Από μειωμένους μισθούς και χαμηλή ικανοποίηση χαρακτηρίζεται η εργασιακή πραγματικότητα ενός σημαντικού ποσοστού των εργαζομένων στο ΕΣΥ, όπως αποκαλύπτει νέα έρευνα που δημοσιεύεται στο Cureus. Η μελέτη σε 3 δημόσια νοσοκομεία της Αττικής αναδεικνύει επίσης το αρνητικό αποτύπωμα που άφησε τόσο η οικονομική κρίση, όσο και η πανδημία στο Εθνικό Σύστημα Υγείας της χώρας, το οποίο αντιμετωπίζει εδώ και χρόνια προβλήματα διοίκησης και επάρκειας προσωπικού. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η οικονομική κρίση του 2008 και τα μέτρα λιτότητας οδήγησαν σε περικοπές μισθών έως και 40%, μειώσεις προσωπικού και μείωση 30% στους προϋπολογισμούς. Οι περιορισμοί αυτοί παρέμειναν ακόμα και μετά το τέλος της κρίσης, συνεχίζοντας να επηρεάζουν το σύστημα υγείας και μετά την πανδημία. Σήμερα, εξακολουθεί να υφίσταται σοβαρή έλλειψη νοσηλευτών και ειδικών, όπως ακτινολόγων, αναισθησιολόγων και εντατικολόγων.
Στόχος της έρευνας ήταν να εξετάσει τα κίνητρα και τους παράγοντες ικανοποίησης από την εργασία των εργαζομένων του ΕΣΥ. Στη μελέτη συμμετείχαν 363 εργαζόμενοι από τα νοσοκομεία «Σισμανόγλειο Γενικό Νοσοκομείο», «Νοσοκομείο Αμαλία Φλέμινγκ» και «Νοσοκομείο Παίδων Πεντέλης». Σημειώνεται ότι πρόκειται για μονάδες που είχαν υποστεί μνημονιακές μεταρρυθμίσεις και θεωρήθηκε, επομένως, ότι αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα.
Η μελέτη ανέδειξε στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των νοσοκομειακών μονάδων και των παραγόντων ικανοποίησης από την εργασία, καθώς και μεταξύ των διαφορετικών ομάδων και των θέσεων εργασίας. Όπως είναι ίσως αναμενόμενο, τις υψηλότερες βαθμολογίες ικανοποίησης σημείωσαν οι εργαζόμενοι σε διευθυντικές θέσεις, με το νοσηλευτικό προσωπικό να βρίσκεται στον αντίποδα της κλίμακας αξιολόγησης, κατέχοντας τα χαμηλότερα ποσοστά ικανοποίησης από την εργασία τους. Οι περισσότεροι συμμετέχοντες στη μελέτη ήταν γυναίκες (75,5%), ηλικίας 46-55 ετών (52,8%), και απασχολούνταν ως νοσηλευτικό προσωπικό (51,5%). Η πλειονότητα ήταν μόνιμο προσωπικό (86,2%), ενώ το 11,8% ήταν διευθυντικά στελέχη. Το νοσηλευτικό προσωπικό είχε χαμηλότερο ποσοστό στην ομάδα των πολύ ικανοποιημένων εργαζομένων (28,88%) σε σύγκριση με το διοικητικό – τεχνικό (42,31%) και το ιατρικό προσωπικό (38,78%).
Η μελέτη συμπέρανε ότι η όποια εργασιακή ικανοποίηση οφειλόταν κυρίως στις ισχυρές διαπροσωπικές σχέσεις και την εμπιστοσύνη στη διοίκηση. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η διοίκηση του ελληνικού ΕΣΥ παραμένει σε μεγάλο βαθμό συγκεντρωτική και υπόκειται σε κυβερνητικές παρεμβάσεις, γεγονός που περιορίζει την αυτονομία των διευθυντών και των διοικητικών συμβουλίων των νοσοκομείων.
Τα ευρήματα υπογραμμίζουν, τέλος, την ανάγκη για περαιτέρω ενίσχυση του αριθμού των νοσηλευτών στην Ελλάδα, ειδικά μετά την πανδημία, που επηρέασε σημαντικά την ικανότητα των εργαζομένων να διαχειριστούν τόσο τις καθημερινές εργασίες, όσο και τις κρίσεις στη δημόσια υγεία.
*Τη μελέτη υπογράφουν οι: Εμ. Κουταλάς, Ευ. Κωσταρές, Ι. Αντωνάκος, Ε. Παρασκευαδάκη, Θ. Ψαλτοπούλου (καθηγήτρια), Έλ. Ριζά, Κ. Τσιάμης (επ. καθηγητής), Αθ. Τσακρής (καθηγητής) και Μ. Καντζανού (επ. καθηγήτρια) από τα Πανεπιστήμια Αθήνας και Θεσσαλίας.
Οι αφανείς και κακοπληρωμένοι υγειονομικοί – Σε ποια νοσοκομεία εντοπίζεται το μεγαλύτερο πρόβλημα
Νοσηλευτές: Τι προτείνουν στο ΑΣΕΠ για να επιταχυνθούν οι προσλήψεις