Λύση στο «γρίφο» της ασυμπτωματικής νόσου Covid-19 δίνει νέα μελέτη που έχει, μεταξύ άλλων, ελληνική… υπογραφή. Η προστασία των ασυμπτωματικών ατόμων προέρχεται από ένα συγκεκριμένο γονίδιο το οποίο φέρει περίπου το 10% των ανθρώπων με ευρωπαϊκή καταγωγή.
Η Δήμητρα Χατζηλεοντιάδου, μοριακή Βιολόγος με διδακτορικό στη Βιοχημεία και ερευνητικό ενδιαφέρον την ανοσολογία (μελέτη του ανοσοποιητικού συστήματος όταν έρχεται αντιμέτωπο με ιούς), ερευνήτρια του Πανεπιστημίου La Trobe στη Μελβούρνη, είναι η μία εκ των τριών επικεφαλής έρευνας που εξετάζει τη γενετική και τα συμπτώματα της νόσου Covid-19 σε σχεδόν 30.000 εγγεγραμμένους δότες μυελού των οστών. Οι δότες συμμετείχαν σε ένα εθελοντικό πρόγραμμα για την παρακολούθηση της μόλυνσης και των συμπτωμάτων της ασθένειας που προκαλεί ο κορωνοϊός.
Η μελέτη αυτή αποτελεί μέρος μιας παγκόσμιας έρευνας που δημοσιεύτηκε στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό Nature, και πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του πανεπιστημίου La Trobe της Μελβούρνης (επικεφαλής, επίσης, η καθηγήτρια Stephanie Gras και ο διδακτορικός φοιτητής Lawton Murdolo), σε συνεργασία με την ερευνητική ομάδα του πανεπιστημίου της California San Francisco (UCSF).
«Διαπιστώσαμε ότι 1.428 ανεμβολίαστοι δότες θετικοί για τον ιό SARS-CoV-2, δεν είχαν συμπτώματα. Ένα μεγάλο ποσοστό αυτών των ασυμπτωματικών δοτών έφεραν το γονίδιο HLA-B*15:01 (HLA-Human Leucocyte Antigen, ανθρώπινα λευκοκυτταρικά αντιγόνα). Πιο συγκεκριμένα, κάποιος που φέρει το γονίδιο HLA-B*15:01 έχει διπλάσιες πιθανότητες να παραμείνει ασυμπτωματικός σε περίπτωση μόλυνσης από τον ιο SARS-CoV-2, ενώ κάποιος που φέρει δύο αντίγραφα του γονιδίου έχει οκτώ φορές περισσότερες πιθανότητες να μην εμφανίσει συμπτώματα. Αυτή είναι μία ανακάλυψη που αποτελεί την πρώτη απόδειξη γενετικής σύνδεσης με ασυμπτωματικό Covid-19 προφίλ», σημειώνει η κυρία Χατζηλεοντιάδου στο ygeiamou.gr.
Εξηγώντας τη σημαντική ανακάλυψη, αναφέρει πως οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα Τ κύτταρα-δολοφόνοι (killer T cells), τα οποία βοηθούν τον οργανισμό μας να καταπολεμήσει τις μολύνσεις, είχαν ισχυρή ανοσολογική απόκριση στον ιό SARS-CoV-2 σε άτομα με το «προστατευτικό» γονίδιο (HLA-B*15:01).
Προϋπάρχουσα ανοσία από εποχικούς κορωνοϊούς
«Αυτό συμβαίνει γιατί τα Τ κύτταρα στους ασυμπτωματικούς HLA-B*15:01+ δότες αναγνωρίζουν ένα τμήμα της πρωτεΐνης Spike του ιού SARS-CoV-2 που είναι παρόμοιο σε εποχικούς κορωνοϊούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα. Συμπερασματικά, η έρευνά μας έδειξε ότι η σύνδεση μεταξύ του γονιδίου HLA-B*15:01 και της ασυμπτωματικής Covid-19 σχετίζεται με προϋπάρχουσα ανοσία λόγω έκθεσης σε εποχικούς κορωνοϊούς. Τα άτομα που φέρουν το γονίδιο HLA-B*15:01 έχουν υψηλά επίπεδα προϋπαρχόντων «Τ-κυττάρων μνήμης» που αναγνωρίζουν τον SARS-CoV-2 και πραγματοποιούν ταχύτερη και ισχυρότερη ανοσολογική απόκριση μετά τη μόλυνση και πιθανότατα εξαλείφουν γρήγορα τον ιό», επισημαίνει η κυρία Χατζηλεοντιάδου.
Σύμφωνα με την ίδια, το γονίδιο το φέρει το 3% του πληθυσμού σε όλον τον κόσμο (περίπου 240 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο) και το 10% των ατόμων που έχουν ευρωπαϊκή καταγωγή. Είναι το έβδομο πιο κοινό γονίδιο των HLA-B.
Τα ανθρώπινα λευκοκυτταρικά αντιγόνα (HLA) είναι εξειδικευμένες πρωτεΐνες που υπάρχουν στην επιφάνεια όλων των κυττάρων του σώματος, εκτός από τα ερυθρά αιμοσφαίρια. Τα γονίδια HLA που κληρονομεί κάθε άτομο είναι υπεύθυνα για τα αντιγόνα HLA που υπάρχουν στα κύτταρά του. Η εξέταση HLA προσδιορίζει τα κύρια αντιγόνα HLA που υπάρχουν στην επιφάνεια των κυττάρων ενός ατόμου και τα αντισώματα έναντι των αντιγόνων HLA καθώς και τα γονίδια που είναι υπεύθυνα για τα αντιγόνα HLA, κυρίως για να ταιριάζουν με δότες και λήπτες μοσχευμάτων. Το μόνο που χρειάζεται για να γνωρίζει κανείς τα γονίδια HLA που φέρει είναι μία εξέταση ταυτοποίησης HLA για την οποία απαιτείται δείγμα αίματος.
Βελτίωση εμβολίων και θεραπείας
Η κατανόηση των μοριακών μηχανισμών που κρύβονται πίσω από το ασυμπτωματικό προφίλ και εμπλέκονται στην έγκαιρη αντιμετώπιση του ιού μπορεί να βοηθήσουν τη βελτίωση των εμβολίων αλλά και της θεραπείας.
«Η έρευνα μας έδειξε ότι τα άτομα που φέρουν το γονίδιο HLA-B*15:01 έχουν υψηλά επίπεδα προϋπαρχόντων «Τ-κυττάρων μνήμης» που αναγνωρίζουν τον SARS-CoV-2 και θα πραγματοποιήσουν ταχύτερη και ισχυρότερη ανοσολογική απόκριση μετά τη μόλυνση και πιθανότατα θα εξαλείψουν γρήγορα τον ιό. Αν έχεις έναν στρατό που είναι σε θέση να αναγνωρίζει τον εχθρό νωρίς, αυτό είναι ένα τεράστιο πλεονέκτημα. Είναι σαν να έχεις στρατιώτες που είναι προετοιμασμένοι για τη μάχη. Αυτό μπορεί να οδηγήσει πιθανώς στη χρήση αυτών των «προστατευτικών» Τ κυττάρων για μελλοντική θεραπεία, αλλά μένει να γίνει πρώτα αρκετή δουλειά προς αυτήν την κατεύθυνση», σημειώνει η ερευνήτρια.
Ερωτηθείσα για ποιο λόγο αντίστοιχα ορισμένοι άνθρωποι νοσούν βαρύτερα με Covid-19 σε σχέση με άλλους, η κυρία Χατζηλεοντιάδου σημειώνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα είναι μια τρομερά περίπλοκη μηχανή που διαφέρει σημαντικά από οργανισμό σε οργανισμό. «Οι παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την ανοσοποιητική απόκριση σε έναν ιό είναι πολλοί, όπως για παράδειγμα η ηλικία, το φύλο, η προηγουμένη έκθεση σε μολυσματικούς παράγοντες (ιούς, βακτήρια), η συννοσηρότητα, και φυσικά τα γονίδια. Όπως και σε άλλες ιικές μολύνσεις, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του ιού που προκαλεί το σύνδρομο της επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας (AIDS), ΗΙV (Human Immunodeficiency Virus), υπάρχουν γονίδια που σχετίζονται με «προστασία» από την ασθένεια και γονίδια που επιτείνουν την ασθένεια. Το ίδιο είναι πιθανό να ισχύει και στην περίπτωση της μόλυνσης από τον ιό SARS-CoV-2», καταλήγει.