Η απόκτηση ενός παιδιού μετά από καρκίνο του μαστού δεν επηρεάζει αρνητικά την πιθανότητα μιας γυναίκας να επιβιώσει από την ασθένεια, υποστηρίζει νέα μελέτη, παρά τις μέχρι τώρα επιστημονικές πεποιθήσεις ότι τα αυξημένα επίπεδα των ορμονών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αυξάνουν τον κίνδυνο για τις επιβίωσασες.
Τα επιστημονικά ευρήματα, που παρουσιάστηκαν στην 38η συνάντηση της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας (ESHRE) και βασίστηκαν σε ιατρικά δεδομένα περισσότερων από 5.000 γυναικών, παρέχουν ενθαρρυντικά στοιχεία για τις ασθενείς που νόσησαν με καρκίνο του μαστού και επιθυμούν να τεκνοποιήσουν.
O καθηγητής Richard Anderson από το Συμβουλευτικό Κέντρο Ιατρικής Έρευνας για την Αναπαραγωγική Υγεία του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, που παρουσίασε τις λεπτομέρειες της μελέτης, δήλωσε: «Η ανάλυση δείχνει ότι η απόκτηση παιδιού μετά από καρκίνο του μαστού δεν έχει αρνητικό αντίκτυπο στην επιβίωση της ασθενούς και ενθαρρύνει τον ολοένα αυξανόμενο αριθμό των γυναικών που θέλουν να ξεκινήσουν ή να μεγαλώσουν την οικογένειά τους μετά τη θεραπεία».
Η ερευνητική ομάδα αξιοποίησε τα στοιχεία 5.181 γυναικών με διάγνωση καρκίνου του μαστού από το Μητρώο Καρκίνου της Σκωτίας και τις εθνικές βάσεις δεδομένων μητρότητας. Όλες ήταν κάτω των 40 ετών και διαγνώστηκαν με τη νόσο μεταξύ 1981 και 2017. Στη συνέχεια, οι ερευνητές συνυπολόγισαν τα στοιχεία από τις εγκυμοσύνες και τα ποσοστά επιβίωσης των γυναικών μέχρι το τέλος του 2018. Αναλύθηκαν συνολικά τα δεδομένα 290 γυναικών που γέννησαν αφού είχαν προηγουμένως διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού. Ο καθηγητής Anderson και οι συνεργάτες του ανέλυσαν και άλλους παράγοντες, όπως το στάδιο του όγκου, την ύπαρξη ή όχι προηγούμενης εγκυμοσύνης και την ηλικία της γυναίκας κατά τη διάγνωση.
Τα αποτελέσματα ανέτρεψαν τις υποθέσεις: Από τις περιπτώσεις που μελετήθηκαν, τα ποσοστά επιβίωσης των γυναικών που γέννησαν μετά τη θεραπεία για καρκίνο του μαστού ήταν υψηλότερα συγκριτικά με όσες δεν απέκτησαν απογόνους.
Επιπλέον, όπως διαπιστώθηκε, υψηλότερα ποσοστά επιβίωσης είχαν οι γυναίκες που γεννούσαν για πρώτη φορά. Όσες είχαν αποκτήσει παιδιά και πριν τη διάγνωση του καρκίνου παρουσίασαν παρόμοιες πιθανότητες επιβίωσης είτε γεννούσαν, είτε όχι μετά τη θεραπεία. Καλύτερα ποσοστά επιβίωσης εμφάνισης, επίσης, οι γυναίκες που ήταν νεότερες σε ηλικία κατά τη διάγνωση, με επακόλουθη μητρότητα, ενώ όλες οι ηλικιακές ομάδες εμφάνισαν αυξημένες ή παρόμοιες πιθανότητες επιβίωσης συγκριτικά με τις γυναίκες που δεν έκαναν παιδιά μετά τη θεραπεία από καρκίνο του μαστού.
Παρατηρήθηκε, τέλος, ότι οι περισσότερες γυναίκες απέκτησαν μωρό μέσα σε διάστημα πέντε ετών από τη θεραπεία του καρκίνου. Οι γυναίκες αυτές παρουσίασαν επίσης καλύτερα ποσοστά επιβίωσης συγκριτικά με όσες δεν γέννησαν μετά την ασθένεια.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται να αμφισβητήσει τις παλαιότερες επιστημονικές απόψεις ότι μια εγκυμοσύνη μετά από καρκίνο του μαστού μπορούσε να αυξήσει τις πιθανότητες επανεμφάνισης της νόσου ή μείωσης των πιθανοτήτων επιβίωσης. Η θεωρία αυτή είχε βασιστεί στο γεγονός ότι πολλοί τύποι καρκίνου του μαστού είναι ορμονοευαίσθητοι, που σημαίνει ότι υπάρχει το ενδεχόμενο τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη, τα επίπεδα των οποίων αυξάνονται κατά την εγκυμοσύνη, να προκαλέσουν την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων.
Παραμένει, επομένως, επιτακτική η ανάγκη για περαιτέρω έρευνα, ώστε να διαπιστωθεί εάν υπάρχουν ασθενείς που ενδέχεται να επηρεαστούν. Η μελλοντική έρευνα θα πρέπει να επικεντρωθεί και στο δεδομένο της αύξησης του μέσου όρου ηλικίας των γυναικών που τεκνοποιούν, καθώς ισοδυναμεί με την αύξηση των περιπτώσεων γυναικών που νοσούν πριν προλάβουν να αποκτήσουν παιδιά.
Διαβάστε ακόμη:
Καρκίνος Μαστού: Η ευχάριστη καθημερινή συνήθεια που μειώνει τον κίνδυνο νόσησης
Καρκίνος Μαστού: Το πασίγνωστο ρόφημα που αυξάνει έως και 80% τον κίνδυνο
Καρκίνος Μαστού: Πότε «ξυπνάει» ο όγκος – Ποια είναι η χειρότερη ώρα της ημέρας