Οι άνθρωποι που καταναλώνουν τακτικά καφέ μπορούν να μυρίσουν ακόμα και την ελάχιστη ποσότητα καφέ και αναγνωρίζουν πιο γρήγορα το άρωμά του, σε σχέση με όσους δεν πίνουν καφέ, υποστηρίζει νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Experimental and Clinical Psychopharmacology.
Σύμφωνα με την έρευνα που διεξήγαγε ο Δρ. Lorenzo Stafford από το Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Portsmouth, οι λάτρεις του καφέ δεν είναι μόνο πιο ευαίσθητοι στη μυρωδιά του αγαπημένου τους ροφήματος με αποτέλεσμα να το αναγνωρίζουν πιο γρήγορα, αλλά όσο περισσότερο καφέ πίνουν τόσο βελτιώνεται η ικανότητά τους να ανιχνεύουν το άρωμα του καφέ.
Πρόκειται για την πρώτη φορά που αποδεικνύεται ότι οι εθισμένοι στον καφέ είναι πιο ευαίσθητοι στη μυρωδιά του, με τα αποτελέσματα της μελέτης να αναδεικνύουν νέους πιθανούς τρόπους χρήσης της θεραπείας αποστροφής για τη θεραπεία των ανθρώπων με εθισμό σε ουσίες με ξεχωριστή μυρωδιά, όπως ο καπνός και η κάνναβη.
Για να καταλήξουν σε αυτά τα συμπεράσματα, οι ερευνητές πραγματοποίησαν δύο πειράματα. Στο πρώτο πείραμα, 62 άνδρες και γυναίκες χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες, σε αυτούς που δεν έπιναν ποτέ κάτι που περιέχει καφεΐνη, σε όσους κατανάλωναν μέτριες ποσότητες (70-250mg, που ισοδυναμούν με 1-3,5 φλιτζάνια στιγμιαίου καφέ την ημέρα) και σε εκείνους που κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες (300mg, που ισοδυναμούν με 4 ή περισσότερα φλιτζάνια στιγμιαίου καφέ την ημέρα).
Με δεμένα μάτια, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν αφενός να ξεχωρίσουν την απειροελάχιστη μυρωδιά του καφέ από την απουσία μυρωδιάς και αφετέρου να προσδιορίσουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν τη μυρωδιά του πραγματικού καφέ και, ξεχωριστά, το αιθέριο έλαιο λεβάντας. Όπως αποδείχθηκε, εκείνοι που έπιναν περισσότερο καφέ ήταν σε θέση να προσδιορίσουν τον καφέ σε ασθενέστερες συγκεντρώσεις και εντόπιζαν πιο γρήγορα τη μυρωδιά.
Κάθε άτομο κλήθηκε επίσης να συμπληρώσει ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με την επιθυμία που νιώθει για την καφεΐνη. Όπως προέβλεψαν οι επιστήμονες, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όσο περισσότερη καφεΐνη καταναλώνει συνήθως κάποιος, τόσο ισχυρότερη είναι η επιθυμία του.
Στη δεύτερη δοκιμασία, 32 άτομα που δεν συμμετείχαν στο πρώτο πείραμα χωρίστηκαν σε όσους έπιναν και σε όσους δεν έπιναν καφέ και εξετάστηκαν χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο ανίχνευσης οσμής για τη μυρωδιά του καφέ και μια ξεχωριστή μέθοδο με οσμή που δεν προερχόταν από τρόφιμο ως δοκιμή ελέγχου.
Και πάλι, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι καταναλωτές καφεΐνης ήταν πιο ευαίσθητοι στη μυρωδιά του καφέ, αλλά δεν είχαν διαφορετική ευαισθησία στη μυρωδιά που δεν προέρχεται από κάποιο τρόφιμο.
«Γνωρίζουμε εδώ και κάποιο καιρό ότι τα ναρκωτικά (για παράδειγμα, η μυρωδιά του αλκοόλ) μπορεί να προκαλέσουν επιθυμία στους χρήστες, αλλά εδώ χρησιμοποιήσαμε μια ήπια εθιστική ουσία για να δείξουμε ότι η επιθυμία αυτή μπορεί να συνδέεται με αυξημένη ικανότητα ανίχνευσης αυτής της ουσίας.»
«Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η ευαισθησία στην όσφρηση και ο συσχετισμός της με τις εξαρτήσεις μπορεί να χρησιμεύσει για την αντιμετώπιση κάποιων εθισμών συμπεριλαμβανομένου του εθισμού στον καπνό ή της εξάρτησης από την κάνναβη», δήλωσε ο Dr Stafford.