Συνηθίζουμε να βάζουμε αρνητικό πρόσημο στις χημικές ουσίες κυρίως εξαιτίας της δράσης τους στον οργανισμό και το ενδεχόμενο να εμπλέκονται με την πρόκληση διαφόρων σοβαρών παθήσεων και προβλημάτων υγείας. Μια νέα έρευνα όμως έρχεται να ανατρέψει το σκηνικό.
Χημικές ουσίες που βρίσκονται σε αντικολλητικά μαγειρικά σκεύη, προϊόντα καθαρισμού και βαφές ίσως να συμβάλουν στην ανάπτυξη νέων θεραπειών για καρδιαγγειακές παθήσεις σε διαβητικούς ενήλικες, σύμφωνα με έρευνα μιας επιδημιολόγου από το Πανεπιστήμιο της Δυτικής Βιρτζίνια (WVU), που δημοσιεύθηκε στο Journal of Diabetes and its Complications.
Η Kim Innes από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του WVU μαζί με τους συνεργάτες της ανακάλυψαν πρόσφατα ότι η μεγαλύτερη έκθεση σε υπερφθοριωμένες αλκυλιωμένες ουσίες (PFAS) συσχετίζεται με χαμηλότερα ποσοστά της προϋπάρχουσας στεφανιαίας νόσου σε ενήλικες με διαβήτη. Οι ουσίες αυτές, που έχουν κριθεί από το Κέντρο Ελέγχουν και Πρόληψης Ειδικών Λοιμώξεων των ΗΠΑ (CDC) ως απειλή για τη δημόσια υγεία, είναι βιομηχανικά χημικά προϊόντα που έγιναν ευρέως γνωστά και χρησιμοποιήθηκαν από διάφορες βιομηχανίες κατά τη δεκαετία του 1940 λόγω της ιδιότητάς τους να απωθούν το πετρέλαιο και το νερό.
Σε αυτή τη μελέτη, λοιπόν, οι επιστήμονες διερεύνησαν τη συσχέτιση των επιπέδων PFAS στο αίμα με τη στεφανιαία νόσο, χρησιμοποιώντας δεδομένα που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος C8 Health Project, μια μεγάλη μελέτη που ξεκίνησε το 2005 με στόχο την αντιμετώπιση των πιθανών επιπτώσεων στην υγεία από τη μόλυνση του πόσιμου νερού με υπερφθοροοκτανοϊκό οξύ (PFOA, ένα από τα PFAS) στη Δυτική Βιρτζίνια και το Οχάιο μεταξύ του 1950 και του 2004.
Από τους 5.270 ενήλικες με διαβήτη που συμμετείχαν στη μελέτη με επικεφαλής τον Baqiyyah Conway από το Κέντρο Επιστήμης και Υγείας του Πανεπιστημίου του Τέξας, οι 1.489 είχαν διαγνωστεί πρωτύτερα με στεφανιαία νόσο, ενώ οι 3.781 ήταν υγιείς. Οι ερευνητές εξέτασαν τη σχέση μεταξύ των επιπέδων τεσσάρων PFAS στο αίμα και της στεφανιαίας νόσου, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία, το φύλο, την εθνικότητα, το δείκτη μάζας σώματος, το ιστορικό καπνίσματος, τη διάρκεια του διαβήτη, τη νεφρική λειτουργία, τη χρόνια νεφρική νόσο και άλλα χαρακτηριστικά.
Οι τέσσερις ουσίες PFAS αποδείχθηκαν επίσης αντιστρόφως ανάλογες με την πιθανότητα εμφάνισης στεφανιαίας νόσου σε ενήλικες χωρίς διαβήτη, αλλά οι συσχετισμοί αυτοί ήταν λιγότερο έντονοι από ό,τι στους πάσχοντες από τη νόσο.
Παραμένει ακόμα άγνωστο το πώς οι ουσίες PFAS μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, αλλά όπως επεσήμανε η Δρ. Innes, «διάφοροι παράγοντες θα μπορούσαν να εξηγήσουν τον αντίστροφο αυτό συσχετισμό». Για παράδειγμα, οι ουσίες PFAS ενδεχομένως να μπορούν να μειώσουν τη φλεγμονή και να αυξήσουν την ευαισθησία του σώματος στην ινσουλίνη ή την ικανότητα μεταφοράς οξυγόνου. Και όλα αυτά μπορεί να προωθούν την καλή υγεία της καρδιάς.
Γεγονός είναι πάντως ότι, επειδή η μελέτη χρησιμοποίησε στοιχεία που συλλέχθηκαν σε ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο και όχι διαχρονικά, δεν μπορούσε να καθορίσει εάν η έκθεση σε ουσίες PFAS προκάλεσε την πτώση των ποσοστών ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου. Ειδικότερα, η έρευνα κατάφερε να δείξει μόνο μια σχέση μεταξύ της έκθεσης σε ουσίες PFAS και των χαμηλότερων ποσοστών καρδιαγγειακής νόσου, με την ερευνητική ομάδα να σχεδιάζει πλέον μελέτες για να καλύψει αυτό το κενό.
«Το επόμενο βήμα μας θα είναι η διεξαγωγή επιπρόσθετων διαχρονικών μελετών για την C8 και άλλες κοόρτες προκειμένου να αξιολογηθεί η σχέση των βασικών επιπέδων PFAS στο αίμα με τον επακόλουθο κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου σε άτομα με και χωρίς διαβήτη. Η μελλοντική έρευνα αυτή θα βοηθήσει να καθοριστεί αν η αντίστροφη σχέση που παρατηρείται σε αυτή τη μελέτη μπορεί να αντικατοπτρίζει μια αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των ουσιών PFAS και της ανάπτυξης στεφανιαίας νόσου», δήλωσε η Δρ. Innes.
Εάν και οι διαχρονικές μελέτες επιβεβαιώσουν τα τρέχοντα ευρήματα, θα μπορούν να οδηγήσουν σε νέες θεραπείες με στόχο την πρόληψη της στεφανιαίας νόσου σε άτομα με διαβήτη.
«Τα ευρήματα της έρευνας αυτής, πάντως, σε καμία περίπτωση δεν υποδηλώνουν ότι οι ουσίες PFAS θα πρέπει να απελευθερώνονται στο πόσιμο νερό ή στο περιβάλλον. Είναι ελάχιστες οι εξαιρέσεις που θα θέλαμε ουσίες, ακόμα και αυτές που ωφελούν την υγεία, όπως ο καφές και η ασπιρίνη, να μολύνουν το νερό. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι ουσίες PFAS είναι πολύπλοκες ενώσεις που μπορεί να έχουν τόσο θετικές όσο και αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία», τόνισε στο καταληκτικό της σχόλιο η Δρ. Innes.