Καναδοί επιστήμονες που συνέκριναν δύο διαφορετικά εναλλακτικά συστήματα χορήγησης εμβολίων, επιβεβαίωσαν ότι τα εισπνεόμενα εμβόλια σε μορφή αερολύματος παρέχουν καλύτερη προστασία και ισχυρότερη ανοσία από ό,τι τα εμβόλια σε μορφή ρινικού σπρέι.
Ενώ τα ρινικά σπρέι φθάνουν πρωτίστως στη μύτη και στον λαιμό, τα εισπνεόμενα περνούν τη ρινική δίοδο και επιτρέπουν στα σταγονίδια του εμβολίου να εισδύσουν βαθιά στους πνεύμονες, όπου μπορούν να προκαλέσουν μια ευρύτερη ανοσιακή απόκριση, σύμφωνα με τη νέα έρευνα.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου ΜακΜάστερ, με επικεφαλής τον δρα Μάθιου Μίλερ, ειδικό σε θέματα πανδημικών ιών, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ανοσολογίας “Frontiers in Immunology”, χρησιμοποίησαν ένα εμβόλιο κατά της φυματίωσης για να συγκρίνουν τις δύο εναλλακτικές μεθόδους χορήγησης (σε σχέση με τα εμβόλια σε μορφή ένεσης), επιβεβαιώνοντας ότι η χορήγηση στους πνεύμονες είναι αποτελεσματικότερη και συνεπώς προτιμότερη.
«Οι λοιμώξεις στο ανώτερο αναπνευστικό τείνουν να μην είναι σοβαρές. Όταν όμως σε λοιμώξεις που προκαλούνται από ιούς όπως της γρίπης ή τον κορονοϊό SARS-CoV-2, ο ιός εισέρχεται βαθιά στους πνεύμονες, τότε αρρωσταίνει κανείς πραγματικά. Η ανοσιακή απάντηση που δημιουργείται, όταν το εμβόλιο χορηγείται βαθιάς στους πνεύμονες, είναι πολύ ισχυρότερη από ό,τι όταν το υλικό του εμβολίου μένει στη μύτη και στον λαιμό», δήλωσε ο Μίλερ.
Περίπου 6,3 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν πεθάνει στη διάρκεια της πανδημίας Covid-19 και οι αναπνευστικές λοιμώξεις παραμένουν σημαντική αιτία αρρώστιας και θανάτου σε όλο τον κόσμο. Γι’ αυτό υπάρχει επείγουσα ανάγκη να αναπτυχθούν εμβόλια που δεν θα χορηγούνται ενδοφλέβια, αλλά άμεσα στην αναπνευστική οδό. Η νέα μελέτη παρέχει βάσιμες ενδείξεις ότι αυτό είναι καλύτερα να γίνεται από το στόμα παρά από τη μύτη.
Ήδη οι επιστήμονες του ΜακΜάστερ έχουν αναπτύξει μια μοναδική εισπνεόμενη μορφή εμβολίου κατά της Covid-19, θεωρώντας ότι τα εισπνεόμενα εμβόλια θα αποτελούν την καλύτερη άμυνα στις μελλοντικές πανδημίες. Μια κλινική δοκιμή φάσης 1 βρίσκεται σε εξέλιξη για να αξιολογήσει το εισπνεόμενο εμβόλιο σε υγιείς ενήλικες, οι οποίοι είχαν προηγουμένως κάνει δύο ή τρεις δόσεις mRNA εμβολίου κατά του κορωνοϊού.
Τα ρινικά αντιγριπικά εμβόλια έχουν δειχτεί ότι είναι πολύ αποτελεσματικά στα παιδιά, αλλά πολύ λιγότερο στους ενήλικες, με αποτέλεσμα μέχρι στιγμής τα ενέσιμα αντιγριπικά εμβόλια να αποτελούν την πιο δημοφιλή επιλογή για τον εποχικό εμβολιασμό κατά της γρίπης.