Οδήγηση και έντονα αρνητικά συναισθήματα αποτελούν επικίνδυνο συνδυασμό, σύμφωνα με μελέτη του αμερικανικού Virginia Tech Transportation Institute που συμπεραίνει ότι θυμός, λύπη, κλάμα και ταραχή αυξάνουν κατά 10 φορές τις πιθανότητες τροχαίου ατυχήματος. Τα ευρήματα έδειξαν επιπροσθέτως συσχέτιση μεταξύ θυμού και επιθετικής/επικίνδυνης οδήγησης, καθώς και ότι τα αρνητικά συναισθήματα μπορεί να απορρέουν από τις συνθήκες οδήγησης και όχι απαραιτήτως από προσωπικές υποθέσεις.
Η οδήγηση απαιτεί συγκέντρωση της προσοχής στον δρόμο. Όπως επισημαίνει το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Οδικής Ασφάλειας (European Road Safety Observatory) «η ασφαλής οδήγηση απαιτεί επαρκή επίγνωση του περιβάλλοντος, συνεχή παρακολούθηση του δρόμου και της κυκλοφορίας, και επαρκή εγρήγορση για άμεση αντίδραση σε απρόβλεπτα γεγονότα. Ένας ευρέως αποδεκτός ορισμός της απόσπασης της προσοχής του οδηγού είναι η εστίαση της προσοχής από δραστηριότητες κρίσιμες για την ασφαλή οδήγηση προς μια ανταγωνιστική δραστηριότητα, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε ελλιπή ή καθόλου προσοχή σε δραστηριότητες κρίσιμες για την ασφαλή οδήγηση».
Το παρατηρητήριο εκτιμά ότι 5-25% των τροχαίων οφείλεται σε διάσπαση της προσοχής, με το τηλέφωνο και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές να συγκαταλέγονται στους βασικούς ενόχους. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), περίπου 1,3 εκατομμύρια άνθρωποι τον χρόνο χάνουν τη ζωή τους στον δρόμο, ευάλωτοι κυρίως χρήστες του οδικού δικτύου όπως πεζοί, ποδηλάτες και μοτοσικλετιστές.
Οι ευάλωτοι νέοι
Ιδιαίτερα ευάλωτοι αποδεικνύονται οι νέοι, αφενός λόγω μικρότερης οδηγικής εμπειρίας, αφετέρου γιατί είναι επιρρεπείς στην επικίνδυνη οδήγηση, τάση που υποχωρεί όσο περνούν τα χρόνια. Ο ΠΟΥ χαρακτηρίζει τα τροχαία κύρια αιτία θανάτου για παιδιά και νέους ενήλικες ηλικίας 5-29 ετών. Δεδομένου ότι χρησιμοποιούν το κινητό τηλέφωνο επί το πλείστον για γραπτή επικοινωνία ή social media με συνέπεια βραδύτερες αντιδράσεις -ακόμα και αν έχουν κατεβάσει ταχύτητα-, θα πρέπει συνεπώς να αποφεύγουν το τιμόνι όταν βρίσκονται σε συναισθηματική φόρτιση.
Το Ινστιτούτο Οδικής Ασφάλειας (Ι.Ο.ΑΣ.) «Πάνος Μυλωνάς» επισημαίνει ότι τρεις είναι οι βασικοί παράγοντες που συμβάλλουν σ’ένα ατύχημα. Η ηλικία, η έλλειψη εμπειρίας και το φύλο (οι άνδρες κάτω των 25 χρόνων έχουν 3 φορές περισσότερες πιθανότητες να σκοτωθούν από γυναίκες της ίδιας ηλικίας). Πέρα από τους γενικούς παράγοντες κινδύνου στο δρόμο, όπως αυξημένη ταχύτητα, κατανάλωση αλκοόλ κατά την οδήγηση, μη χρήση κράνους και ζώνης ασφαλείας, έφηβοι και νέοι είναι εκτεθειμένοι σε επιπλέον κινδύνους, καθώς σε μεγάλο βαθμό δεν διαθέτουν ακόμα την απαιτούμενη εμπειρία ώστε να αντιδράσουν έγκαιρα και σωστά. Στην έλλειψη εμπειρίας προστίθεται συχνά και η ικανότητα ανάληψης ρίσκου που είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη σε νεαρές ηλικίες και μπορεί να οδηγήσει σε ριψοκίνδυνες ή παραβατικές συμπεριφορές (sensation seeking). Τέλος, η κοινωνική και η οικονομική κατάσταση της οικογένειας επιδρά στην ψυχοσύνθεση του νεαρού οδηγού και αυξάνει την πιθανότητα θανατηφόρου τροχαίου.
Διαβάστε επίσης:
Αλλεργίες: Η εξαίρεση του ασφαλιστηρίου που όμως το καθιστά αναγκαίο – Διαβάστε γιατί