίστωσαν, επιπλέον, ότι η παρεμπόδισή του μειώνει την παθολογία της νόσου και προάγει τη δραστηριότητα των αντιφλεγμονωδών ρυθμιστικών Τ κυττάρων. Ειδικότερα, ανέστειλε τη φλεγμονώδη δραστηριότητα των Τ κυττάρων και ενίσχυσε τη ρυθμιστική δραστηριότητά τους. Η θεραπεία με το αντίσωμα σε ποντίκια επιρρεπή στο νόσημα μείωσε την παθολογία των νεφρών και του ήπατος και αύξησε την παραγωγή του αντιφλεγμονώδους παράγοντα, IL-10.
«Στόχος ήταν να αντιμετωπίσουμε το αυτοάνοσο νόσημα μέσω των Τ κυττάρων. Θέλαμε να αναστείλουμε τα φλεγμονώδη Τ κύτταρα, χωρίς όμως να βλάψουμε τα ρυθμιστικά Τ κύτταρα. Αυτό ακριβώς πέτυχε η στόχευση του υποδοχέα τρανσφερρίνης», εξηγεί η δρ. Voss.
Σημειώνεται ότι για τη θεραπεία της συγκεκριμένης μορφής λύκου, μόνο ένας στοχευμένος βιολογικός παράγοντας έχει λάβει έγκριση μέχρι σήμερα.
Οι ερευνητές ενδιαφέρονται, σε μελλοντικό χρόνο, να αναπτύξουν αντισώματα υποδοχέα τρανσφερρίνης που συνδέονται ειδικά με Τ-κύτταρα, για να αποφευχθούν τυχόν ανεπιθύμητες επιπτώσεις, όπως η μεσολάβηση στην πρόσληψη σιδήρου από άλλους τύπους κυττάρων.
Διαβάστε ακόμη:
Η αυτοάνοση νόσος που προτιμά τις γυναίκες – Η επικίνδυνη ηλικία
Τα τραύματα της παιδικής ηλικίας επιδεινώνουν τον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο
Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος: Να γιατί «χτυπά» περισσότερες γυναίκες