Η χρόνια νεφρική νόσος είναι η πάθηση με εκτιμώμενο επιπολασμό 10% στον ενήλικο πληθυσμό. Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο The Lancet Regional Health-Europe, η νόσος επιβαρύνει σημαντικά τους ασθενείς και τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης.
Πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες έρευνες τεκμηρίωσης της χρόνιας νεφρικής νόσου σε πραγματικές συνθήκες, εξετάζοντας 2,4 εκατομμύρια ασθενείς από 9 χώρες της Ευρώπης, καθώς και από το Ισραήλ και τον Καναδά. Παρόλο που η εμφάνιση της νόσου είναι συχνή, επηρεάζοντας έναν στους δέκα, διαπιστώθηκε ότι δύο στους τρεις ασθενείς που εντοπίστηκαν με χρόνια νεφρική νόσο στη μελέτη δεν διαγνώστηκαν, γεγονός που τους θέτει σε υψηλό κίνδυνο νοσηρότητας και θνησιμότητας.
Σημειώνεται ότι οι πάσχοντες έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων (στεφανιαίας νόσου, καρδιακής ανεπάρκειας, εγκεφαλικών επεισοδίων), μείωση της ποιότητας ζωής και πρόωρο θάνατο. Συνάμα όμως, τα περιστατικά αποτελούν σημαντική επιβάρυνση για τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης.
«Μέχρι σήμερα, οι εκτιμήσεις για τον επιπολασμό, τις επιπτώσεις και το κόστος της Χρόνιας Νεφρικής Νόσου διέφεραν σημαντικά λόγω των περιορισμένων μελετών. Η μελέτη CaReMe CKD είναι μία από τις μεγαλύτερες, μακροβιότερες και ευρύτερες μελέτες αξιολόγησης αυτής της χρόνιας νόσου και συμπληρώνει σημαντικά στοιχεία στα ήδη υπάρχοντα. Τα αποτελέσματα αναδεικνύουν τις σημαντικές επιπτώσεις της στη δημόσια υγεία και τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και της διαχείρισης της νόσου με στόχο τη βελτίωση της ζωής των ασθενών και τη μείωση των δαπανών της υγειονομικής περίθαλψης» επισημαίνει ο καθηγητής Navdeep Tangri, από το Τμήμα Ιατρικής και Κοινοτικών Επιστημών Υγείας στο Πανεπιστήμιο της Μανιτόμπα στον Καναδά.
«Γνωρίζουμε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές ανεκπλήρωτες ανάγκες σχετικά με τη χρόνια νεφρική νόσο, με εκατομμύρια ασθενείς να μην έχουν ακόμη διαγνωστεί. Μελέτες τεκμηρίωσης σε πραγματικές συνθήκες, όπως αυτή, είναι ζωτικής σημασίας για την κατανόηση των κενών στη διάγνωση και τις κλινικές οδούς περίθαλψης. Είναι σημαντικό να δοθεί στους ασθενείς καλύτερη πρόσβαση σε φάρμακα, έτσι ώστε να προλάβουν την εξέλιξη της νόσου, την αναπηρία και τον πρόωρο θάνατο» συμπληρώνει ο Alexander de Giorgio-Miller, Ανώτερος Αντιπρόεδρος της Global Medical, AstraZeneca.
Αναφορικά με τον αντίκτυπο της χρόνιας αυτής πάθησης και σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, μεταξύ 6-9% των ασθενών με χρόνια νεφρική νόσο πεθαίνουν κάθε χρόνο και η κύρια αιτία των νοσοκομειακών επισκέψεων και των δαπανών υγειονομικής περίθαλψης είναι τα συμβάντα της πάθησης αλλά και οι συννοσηρότητες όπως η καρδιακή ανεπάρκεια.
Μάλιστα, η επίπτωση της χρόνιας νεφρικής νόσου αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, καθώς τόσο ο συνολικός αριθμός των περιστατικών όσο και το κόστος για τη διαχείρισή της αναμένεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο.
Παράγοντες κινδύνου για την εμφάνισή της είναι κυρίως η υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η δυσλιπιδαιμία (αύξηση χοληστερόλης και τριγλικεριδίων), η παχυσαρκία, τα καρδιαγγειακά νοσήματα και η υπερουριχαιμία (αύξηση του ουρικού οξέος). Επιπρόσθετοι παράγοντες είναι το κάπνισμα, η έκθεση σε νεφροτοξικά φάρμακα (π.χ. η μακροχρόνια λήψη ακόμα και ήπιων αναλγητικών ή η χωρίς περίσκεψη λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών – φάρμακα που εύκολα λαμβάνονται για οσφυαλγία, ρευματικούς πόνους) κ.ά.
Διαβάστε επίσης:
Η νόσος που απειλεί έναν στους δέκα – Τι αλλάζει στη θεραπεία της
Χρόνια Νεφρική Νόσος: Τα 150′ που μακραίνουν τη ζωή των ασθενών