*Γράφει ο κ. Γεώργιος Αβραμίδης, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Συνδικαλιστικής Νοσηλευτικής Ομοσπονδίας του ΕΣΥ (ΠΑΣΥΝΟ – ΕΣΥ)
Το επάγγελμα του Νοσηλευτή είναι ιδιαίτερα δύσκολο και ο χώρος εργασίας είναι επικίνδυνος και ανθυγιεινός. Ο Νοσηλευτής δουλεύει σε περιβάλλον εξοντωτικό, με βάρδιες που εναλλάσσονται από απόγευμα πρωί και στη συνέχεια νύχτα, χωρίς να μπορεί να πάρει τις κανονικές του άδειες, ακόμη και τα ρεπό της εβδομάδας. Οι συνθήκες εργασίας συχνά ευθύνονται για συγκρούσεις στο οικογενειακό περιβάλλον αλλά και για απομάκρυνση από το κοινωνικό/φιλικό περιβάλλον. Τα νοσηλευτικά καθήκοντα είναι απαιτητικά, περιλαμβάνοντας και τη διαχείριση ασθενών που βρίσκονται σε ευάλωτη θέση, με την αγωνία της ασθένειας και του θανάτου.
Η υποστελέχωση των δημόσιων φορέων υπηρεσιών υγείας αποτελεί ένα διαχρονικό πρόβλημα που διαρκώς επιδεινώνεται, ιδίως για τους Νοσηλευτές. Η δραματική υποστελέχωση συνδέεται άμεσα με την ποιότητα της φροντίδας. Υπάρχουν άπειρες μελέτες που συνδέουν την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας που παρέχονται με την επαρκή στελέχωση. Επαρκής στελέχωση σημαίνει μικρότερος χρόνος νοσηλείας, περιορισμός των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, λιγότεροι θάνατοι, και γενικά καλύτερη πορεία του ασθενή. Επιπλέον, χαμηλότερο κόστος νοσηλείας και λιγότερα λάθη. Και φυσικά, επαρκής στελέχωση σημαίνει καλύτερο περιβάλλον εργασίας για τους Νοσηλευτές και καλύτερη ποιότητα φροντίδας για τους νοσηλευόμενους.
Η κατάσταση στο ΕΣΥ
Σήμερα στα νοσοκομεία του ΕΣΥ εργάζονται περίπου 14.500 Μόνιμοι Νοσηλευτές και περίπου 2.500 επικουρικοί (συμβασιούχοι). Στην Ελλάδα καταγράφεται το ευρωπαϊκό αρνητικό ρεκόρ στην ηλικία των νοσηλευτών του συστήματος δημόσιας υγείας: έχουμε τον μεγαλύτερο μέσο όρο ηλικίας, γύρω στα 50 έτη. Υπολογίζουμε ότι στα επόμενα δύο χρόνια θα συνταξιοδοτηθεί περίπου το 15-20% των Μόνιμων Νοσηλευτών.
Παράλληλα, η χώρα μας έχει το χαμηλότερο δείκτη Νοσηλευτών ανά 1.000 κατοίκους, δηλαδή περίπου 1,4 Νοσηλευτές/1.000 κατοίκους. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυτός ο δείκτης είναι έξι φορές υψηλότερος, καθώς η αναλογία διαμορφώνεται σε 8,7 Νοσηλευτές/1.000 κατοίκους. Με ένα απλό παράδειγμα, σε 40 ασθενείς μιας κλινικής θα έπρεπε να είχαμε στη βάρδια 8 Νοσηλευτές – ο δείκτης διεθνώς είναι 1 Νοσηλευτές προς 5 ασθενείς στη βάρδια- , στα ελληνικά νοσοκομεία έχουμε μόλις 2. Στις περισσότερες περιπτώσεις το απόγευμα και τη νύχτα υπάρχει μόνο ένας. Βέβαια, υπάρχουν μονάδες όπως ΜΕΘ, ΜΑΦ όπου χρειάζονται πολλούς περισσότερους, λόγω της βαρύτητας των περιστατικών.
Οι χρονοβόρες διαδικασίες πρόσληψης
Η τελευταία προκήρυξη 7Κ/2022, η οποία είναι σε εξέλιξη αφορά την πρόσληψη 493 Νοσηλευτών Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης και 2.253 Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, δηλαδή, 2.749 Νοσηλευτές. Έχει περάσει πάνω από ένα έτος (22.09.2022) από όταν εκδόθηκε η συγκεκριμένη προκήρυξη και το ΑΣΕΠ έχει ανακοινώσει μόνο τα προσωρινά αποτελέσματα.
Θα χρειαστεί τουλάχιστον ένα έτος ακόμη προκειμένου να επεξεργαστούν τις ενστάσεις, να ανακοινωθούν τα οριστικά αποτελέσματα και να προχωρήσουν τα νοσοκομεία στις προσλήψεις. Δηλαδή συνολικά θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο χρόνια για να καλυφθούν οι κενές θέσεις. Επιπλέον, η συγκεκριμένη προκήρυξη δημιουργεί ένα άλλο πρόβλημα, αντί να λύνει αυτό που υπάρχει. Ποιο είναι αυτό; Ότι δεν θα ενισχύσει με Νοσηλευτές τα νοσοκομεία του ΕΣΥ, καθώς στόχος της είναι να μονιμοποιηθούν οι ήδη υπάρχοντες Νοσηλευτές οι οποίοι εργάζονται ως επικουρικοί, μέσω ισχυρής μοριοδότησης. Δηλαδή, στην πραγματικότητα ελάχιστοι θα είναι οι νέοι Νοσηλευτές οι οποίοι θα έχουν τη δυνατότητα να μπουν στα δημόσια νοσοκομεία.
Η φυγή από το σύστημα υγείας στα σχολεία
Οι Νοσηλευτές που σπουδάζουν στην Ελλάδα έχουν υψηλό επίπεδο θεωρητικής και κλινικής εκπαίδευσης, γεγονός που τους οδηγεί συχνά σε νοσοκομεία της αλλοδαπής όπου έχουν σαφώς καλύτερες συνθήκες εργασίας και αμοιβές πολύ πιο υψηλές. Περίπου 3.500 Νοσηλευτές εργάζονται πλέον στο εξωτερικό. Γρήγορα αναγνωρίζεται η προσφορά τους και οι περισσότεροι από αυτούς αναλαμβάνουν θέσεις ευθύνης με επιπλέον, μπόνους και εξέλιξη.
Στη χώρα μας, οι Νοσηλευτές επιλέγουν να αφήσουν τις μόνιμες θέσεις στα Νοσοκομεία μετά από 15 και 20 χρόνια προϋπηρεσίας και να εργαστούν ως σχολικοί Νοσηλευτές, ακόμη κι αν δεν είναι μόνιμοι. Αυτή τη στιγμή απασχολούνται στην ειδική αγωγή 230 μόνιμοι σχολικοί νοσηλευτές και περίπου 1.800 στη γενική εκπαίδευση ως αναπληρωτές σχολικοί νοσηλευτές. Μεγάλο μέρος αυτών είναι πρώην μόνιμοι νοσηλευτές του ΕΣΥ. Αρκετοί επιλέγουν να παρατήσουν τελείως το επάγγελμα κάνοντας μετατάξεις σε διοικητικές θέσεις ή ακόμη να επιλέξουν ένα τελείως διαφορετικό επάγγελμα. Δεν αντέχουν.
Η αγωνία και τα αιτήματα
Πέρα από τις αναγκαίες προσλήψεις στις οποίες πρέπει να προχωρήσει η κυβέρνηση, θα πρέπει να δώσει και οικονομικά κίνητρα στους Νοσηλευτές για να παραμείνουν στο ΕΣΥ. Ειδάλλως, το φαινόμενο της αποχώρησης από τα δημόσια νοσοκομεία χρόνο με τον χρόνο θα αυξάνεται και σύντομα δεν θα έχουμε Νοσηλευτές να φροντίζουν τους νοσηλευόμενους. Είναι σημαντικός ο οικονομικός παράγοντας ώστε το επάγγελμα να γίνει πιο ελκυστικό και να μην αντιμετωπίζεται μισθολογικά όπως των άλλων δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό μπορεί να γίνει με τη θεσμοθέτηση ενός Κλαδικού Ειδικού Μισθολογίου με τις ανάλογες απολαβές/αυξήσεις που να ανταποκρίνονται στο έργο των Νοσηλευτών.
Αυτό που ζητάμε είναι να υπάρχουν ειδικές ευνοϊκές ρυθμίσεις για τον Κλάδο των Νοσηλευτών, ώστε να είναι ικανοποιημένοι από το επάγγελμά τους. Να μπορούν να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους και να προσφέρουν με ασφάλεια ποιοτική νοσηλευτική φροντίδα. Οι Νοσηλευτές είναι πυλώνας του ΕΣΥ.