*Γράφει ο κ. Ευάγγελος Φιλόπουλος, Πρόεδρος Ε.Α.Ε.

Ο καρκίνος είναι η νόσος που κατά προσέγγιση εμφανίζεται σε 65.000 συμπατριώτες μας κάθε χρόνο, με τον καρκίνο του πνεύμονα να έχει περάσει στη δεύτερη θέση για πρώτη φορά, δείγμα της επιτυχούς αντικαπνιστικής ενημέρωσης και των σχετικών νόμων. Στην πρώτη θέση βρίσκεται πλέον ο καρκίνος του μαστού (8.897 περιστατικά το 2022). Παρήγορο είναι ότι υπάρχει μία ελαφρά, αλλά αξιοσημείωτη μείωση της θνητότητας από τη νόσο, δείγμα της βελτίωσης των διαγνωστικών και θεραπευτικών μεθόδων των τελευταίων ετών.

Στην προσέγγιση του καρκίνου αναγνωρίζονται 7 συγκεκριμένοι τομείς με τις δικές τους ιδιαιτερότητες και απαιτήσεις λύσεων: της πρόληψης, της έγκαιρης διάγνωσης, της διάγνωσης, της θεραπείας , της μεταθεραπευτικής παρακολούθησης, της αντιμετώπισης της υποτροπής και της υποστηρικτικής φροντίδας.

Διεθνώς τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί στα αναπτυγμένα κράτη σημαντικά βήματα προόδου σε όλους αυτούς τους τομείς, ενώ η χώρα μας δεν έχει καταφέρει να ακολουθήσει αυτές τις βελτιώσεις στους περισσότερους τομείς, εξαιτίας μιας σειρά από εμπόδια, που προκαλούν στους ασθενείς και τους συγγενείς τους προβλήματα στο να αντιμετωπίσουν με αξιοπρέπεια και υποστήριξη το «ταξίδι του καρκίνου».

Το πρώτο και σημαντικότερο εμπόδιο είναι η άνιση κατανομή των υγειονομικών δομών, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά, την ποιότητα φροντίδας και επιβαρύνει υπέρμετρα τους κατοίκους των μη αστικών περιοχών. Οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες και η ερήμωση ορεινών και νησιωτικών περιοχών αποτελούν την αντικειμενική βάση γι΄αυτό το πρόβλημα, αλλά η αντιμετώπιση του με περιστασιακά μέτρα δυστυχώς επειδή δεν σχεδιάστηκαν έξυπνα, αποτελεί την αιτία που αυτά ούτε βοήθησαν, ούτε θα βοηθήσουν στο άμεσο μέλλον.

Ένα δεύτερο εμπόδιο είναι η ανισοκατανομή των ειδικευμένων στις ογκολογικές παθήσεις γιατρών. Ακόμα και αν υπάρχει κάποιος εξειδικευμένος παθολόγος – ογκολόγος ή χειρουργός με εμπειρία στον καρκίνο είναι ανίσχυρος, καθώς η ογκολογία βασίζεται στη συλλογική δουλεία πολλών εξειδικευμένων γιατρών. Ο «σωτήρας γιατρός» είναι ένας λαϊκός μύθος. Η αλήθεια είναι οι «σωτήρες γιατροί» από πολλές ειδικότητες, που ασχολούνται σφαιρικά με όλα τα θέματα στη διάγνωση και θεραπεία της νόσου.

Τα περισσότερα επαρχιακά νοσοκομεία αδυνατούν να προβούν σε δύσκολες και επιθετικές θεραπευτικές πρακτικές από έλλειψη στελέχωσης, ενώ τα διαγνωστικά μηχανήματα τους είτε είναι ανύπαρκτα είτε δεν λειτουργούν (για οποιοδήποτε λόγο).

Στην Αθήνα και στις μεγάλες πόλεις το ιατρικό δυναμικό που είναι πιο άφθονο γερνάει και οι παρατάσεις συμβάσεων υπερήλικων γιατρών αποτελούν – πέρα από προσβολή της νέας γενιάς- και ανασταλτικό παράγοντα στην παραγωγικότητα. Η αυξημένη έξοδος των γιατρών του ΕΣΥ, χωρίς την παράλληλη έγκαιρη προσέλευση νέων γιατρών, στέρησε εκτός του αναγκαίου αριθμού γιατρών και την μετάδοση της εμπειρίας των μεγαλύτερων στους νεότερους. Οι αμοιβές των γιατρών και του υγειονομικού προσωπικού είναι τόσο χαμηλές, που προσβάλουν την αξιοπρέπεια τους, οδηγώντας τους κατά δεκάδες χιλιάδες σε εργασία στο εξωτερικό. Η Ελλάδα πληρώνει για να έχουν καλούς γιατρούς οι Γερμανοί, οι Άγγλοι, οι Σουηδοί κ.λ.π.

Η διοικητική δομή είναι τόσο συγκεντρωτική, που θυμίζει καθεστώτα άλλων εποχών και ιδεολογιών. Οι περίφημες αυτοδύναμες υγειονομικές μονάδες παραμένουν σχέδια που λόγω της βασικής παθογένειας της πολιτικής ζωής μας δεν πρόκειται ποτέ να υλοποιηθούν. Μεγαλόπνοα σχέδια για τον καρκίνο, αντιγραφές ξένων προτύπων, με ελάχιστη σχέση με τα υπαρκτά μικρά ή μεγάλα προβλήματα μας, οδηγεί σε σπατάλη πόρων και χρόνου, χωρίς να βελτιώνει την κατάσταση. Τα Ευρωπαϊκά χρήματα προσφέρουν πρόσκαιρες λύσεις που καταρρέουν όταν οι δικές μας δυνάμεις δεν μπορούν να τις στηρίξουν.

Η έλλειψη κατάρτισης των γενικών ή οικογενειακών γιατρών στην αντιμετώπιση παρενεργειών από θεραπείες ή της σωστής μακροχρόνιας παρακολούθησης οδηγεί και πάλι σε άσκοπες μετακινήσεις τους μειονεκτούντες κατοίκους της υπαίθρου προς τα αστικά κέντρα.

Ανάγκη στήριξης

Η υποστηρικτική φροντίδα, μία σειρά από εξειδικευμένες παρεμβάσεις που βοηθούν στην ευεξία των ασθενών από την αρχική φάση της ασθένειας τους, έως το τελικό στάδιο είναι η μαύρη τρύπα του υγειονομικού συστήματος μας. Η εγκατάλειψη των ασθενών και των συγγενών τους στα δύσκολα και επώδυνα, ιδίως του τελικού σταδίου είναι εθνική ντροπή!

Η οικονομική και πρακτική υποστήριξη του ασθενούς είναι κρίσιμη κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Οι ασθενείς, αλλά και οι φροντιστές τους, συχνά αντιμετωπίζουν υψηλά ιατρικά έξοδα καθώς και απώλεια εισοδήματος λόγω ανικανότητας εργασίας. Η οικονομική βοήθεια του ογκολογικού ασθενούς συχνά είναι αναγκαία για να καλύψει θεραπείες και καθημερινά έξοδα, ενώ η πρακτική στήριξη από την οικογένεια και τους φίλους είναι πολύτιμη καθώς παρέχει συναισθηματική δύναμη και βοήθεια στις καθημερινές δραστηριότητες. Αυτή η υποστήριξη συμβάλλει σημαντικά στην ψυχική αντοχή και την ενδυνάμωση του ασθενούς. Στο ίδιο συμβάλουν και τα εξειδικευμένα Κέντρα ψυχοκοινωνικής στήριξης ( που με το διαδίκτυο και το τηλέφωνο μπορεί να καλύψουν όλη την Ελλάδα).

Η αδικαιολόγητη προκατάληψη για τον καρκίνο θα πρέπει επιτέλους να εκλείψει. Οι περισσότεροι καρκίνοι έχουν μεγάλο προσδόκιμο επιβίωσης και πολλοί ακόμα και ίασης. Ο όρος καρκινοπαθής θα πρέπει να φύγει από το λεξιλόγιο μας, ώστε να μην υφίσταται αδικαιολόγητα διακρίσεις ο ασθενής στην ασφάλισή του, στην εργασιακή καριέρα του και στις κοινωνικές δραστηριότητες του.

Τέλος, ας συνειδητοποιήσουμε ότι χωρίς επαρκές και ικανό δημόσιο σύστημα υγείας ο καρκίνος δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί. Η οικονομική τοξικότητα του καρκίνου δεν αντέχεται πλέον από την πλειοψηφία των συμπολιτών μας. Απαιτείται η συνολική υποστήριξη των ασθενών με στόχο την επιτυχή ανάρρωση και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής τους.

Διαβάστε επίσης :

Τι κάνει ένας ογκολόγος καθημερινά για να προλάβει την εμφάνιση καρκίνου

Ο σπάνιος καρκίνος που θα σημειώσει αλματώδη αύξηση 77% έως το 2050 – Στο στόχαστρο οι άνω των 50 ετών

Το πρόγραμμα που θέτει σε προτεραιότητα την Υγεία των Ελλήνων