Ελπίδες για μια νέα πιθανή θεραπεία της φλεγμονώδους νόσου του εντέρου έδωσε πρόσφατη έρευνα, που συσχετίζει τη λειτουργία των κυττάρων του εντέρου με την πρόληψη του φαινομένου.
Οι ερευνητές του Rutgers Robert Wood Johnson Medical School, που διεξήγαγαν τη σχετική μελέτη, εντόπισαν μία ειδική κατηγορία κυττάρων στο ανοσοποιητικό σύστημα, που φαίνεται πως συμβάλλει στην πρόληψη της φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, της κολίτιδας, αλλά και της νόσου του Crohn, παθήσεων που ενδεικτικά επηρεάζουν 3 εκατομμύρια ανθρώπους στις ΗΠΑ.
Η έρευνα επικεντρώθηκε στη μελέτη της ανοσολογικής απόκρισης αυτών των κυττάρων στην ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου την τελευταία δεκαετία. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα, που δημοσιεύθηκαν στο Science Immunology, οι άνθρωποι που υποφέρουν από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου έχουν πιθανότατα λιγότερα από αυτά τα Τ κύτταρα, που κρίνονται απαραίτητα για την προστασία του εντέρου από τέτοιου είδους παθήσεις.
Ο Derek Sant’Angelo, αναπληρωτής διευθυντής βασικών επιστημών στο Ινστιτούτο Παιδικής Υγείας της Ιατρικής Σχολής Robert Wood Johnson στο New Jersey, επεσήμανε ότι, σύμφωνα με παλαιότερη έρευνα, τα Τ κύτταρα που μπορούσαν να θέσουν τη νόσο υπό έλεγχο ήταν τυχαία. Η νέα έρευνα υποδεικνύει συγκεκριμένο τύπο Τ κυττάρων, με αποτέλεσμα να παρέχει καλύτερη κατανόηση των βασικών μηχανισμών της νόσου. Για το λόγο αυτό, οι μελετητές ευελπιστούν ότι τα πρόσφατα επιστημονικά αποτελέσματα θα οδηγήσουν σε μια πιο ουσιαστική θεραπεία για τους ασθενείς.
«Είναι αδύνατο να επικεντρωθούμε σε κάτι που συμβαίνει τυχαία, επομένως η κυτταρική θεραπεία δεν αποτελούσε επιλογή έως ότου η μελέτη μας κατέδειξε ότι τα κύτταρα δεν ήταν καθόλου τυχαία, αλλά είχαν έναν σκοπό», δήλωσε ο Sant’Angelo, ο οποίος συνεργάστηκε στη μελέτη με τη συγγραφέα και υποψήφια διδάκτορα Agata Krzyzanowska και άλλους συναδέλφους ιατρούς.
Η έρευνα ανακάλυψε ότι αυτά τα Τ κύτταρα, που αποτελούν μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος και βοηθούν τον οργανισμό να καταπολεμήσει τις ασθένειες, συμβάλλουν ιδιαίτερα στην πρόληψη της φλεγμονής στο έντερο, η οποία συχνά προκαλείται από αυτά που τρώμε, υποστήριξε ο Sant’Angelo. Οι νέες επιστημονικές ενδείξεις είναι πιθανό να συμβάλλουν στον πρόωρο εντοπισμό όσων κινδυνεύουν να αναπτύξουν φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, συνέχισε ο ίδιος.
«Ακριβώς επειδή είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε το συγκεκριμένο κύτταρο, μπορούμε να παρακολουθήσουμε τη συχνότητά του και να προβλέψουμε ποιος θα μπορούσε να αρρωστήσει», εξήγησε ο Sant’Angelo. «Εάν ένας ασθενής έχει χαμηλά επίπεδα αυτών των Τ κυττάρων, τότε έχει περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξει φλεγμονώδη νόσο του εντέρου. Έτσι, μπορούν να ληφθούν προληπτικά μέτρα, προτού εκδηλωθεί η νόσος». Σημειώνεται ότι, μέχρι πρότινος, δεν υπήρχε δείκτης πρόβλεψης για τα άτομα που κινδύνευαν από IBD.
Τα συμπεράσματα της μελέτης θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην εφαρμογή μιας πιθανής θεραπείας. Ειδικότερα, τα προστατευτικά Τ κύτταρα θα μπορούσαν να διοχετευτούν, μέσω κυτταρικής θεραπείας, σε ασθενείς που πάσχουν από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, ενισχύοντας την συνήθως χαμηλή παρουσία αυτών των κυττάρων στον οργανισμό τους. Κατά τον Sant’Angelo, η πρακτική αυτή θα μπορούσε να αναδειχθεί ως μία πολύ βιώσιμη επιλογή θεραπείας.
«Οι περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές έχουν ταλαιπωρήσει τους ασθενείς. Αν και θα περάσει αρκετός καιρός μέχρι να είναι έτοιμες οι κλινικές δοκιμές, είμαι αισιόδοξος ότι η μελέτη μας μπορεί να δώσει ελπίδα στους ασθενείς για μια καλύτερη ποιότητα ζωής», κατέληξε ο Sant’Angelo.
Διαβάστε ακόμη:
Καρκίνος Παχέος Εντέρου: Η εξέταση που συνιστάται στους 45αρηδες
Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου: 3 πρακτικές λύσεις που ανακουφίζουν
Καρκίνος Παχέος Εντέρου: Ο ύπουλος παράγοντας που μεγαλώνει τον κίνδυνο